Φώτα στην παλιά Νάουσα

07 Ιανουαρίου 2012 18:38

Τώρα που όλα σχεδόν έχουνε αλλάξει,- δυστυχώς χειρότερα,- πολλές φορές όταν πιάσεις να κουβεντιάσεις με

κανένα παλιό στα χρόνια άνθρωπο, τότε ακούς στα λεγόμενα του και διαβάζεις στα θολά του μάτια όλο κείνο το μεγαλείο της θρησκευτικής μας παράδοσης του χωριού που μας γέννησε.

Άθελα λοιπόν αρπάζεις το μολύβι και γράφεις για τον εαυτό σου την κοινωνία την Νεολαία.. Ν α ο υ σ α ϊ κ α Φ ώ τ α ! Πολύ μεγάλο γιορτάσι, εποχές που οι άνθρωποι, τις ζούσανε με πίστη. Είχανε νόημα και ουσία παρμένη, από το ίδιο το Θεϊκό μεγαλείο όχι σα τη σημερινή, την κούφια που μονάχα ξέρει να γερνά τον άνθρωπο πρίν την ώρα του.

Ύστερα από τις «Μεγάλες ώρες» τον εσπερινό και τη λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, τελειώνοντας ο πρώτος Αγιασμός της παραμονής, πρωϊ – πρωϊ βγαίνανε οι ιερείς από τις τέσσερεις ενορίες της μικρής τότε «Άουσας», με τον Τίμιο Σταυρό στα χέρια τους και τις «αγιαστούρες» για να φωτίσουν τον κόσμο και να διώξουνε όλα τα κακά από τα σπιτικά, ψάλλοντας «μελωδικά» μ΄ολο το παιδικό τσούρμο π΄ακολουθούσε διακονόντας.

-Εν τοις ρείθροις σήμερον του Ιορδάνου γεγονός ο Κύριος, τω Ιωάννη εκβοά. Μη δειλιάσης Βαπτίσαι με, σώσαι γαρ ήκω Αδάμ τον Πρωτόπλαστον...Έπεφτε τ΄αγίασμα ραντίζοντας «τα ορατά και αόρατα».... Η ευλογία του «επιφανέντος Θεού», μυστικά θρονιαζότανε, στο χαγιάτι, στους καρπούς, τη μεγάλη σάλα, σ΄ολη την οικογένεια... Κι΄επεφτε το βράδυ... Συντροφιές τα παιδιά, πέρνανε δρόμους κι΄ανηφόρια, ακρογιαλιές σ΄ένα γύρω το χωριό. Κρατούσανε στα χέρια τους αναμένα φαναράκια και μικρές «καράβες», αρχοντικά κτυπούσανε με τα ραβδιά τους όλες τις πόρτες.

- Αφέντικό !! Να τα πούμε; - Πέστε τα καλόπαιδα που νάστε και του χρόνου!! Άρχιζαν όλα μαζί και με φωνές «ψαλτάδικες» τα κάλαντα σε μια παραλλαγή τους σε Ήχο Πρώτο της Βυζαντινής Εκκλησιαστικής μουσικής.

// ΟΟ //

«Θέλημα ζητούντες ως είν'πρεπό, χαρούμενα λόγια θέ να σας πώ». Και παρακαλώ αγαπητερά, όλοι σας να σκέφτεστε με χαρά. Με χαρά μεγάλη και αγιασμό, δια του Χριστού μας το Βαπτισμό. Σήμερα βαπτίζεται ο Χριστός εις τον Ιορδάνη το ποταμό. Σήμερα τα Φώτα κι οι Φωτισμοί και χαρές μεγάλες και Αγιασμοί. Σήμερα είναι η μέρα η θαυμαστή όπου ο Χριστός μας θα βαπτισθεί.

Έρχεται η Κυρία μας η καλή και τον Άη- Γιάννη παρακαλεί. -Έλα Ιωάννη μου Βαπτιστή, έλα να βαπτίσεις Θεού Παιδί. -Δεν δύναμαι Κυρία μου, δε μπορώ να πλύνω την χάριν Του με νερό. Κι ο Χριστός μας πάλι αγαπητερά λέει του κι Εκείνος με χρυσή μιλιά.

Kαι του λέει πάλι ευγενικά – Έλα βάπτισέ Με, ώ! Βαπτιστά. Με φόβο και τρόμο πάρα πολύ αρχίζει ο Ιωάννης να Του μιλεί. -Κύριέ μου δε σε βαπτίζω εγώ, διότι φοβούμαι να μη καγώ. -Δράμε με σπουδή και μη σκιαστείς, έλα βαπτισέ με μη φοβηθείς.

Τότε ο Ιωάννης ο ταπεινός άπλωσε το χέρι στο βαπτισμό. Σιμώνει και βαπτίζει στο ποταμό τον Κύριο και πλάστη μας και Θεό.

Τότε ηγιάσθησαν τα νερά κι ήρθαν εις τον κόσμο πιο καθαρά. Τότε και ο ήλιος ο λαμπερός έφεξε στον κόσμο πιο καθαρός. Τότε ηγιάσθηκε και η γής κι ήβγαλε λουλούδια κάθε λογής. Άνθη και χωράφια μυριστικά, τριαντάφυλλα και βιόλες και δεντρικά.

Τα πουλιά να δούνε τέτοια χαρά όλα κελαϊδούσαν πιο καθαρά. Δόξα νάχει έλεγαν με κελαϊδισμό εκείνος που βαπτίζει στο ποταμό.

Λοιπόν γιατί 'ρθαν οι αγιασμοί; Για να χαρούμ' εμείς και να ευφρανθεί και ο φίλος που 'ρθαμε να χαρεί που στο σπίτι ντού 'ρθαμε ξαφνικά και μας εδεχτήκανε με χαρά. Σύρατε καθένας μας να του το πεί κι όμορφα κανένας να τραγουδεί. Ως ειν' ο σκοπός μας και η λαλιά και ο φίλος πού 'ρθαμε νά 'ν' καλά.

-Φίλε μου αγαπημένε και γκαρδιακέ, χρυσομορφοψάλτη κι εύγενικέ, πρέπει σου αφέντη μου να σε τιμούν και εις την Βουλή να σε προτιμούν. Να πέφτουνε τ΄άνθη ευγενικά να γροικούν τα λόγια τα γνωστικά να παινούν τσι γνώμες σου τσι καλές και τσι καλοσύνες σου τσι πολλές.

Ρέγομαι κι εγώ για να σε θωρώ κι ήθελα παινέματα να σου ειπώ. Μα καθώς σου πρέπει να σου τα πω, επειδή περίσσα σε αγαπώ. Μα επειδής βραδυάζει και παρωρά, θέλουμε να πούμε και για τη κυρά.

-Κυρά μου περίσσα ευγενική, χρυσοστολισμένη και τακτική, βρύση της τιμής και της ευγενιάς, παίνεμα τση νιότης και τση χαράς, Ιδίωμά 'χεις, κυρά μου, πολύ, όπου κάθε γλώσσα για σένα μιλεί. Πρέπει σου, κυρά μου, να σε τιμούν μικροί μεγάλοι να σ΄εκτιμούν, να 'βρεις στα παιδιά σου, πολλές χαρές και να τ΄αγκαλιάζεις πολλές φορές. Να τα ιδείς ως θέλεις και πεθυμάς..Κανίσκι να μας δώσεις ευγενικό, πλέρωσε τον κόπο μα το καλό.

Δώσε μας χαιρετίσματα πληθερά και του χρόνου να 'ρθωμε με χαρά, να σας βρούμε πάλι συντροφιαστούς, χωρίς καμμιά πίκρα και μονιαστούς.

Έβγαζε η κυρά το δίσκο που ήταν γεμάτος κεράσματα.. Κουραμπιέδες, φοινίκια, μελομακάρονα κι ότι άλλο μπορούσε να φανταστεί κανένας. Οι πιτσιρίκοι γεμίζανε μ΄αυτά τα μικρά τους καλαθάκια. Ύστερα πέρνανε το «φίλεμα» τους από τον νοικοκύρη και τρέχανε με χαρά και φωνές για άλληνε πόρτα και γειτονιά.

Μα κείνο που συνέβαινε ανήμερα δεν περιγράφεται. Κατηφόριζε η Ιερή λιτανεία από τη μεγάλη εκκλησιά της Παναγιάς

«Φανερωμένης» αμέσως μετά την ακολουθία του «Μεγάλου Αγιασμού». Μπροστά τα Λάβαρα, λίγο πίσω ο Τίμιος Σταυρός, τα εξαπτέρυγα, η Ιερή εικόνα της βάπτισης, οι ιερείς. Ο παπά Γιάννης, ο παπά-Λευτέρης, ο παπά – Μανώλης κι΄ο παπά –Δημήτρης , «ο Πρωτόπαπας» με το Θείο Ευαγγέλιο και το Σταυρό στα χέρια του, ψαλτάδες και πίσω όλος ο λαός.

«Οδεύανε» για το λιμάνι ψάλλοντας και υμνώντας....«Στίβει θαλάσσης κυματούμενον σάλον, Ήπειρος αύθις Ισραήλ δεδειγμένον»..Σαν άλλος Ιορδάνης ποταμός η θάλασσα περίμενε τον Κύρη της σύμπασας πλάσης για να την αγιάσει. Όλα τα πλεούμενα, Μπρίκια, Σακολέβες, Τρεχαντίρες, Περαματαριές, είχανε στα ξάρτια τους μεγάλο σημαιοστολισμό. Τα τσούρμα τους με τις φαμελιές τους, ντυμένοι στα γιορτινά, «σταμπάϊ», Οι βουτηχτάδες στο πόστο, (βλογημένος εκείνος που θα κατάφερνε ν΄ανασύρει τη Χάρι Του πρώτος απ΄τα νερά). Χρόνια που θυμίζουνε κείνα του Αβραάμ, κρίμμα που τα δικά μας, τα έχουμε όλα κούφια.

Βλογούσε πρώτα το λαό ο Πρωτόπαπας, διάβαζε το ευαγγέλιο το κατά Μάρκον «Τώ καιρώ εκείνο ήλθεν ο Ιησούς από την Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και εβαπτίσθη υπό Ιωάννου εις τον Ιορδάνη».... – Έφτανε έτσι η μεγάλη στιγμή, «΄Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σού Κύριε». Χτυπούσανε γλυκόλαλα όλες οι καμπάνες της «Άουσας», άσπρα Περιστέρια που συμβολίζουν το «Πανάγιο Πνεύμα», βιτακώνανε τον ουρανό... Με το πέσιμο του Σταυρού στη θάλασσα «αγιαζόταν τα νερά και η φύση». Βουτούσανε τα λεβεντόκορμα θαλασσοδαρμένα παλληκάρια του χωριού..Ο Νικολός, ο Παναής, ο Σταύρος..Άφριζε το νερό!! Που και κάπου έπερνε βιαστικό ένα μάτι, κεφαλές, να βγαίνουν, για μια σύντομη αναπνοή κι΄ύστερα χανότανε ξανά..

Γελαστό και περίφανο ξεπρόβαλε κάποτε ένα πρόσωπο! Σήκωνε το χέρι του.. Κρατούσε τον Τίμιο Σταυρό!! Πώς τον λέγανε; Ούτε και εγώ το ξέρω...Η γιαγιά, -Θεός να τη σχωρέσει,- που μου τα διηγήθηκε πρίν από πολλά χρόνια δεν τον θυμότανε.

Πέρνανε οι λεβέντες την ευχή του Ιερέα και βάζανε το Σταυρό σ΄ένα δίσκο μ΄ένα γύρω τα λουλούδια...Γυμνοί, με μοναχικό ρούχο τη βρεγμένη τους βράκα, γύριζαν σε κάθε σπίτι για να τον προσκυνήσουν οι χωριανοί πέρνοντας για τον καλό τους κόπο ευχές και φιλοδωρήματα χρηματικά. Μεγάλο έθιμο αυτό που εξακολουθούσε να υπάρχει στη Νάουσα λίγα χρόνια πρίν από τον τελευταίο Παγκόσμιο πόλεμο.

Η Ιερή πομπή συνέχιζε και ο Σταυρός «αγίαζε» το πόσιμο νερό της «Πάνω βρύσης». Εκεί περιμένανε συγκεντρώμενα από τους αγρότες τα ζώα τους..Πρόβατα,Γελάδες,'Αλλογα, Μουλάρια, Κατσίκια,Γαϊδούρια κ.λ.π. Πέρνανε κι΄αυτά την θεία ευλογία από τα χέρια των ιερέων και οι χωρικοί «αγιασμό» για τα χωράφια τους και τους «καρπούς».

Οι καιροί μας μπορεί νάχουν άλλα «καλά». Η τεχνολογία προοδεύει και τα «έργα των χειρών μας» μας στέλνουν αδιάκοπα φωτογραφίες από τις «Εσχατιές» του Σύμπαντος. Όμως εκατομμύρια ψυχές πεθαίνουν από τις ασθένειες και την πείνα, ( αλλά κύρια από την έλλειψη), σωστών πολιτικοινωνικών συστημάτων των χωρών τους. Η παγκόσμια κοινότητα σήμερα και οι θεσμοί της αποτελούν δυστυχώς, «κινούμενη άμμος» και «δόκανα» συμφοράς μιας κερδοσκοπίας χωρίς ένα έλεγχο «ηθικής τάξης». Η παντός είδους βία έγινε «αρετή», εκβιασμού συνειδήσεων των λαών του πλανήτη και τα παντός είδους και τρόπους «μνημόνια» βρόγχοι, αγχόνης που μας πνίγουν καθημερινά σαν άτομα οικογένειες και έθνη.

Είχε δίκιο ο προφήτης Ησαϊας όταν έγραφε: «Αλλ΄ως απέχει ο Ουρανός από της γής, ούτως απέχει η οδός μου από των οδών ημών από της διανοίας μου». Ασφαλώς!! Ο Θεός κ΄ιστορία, θα μας κρίνουν για τις «αξιοσύνες» της αποτυχίας μας σε μια διαρκή «ορφάνια», που όλοι εμείς οικειοθελώς διαλέξαμε μακριά Του. Χαμένοι, έτσι κι΄αλλιώς, στους «στροβίλους» της εγωϊστικής περηφάνιας μας, «οδυρόμενοι» σαν τον Αδάμ και την Εύα, έξω από την κλειστή πόρτα του «Παραδείσου»

{plusone lang=el}

Ειδησεογραφικός, Ενημερωτικός, Ιστότοπος με σεβασμό στην αμερόληπτη ευρεία παρουσίαση των γεγονότων. Έγκυρη και έγκαιρη καθημερινή ενημέρωση!

 

 online mediaΜέλος του μητρώου
 ONLINE MEDIA
  Επικοινωνία

 

Διαγωνισμός

diagonismoi prosexos