Ο Ιωσήφ ήταν ο μικρότερος υιός του Ιακώβ ο οποίος όμως διώχθηκε από τα αδέλφια του λόγω της ενάρετης ζωής του και αρχικά τον έριξαν σ’ ένα λάκκο και προσπάθησαν να εξαπατήσουν το πατέρα τους χρησιμοποιώντας ένα ματωμένο ρούχο ότι δήθεν τον κατασπάραξε κάποιο θηρίο. Αφού δεν μπόρεσαν να εξαπατήσουν τον πατέρα τους, τον πούλησαν σε εμπόρους, οι οποίοι με την σειρά τους τον πούλησαν στον αρχιμάγειρα του βασιλιά της Αιγύπτου, τον Φαραώ Πετεφρή.
Εκεί ο Ιωσήφ αφού δεν ενέδωσε στις ερωτικές επιθυμίες της συζύγου του Πετεφρή, συκοφαντήθηκε από την ίδια και ο Φαραώ τον φυλάκισε. Κάποτε όμως ο Φαραώ είδε ένα παράξενο όνειρο και ζήτησε έναν ερμηνευτή. Ο Ιωσήφ ερμήνευσε ότι θα έλθουν στη χώρα επτά χρόνια ευφορίας και επτά ακαρπίας και λιμού.
Ο Φαραώ ευχαριστημένος και ενθουσιασμένος από τη σοφία του, έδωσε στον Ιωσήφ αξιώματα. Ο Ιωσήφ διαχειρίσθηκε άριστα την εξουσία και φρόντισε στα δύσκολα χρόνια του λιμού τον λαό.
Στα πρόθυρα του λιμού τα αδέρφια του που τον είχαν φθονήσει φανερώθηκαν μπροστά του ζητώντας βοήθεια. Εκείνος όχι μόνο δεν τους κρατούσε κακία, αλλά αντιθέτως τα συγχώρεσε και τα προσκάλεσε μόνιμα στην Αίγυπτο μαζί με τους γονείς του.
Στην λειτουργία της Μεγάλης Δευτέρας, περιλαμβάνεται και η ιστορία της «Καταραθείσης και Ξηρανθείσης Συκής».
Ο Χριστός περπατώντας στους δρόμους της Ιερουσαλήμ, την επομένη ημέρα της εισόδου του, είδε μια εύρωστη συκιά με παχύ φύλλωμα. Την πλησίασε με σκοπό να κόψει ένα σύκο. Η συκιά όμως δεν είχε καθόλου καρπούς.
Τότε ο Ιησούς είπε απευθυνόμενος στο δέντρο: «Μηκέτι εκ σου καρπός γένηται εις τον αιώνα και εξηράνθη παραχρήμα η συκή» (Ματθ.21:19). Η συκιά την ίδια στιγμή ξεράθηκε. Γι’ αυτό λέγεται «Καταραθείσα», δηλαδή καταραμένη και «Ξηρανθείσα», δηλαδή ξεραμένη.
Η ιστορία της άκαρπης συκιάς συμβολίζει την Συναγωγή των Εβραίων της εποχής και την ζωή του Ισραηλιτικού λαού που ήταν φαινομενικά ενάρετοι, αλλά πρακτικά άκαρποι από καλά έργα.