Η απάντησή τους κυριολεκτικά με καθήλωσε!! Πατέρα μου είπαν, είναι καλό πράγμα να βοηθάς με τον τρόπο σου να ενημερώνονται οι άνθρωποι, σ΄όλα αυτά που έχετε φιάξει σεις οι μεγάλοι. Με τα δικά σας λάθη και τα ψέματά σας τα παιδιά τα έχετε πληγώσει πολύ..Εμείς τώρα θέλουμε να μάθουμε άλλα πράγματα, π.χ. από την ιστορία της Πάρου γιατί σ΄αυτό το χώρο μεγαλώνουμε και ζούμε. «΄Εχουμε δα μπροστά καιρό για όλα τ΄άλλα και με την ώρα τους».
Γενηθήτω λοιπόν το θέλημά τους και αλλάζω, τρόπο, στόχο και σκέψεις, μια και απόλυτα πιστεύω πως αυτά τα λόγια των γιών μου είναι και άποψη όλων των παιδιών των δύο νησιών μας Πάρου – Αντιπάρου και ταπεινά προχωρώ. Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης θεωρούσε πως η Πάρος είναι η ομορφότερη όλων των Κυκλάδων. Πίστευε ότι οι δρόμοι και οι συνοικίες της Παροικιάς, είναι τόσο αρμονικά εύστοχα τοποθετημένα όσο μια μουσική σύνθεση. Φυσικά αν και το αρχαίο πνευματικό κέντρο των Κυκλάδων ήταν η Δήλος, το γεωμετρικό κέντρο του αρχιπελάγους είναι η Πάρος, καθώς βρίσκεται στη μέση του άξονα Ανατολής και Δύσης μεταξύ της Μήλου και της Αμοργού και περίπου στα μισά του άξονα Βορρά – Νότου μεταξύ της Άνδρου και της Σαντορίνης.
Στη διάρκεια της κλασικής περιόδου η Πάρος ήταν, ναι!! Το πλουσιότερο νησί των Κυκλάδων, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο φόρος που της επιβάλλεται από τη δηλιακή συμμαχία ήταν ο διπλάσιος από αυτόν της Νάξου και της Μήλου, των δύο πλουσιότερων νησιών ύστερα από κείνη.
Η κύρια πηγή πλούτου ήταν το παριανό μάρμαρο, αυτός ο περίφημος «λυχνίτης», πολύ δημοφιλές στους γλύπτες και στους αρχιτέκτονες, το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί και στα ανάγλυφα του Παρθενώνα της Αθήνας και στη φημισμένη Αφροδίτη της Μήλου. Δύο από τους πιο διάσημους γλύπτες της αρχαϊκής περιόδου, ο Αγοράκριτος και ο Σκόπας ήταν Παριανοί. Μάλιστα ένα κολοσσιαίο μαρμάρινο κεφάλι της Νέμεσης, (Θεάς της Δικαιοσύνης), έργο του Αγοράκριτου εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου. Ο Σκόπας εργάστηκε σε δύο από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, στο Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού και στο ναό της Άρτεμης στην Έφεσο, τα οποία και διακόσμησε με τα άριστα ανάγλυφά του.
Η ευημερία της Πάρου συνεχίστηκε σε όλη την ελληνιστική περίοδο, οπότε και ο πληθυσμός του νησιού έφθασε τους 150.000 κατοίκους κατ΄εκτίμηση τους, ( σχεδόν δέκα φορές περισσότερο από το σημερινό πληθυσμό της ). Πολλοί από τους οποίους ήταν πιθανώς σκλάβοι που εργάζονταν στα λατομεία μαρμάρου. Μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τη Ρώμη αρχίζει μια περίοδος ραγδαίας παρακμής, καθώς Ιταλοί έμποροι ανέλαβαν τα λατομεία μαρμάρου ενώ παράλληλα έκοψαν τα δέντρα όλου του νησιού για την κατασκευή πλοίων, αφήνοντας την Πάρο τραγικά φτωχή και απογυμνωμένη, σημαίνοντας με αυτό τον τρόπο την αρχή μίας περιόδου ένδειας που διήρκεσε πολλούς αιώνες.
Το νησί μας ανέκαμψε το 1210 μετά την εγκαθίδρυση του λατινικού δουκάτου του αρχιπελάγους. Ο Μάρκος Σανούδος εκτός από τη Νάξο κυβέρνησε άμεσα και την Πάρο, όπως και όλοι οι διάδοχοί αυτής τη δυναστείας. Όταν το 1383 έγινε δούκας της Νάξου ο Φραντσέσκο Κρίσπο απένειμε την Πάρο σαν υποφέουδο στη δούκισσα Φραντσέσκα, χήρα του εκλιπόντος δούκα Νικολό Γ΄. Η δούκισσα, στη συνέχεια, ήλθε σε γάμο με ένα ευγενή της έχοντα καταγωγή από τη Βερόνα της Ιταλίας τον Σομμαρίπα, του οποίου οι απόγονοι άρχουν στη Πάρο και την Άνδρο μέχρι τα τελευταία χρόνια της λατινικής περιόδου.
Ο κλάδος της προαναφερόμενης οικογένειας Σομμαρίπα στην Πάρο έσβησε το 1524, όταν ο τελευταίος δούκας που έφερε το όνομα πέθανε χωρίς αρσενικό κληρονόμο. Ο τίτλος πέρασε στη συνέχεια στις δύο εν ζωή αδελφές του, πρώτα στη Φιορέντζα Βενιέρ, και μετά το θάνατό της στη Σεσίλια Σαγρέδο, ο σύζυγο της οποίας Βερνάρδος έμελλε να είναι ο τελευταίος Λατίνος κυβερνήτης της Πάρου. Η κυριαρχία του τέλειωσε το 1537 , όταν πέθανε μαχόμενος υπερασπίζοντας την Πάρο ενάντια στον Μπαρμπαρόσα, που ουσιαστικά υποδούλωσε σχεδόν όλους τους κατοίκους που επέζησαν στο νησί.
Ανάμεσα στους αιχμαλώτους του Μπαρμπαρόσα ήταν ένα δωδεκάχρονο κορίτσι, η Cecelia Venier – Baffo, παράνομο παιδί ενός ελληνοβενετικού ζεύγους ευγενούς καταγωγής. Μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου της δόθηκε το τουρκικό όνομα Nurbanu και παρουσιάστηκε στο Σελήμ Β΄, γιο του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς , (1520 μέχρι 1566 ). Του κατακτητή και του «σημαντικότερου ίσως Οθωμανού ηγεμόνα των τούρκων, στη χρονικά μεγαλύτερη ακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας». Ο Σελήμ Β΄,είναι ο άξιος διάδοχος του πατέρα του, έγινε Σουλτάνος από το 1566 μέχρι το 1574, παρέχοντας μεγάλα προνόμοια στους χριστιανούς υπηκόους του.. Η Nurbanu Σουλτάνα γέννησε τέσσερα παιδιά του Σελήμ, συμπεριλαμβανομένου και του μελλοντικού σουλτάνου Μουράτ Γ΄,(1574- 1595).
Αυτή ασκούσε, ουσιαστικά, την εξουσία κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σελήμ και στα οκτώ πρώτα χρόνια της βασιλείας του Μουράτ, μέχρι το θάνατό της το 1582. Όταν πέθανε η Nurbanu ο Ενετός πρεσβευτής της πόλης έστειλε τα νέα στο δόγη της Βενετίας σημειώνοντας: «Όλοι παγκοσμίως αναγνωρίζουν ότι ήταν μια γυναίκα με απόλυτη καλοσύνη, θάρρος και φρόνηση».
Η Πάρος κατοικήθηκε από όσους τελικά επέζησαν από την επιδρομή του Μπαρμπαρόσα, αλλά ήταν λίγοι και κατά τους δύο πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας το νησί δεν ήταν τίποτα περισσότερο παρά μια φωλιά πειρατών. Ο διάσημος Γάλλος πειρατής, Hugues Creveliers, που ο πειρατικός στόλος του οποίου εξορμούσε από το λιμάνι της Νάουσας στη δεκαετία του 1570, λειτουργούσε εξαιρετικά σαν πρότυπο για το κύριο χαρακτήρα του Μπάϊρον στο έργο του Corsair. Μάλιστα μετά από την επίσκεψή του στο νησί το 1700, o Tournefort σημείωνε πως «το μέγιστο μέρος των κατοίκων είναι Γάλλοι και Μαλτέζοι πειρατές, δεν είναι ούτε Έλληνες ούτε Λατίνοι».
Διπλωματικές σχέσεις ανάμεσα στη Γαλλία και στην Οθωμανική αυτοκρατορία ξεκίνησαν το 1536, όταν ο Φραγκίσκος Α΄έστειλε πρεσβεία στην αυλή του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς. Αυτή η συμμαχία έδωσε στους Γάλλους βασιλιάδες την ευκαιρία να προστατεύσουν τις Κυκλάδες από την τουρκική κατοχή. Γάλλοι ιεραπόστολοι, έχοντας τη βάση τους αρχικά στην Σύρο, μετέβησαν εδώ στην Πάρο και ίδρυσαν καθολικές εκκλησίες, μοναστήρια και μοναστικά σχολεία. Αλλά παρά αυτές τις ενέργειες οι Παριανοί παρέμειναν πιστά ορθόδοξοι, εκτός από τους καθολικούς απογόνους της λατινικής αριστοκρατίας. Μάλιστα κατά τη διάρκεια του τελευταίου μισού του 17ου αιώνα, οι έλληνες έχτισαν περισσότερες από είκοσι εκκλησίες και μοναστήρια στο νησί.
Ο διασημότερος Έλληνας με καταγωγή από την Πάρο κατά τη διάρκεια της τουρκικής κατοχής ήταν ο Νικόλαος Μαυρογένης, (1738 – 1789), που κατά τα έτη 1786 – 1789 υπηρέτησε ως «οσποδάρος», κυβερνήτης δηλαδή , στη Μολδαβία και στη Βλαχία υπό την αιγίδα του σουλτάνου. Η ανιψιά του, Μαντώ Μαυρογένους , ηρωίδα της Μυκόνου, πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής της στο νησί μας όπου πέθανε το 1838.
Αλλά θα συνεχίσουμε το συντομότερο «αυτά» τα ιστορικά μας ταξίδια αναφερόμενοι σε γεγονότα του τόπου μας του «παρελθόντος και παρόντος» σ΄ένα μνημόσυνο αξιών και πράξεων των προγόνων μας φωτίζοντας έτσι απλά τις καινούργιες γενιές που επιβάλετε «να γνωρίζουν αλήθειες».