Η μαστίχα έχει χρησιμοποιηθεί για περισσότερα από 2.500 χρόνια ως παραδοσιακό ελληνικό φάρμακο για τη θεραπεία αρκετών ασθενειών, όπως η γαστραλγία και τα πεπτικά έλκη. Οι πρώτες αναφορές για τη μαστίχα γίνονται από τον Ηρόδοτο (5ος αιώνας π.Χ.), ο οποίος αναφέρει ότι οι Έλληνες συνήθιζαν να μασούν το αποξηραμένο ρητινώδες υγρό που έρεε από το φλοιό του μαστιχόδεντρου. Στην αρχαία Ελλάδα ο Ιπποκράτης, ο Γαληνός, ο Διοσκουρίδης και ο Θεόφραστος επισημαίνουν συχνά τις ευεργετικές της ιδιότητες.
Η μαστίχα Χίου φαίνεται να παρουσιάζει προστατευτική δράση στην καρδιά και στα αγγεία, καθώς μελέτες δείχνουν ότι η κατανάλωσή της μειώνει τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης, της LDL («κακής») χοληστερόλης, της λιποπρωτεΐνης α, ενώ παράλληλα προστατεύει καθολικά την «κακή» χοληστερόλη από οξείδωση (μία διαδικασία που βάζει τον θεμέλιο λίθο για τη δημιουργία αθηρωματικής πλάκας στα αγγεία).
Ακόμα και το σάλιο που προέρχεται από τη μάσηση της μαστίχας Χίου, αποδείχθηκε πως μπορεί να συμβάλλει εργαστηριακά στην αναστολή της οξείδωσης της «κακής» χοληστερόλης.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης πως στη μελέτη σε ανθρώπους, η οποία έδειξε μείωση της χοληστερόλης με την κατανάλωση 5 γραμμαρίων σκόνης μαστίχας καθημερινά, διαπιστώθηκε και στατιστικά σημαντική μείωση στα επίπεδα ενζύμων που σχετίζονται με την ηπατική λειτουργία, κάνοντας τους ερευνητές να μιλούν και για ηπατοπροστατευτική δράση.