Τα μέτρα αυτά θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της Τραπεζικής Ένωσης, στη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, καθώς και στην κερδοφορία των τραπεζών μέσω της ενθάρρυνσης του δανεισμού, ο οποίος με τη σειρά του θα φέρει θέσεις εργασίας και ανάπτυξη σε όλη την Ευρώπη.
Ως μη εξυπηρετούμενα ορίστηκαν τα δάνεια, οι δόσεις των οποίων είναι απλήρωτες για πάνω από 90 ημέρες, ή που είναι απίθανο να αποπληρωθούν πλήρως. Συμπληρωματικά προς τους κανόνες για τα ίδια κεφάλαια, τα μέλη του ΕΚ ψήφισαν την επιβολή κοινών ορίων για την ελάχιστη κάλυψη ζημιών για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.
Κάθε τράπεζα θα πρέπει να δημιουργήσει αποθεματικά για την κάλυψη ζημιών από μελλοντικά δάνεια τα οποία θα μπορούσαν να μετατραπούν σε μη εξυπηρετούμενα. Οι προϋποθέσεις αυτές θα διαφέρουν ωστόσο, ανάλογα με τα επίπεδα αποδεκτής πιστωτικής προστασίας των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αν π.χ. έχουν κατατεθεί εγγυήσεις ή αν είναι μη εξασφαλισμένα. Το είδος των εγγυήσεων που χρησιμοποιούνται, εάν για παράδειγμα αποτελούν υποθηκευμένα ακίνητα, θα λαμβάνεται επίσης υπόψη.
Οι νέοι κανόνες, οι οποίοι έχουν ήδη συμφωνηθεί άτυπα με το Συμβούλιο, θα ισχύσουν μόνο για τα δάνεια που θα δοθούν μετά την ολοκλήρωση της νομοθετικής διαδικασίας.
Η συνεισηγήτρια Esther de Lange (ΕΛΚ, Ολλανδία), δήλωσε: «Είμαι περήφανη που πήρε μόλις 12 μήνες για να γίνει η πρότασή μας, νόμος. Πλέον, για πρώτη φορά έχουμε δεσμευτικά όρια για νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε όλες τις τράπεζες, παράλληλα με τις προϋποθέσεις που θέτει ο Ενιαίος Ελεγκτικός μηχανισμός (SSM) για κάθε τράπεζα. Θέλουμε να βελτιώσουμε τη γενικότερη υγεία του τραπεζικού τομέα στην ΕΕ και να σταθεροποιήσουμε περαιτέρω το χρηματοπιστωτικό μας σύστημα. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα τώρα και όχι να το αφήσουμε για την επόμενη γενιά».
Ο συνεισηγητής Roberto Gualtieri (Σοσιαλιστές, Ιταλία), είπε: «Ο νέος κανονισμός αποτελεί σημαντικό βήμα για τη μείωση των κινδύνων στον τραπεζικό τομέα. Οι νέες, εφαρμόσιμες δικλείδες ασφαλείας θα οδηγήσουνε σε μια πιο συνετή διαχείριση για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, αποφεύγοντας τις αθέλητες αρνητικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία, στους καταναλωτές και στους υπόλοιπους δανειολήπτες».