Αυξήσεις καθαρών αποδοχών για τους µισθωτούς και µείωση της συνολικής επιβάρυνσης για τους εργοδότες φέρνει η µείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,9 ποσοστιαίες µονάδες το δεύτερο εξάµηνο του 2020. Σύµφωνα µε τον προγραµµατισµό του υπουργείου Εργασίας, η συρρίκνωση του µη µισθολογικού κόστους συνολικά κατά πέντε ποσοστιαίες µονάδες θα ξεκινήσει να ξεδιπλώνεται σταδιακά από τον Ιούλιο του 2020 και αναµένεται να ολοκληρωθεί σε τέσσερις φάσεις µέχρι το 2023.
Η κλιµάκωση θα είναι οπισθοβαρής, καθώς προβλέπεται να ξεκινήσει από 0,9 ποσοστιαίες µονάδες του χρόνου, µε στόχο να συνεχιστεί µε σηµαντικότερη περαιτέρω ελάφρυνση -άνω της µίας ποσοστιαίας µονάδας κατ’ έτος- το 2021, το 2022 και το 2023. Σε κάθε περίπτωση, η ελάφρυνση θα αφορά αποκλειστικά και µόνο τους µισθωτούς που εργάζονται µε πλήρη απασχόληση. Οι εργοδότες δεν θα έχουν αυτήν την ελάφρυνση για τους εργαζόµενους τους οποίους απασχολούν µε καθεστώς µερικής απασχόλησης.
Ο στόχος είναι προφανής και διπλός: το µέτρο να λειτουργήσει ως ισχυρό «πριµ» για την πλήρη απασχόληση και κίνητρο για την ανακοπή της επέλασης των ευέλικτων µορφών εργασίας, όπως επίσης και ως αναπτυξιακό εργαλείο για τις επιχειρήσεις.
Ελάφρυνση 2,21%
Σήµερα, η συνολική επιβάρυνση από τις ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και εργαζοµένου φτάνει αθροιστικά στο 40,56%. Η αφαίρεση 0,9 ποσοστιαίων µονάδων το β' εξάµηνο του 2020 µεταφράζεται σε ελάφρυνση 2,21% του µη µισθολογικού κόστους που αφορά την ασφάλιση. Με τη συνολική αποµείωση των 5 µονάδων, το βασικό πακέτο κάλυψης θα κυµαίνεται πλέον από το 2023 και µετά στο 35,56%, δηλαδή θα υπάρξει σωρευτική ελάφρυνση 12,32% στο µη µισθολογικό κόστος.