Η τελευταία αναπροσαρμογή έγινε τον Ιούνιο του 2021 και από τότε η ψαλίδα ανάμεσα στις εμπορικές και τις φορολογικές τιμές άνοιξε αισθητά. Πρόκειται για μια απόφαση που εντάσσεται στον σχεδιασμό για σταθεροποίηση της αγοράς, αλλά και στην προσπάθεια να διατηρηθεί ζωντανό το επενδυτικό ενδιαφέρον για το real estate, χωρίς να επιβαρυνθούν περαιτέρω οι πολίτες.
Αν η κυβέρνηση έδινε το πράσινο φως για νέα αύξηση των αντικειμενικών, οι επιπτώσεις θα ήταν άμεσες: η φορολογία στα ακίνητα θα ανέβαινε κατακόρυφα, ακόμη και σε περιπτώσεις που υπάρχουν σήμερα αφορολόγητα όρια, αφού τα έξοδα μεταβίβασης –συμβολαιογραφικά, μεσιτικά, φόροι και τέλη– υπολογίζονται επί των αντικειμενικών αξιών. Επιπλέον, θα σημειωνόταν αύξηση του ΕΝΦΙΑ, ενώ δεν θα απέκλειε κανείς ένα ντόμινο ανατιμήσεων σε άλλους φόρους ή τέλη. Και όλα αυτά σε μια συγκυρία όπου το οικονομικό επιτελείο αναζητά τρόπους ελάφρυνσης για τη μεσαία τάξη και παροχής κινήτρων στην αγορά πρώτης κατοικίας.
Η πραγματικότητα της αγοράς, ωστόσο, δείχνει ότι η απόσταση μεταξύ αντικειμενικής και εμπορικής αξίας έχει ξεφύγει. Στο Κολωνάκι, διαμέρισμα 180 τ.μ. πουλήθηκε προς 1,2 εκατομμύρια ευρώ – δηλαδή 6.642 ευρώ ανά τετραγωνικό – όταν η τιμή ζώνης στην περιοχή είναι 4.150 ευρώ. Στη Γλυφάδα, κατοικία 246 τ.μ. άλλαξε χέρια αντί 1,6 εκατομμυρίων, ήτοι 6.553 ευρώ/τ.μ., ενώ η αντικειμενική δεν ξεπερνά τα 4.250 ευρώ. Οι διαφορές αυτές αποτυπώνουν το βάθος του χάσματος που έχει δημιουργηθεί, ειδικά σε περιοχές υψηλής ζήτησης.
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση προχωρά σε επέκταση του αντικειμενικού συστήματος τιμολόγησης και στο υπόλοιπο 1,5% της επικράτειας που δεν έχει ακόμη ενταχθεί – δηλαδή σε 2.167 περιοχές που παραμένουν «εκτός συστήματος» λόγω έλλειψης πολεοδομικών δεδομένων. Στο πρώτο κύμα, αναμένεται να ενταχθούν περίπου 500 περιοχές, καθώς οι σημερινές στρεβλώσεις δημιουργούν έντονη ανισότητα στη φορολόγηση: για παράδειγμα, ιδιοκτησίες που υπολογίζονται με βάση συγκριτικά στοιχεία μπορεί να φορολογούνται λιγότερο ή περισσότερο από ό,τι πραγματικά αξίζουν, ανάλογα με το πώς ερμηνεύονται τα δεδομένα.
Σε εκκρεμότητα, τέλος, παραμένει ο επαναπροσδιορισμός τιμών ζώνης σε 36 περιοχές εντός 12 δήμων – μεταξύ αυτών οι Άγιοι Ανάργυροι-Καματερό, Χαλάνδρι, Βριλήσσια, Πειραιάς, Γλυφάδα, Ιθάκη, Κάρπαθος, Ρόδος και Λουτράκι. Παρότι οι ενστάσεις έχουν γίνει δεκτές από το υπουργείο, οι ιδιώτες εκτιμητές δεν έχουν καταθέσει ακόμη τις απαιτούμενες εισηγήσεις. Η καθυστέρηση αυτή κρατά «παγωμένες» τις τιμές και τη σχετική αβεβαιότητα για τους ιδιοκτήτες που αναμένουν νέα δεδομένα για να προχωρήσουν σε αγοραπωλησίες ή τακτοποίηση περιουσιακών στοιχείων.