Η ανάλυση των επιστημονικών μελετών έγινε από τη συνεργασία των τριών πανεπιστημίων (Medical University of South Carolina, Columbia University New York, The John Hopkins University School of Medicine).
Πραγματοποιήθηκε συστηματική ανασκόπηση τεσσάρων βάσεων δεδομένων (PubMed, Scopus, Cochrane Library και Web of Science) και η νέα μελέτη δημοσιεύτηκε στις 4 Δεκεμβρίου στο διεθνές ιατρικό περιοδικό Int Forum Allergy Rhinol. Στις βάσεις αυτές υπήρχαν επιστημονικές μελέτες που περιείχαν :
Αντικειμενικά στοιχεία : Δείκτης άπνοιας - υποπνίας [AHI], δείκτης αναπνευστικής διαταραχής [RDI], μέτρηση οξυγόνου)
Και υποκειμενικά : (Epworth Sleepiness Scale [EpSS], Δείκτης ποιότητας ύπνου του Πίτσμπουργκ [PSQI], Κλίμακα σοβαρότητας κόπωσης [FSS]) παράμετροι ύπνου και μέτρα έκβασης που αναφέρονται σε συγκεκριμένους ασθενείς για τη νόσο (PROMs· 22-στοιχείο Sino-Ρινική Έκβαση Δοκιμή [SNOT-22], Ρινοεπιπεφυκίτιδα Ποιότητα Ζωής Ερωτηματολόγιο [RQLQ], Ρινική απόφραξη -Σύμπτωμα -Αξιολόγηση [NOSE]) συμπεριλήφθηκαν.
«Δεδομένο, σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, είναι ότι η ρινολογική ασθένεια μπορεί να είναι υπεύθυνη για τα συστημικά συμπτώματα που επηρεάζουν τη διάθεση, τη γνωστική λειτουργία, και τον ύπνο» ανέφερε ο Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος Μηνάς Ν. Αρτόπουλος, Διευθυντής του Τμήματος Χειρουργικής Τραχήλου-Θυρεοειδούς της ΩΡΛ κλινικής του «ΜΗΤΕΡΑ» σχολιάζοντας τα νέα δεδομένα και πρόσθεσε:
«Δεν ήταν όμως σαφές μέχρι σήμερα αν η διαταραχή του ύπνου οφειλόταν σε συγκεκριμένες ρινολογικές ασθένειες (χρόνια ρινίτιδα [CRS], ρινίτιδα και ρινική διαφράγματη απόκλιση [NSD]) ή σε άλλους μηχανισμούς. Στην ανάλυση των επιστημονικών μελετών οι ερευνητές εξέτασαν τον αντίκτυπο της CRS, ρινίτιδα, και NSD με βάση αντικειμενικές και υποκειμενικές μετρήσεις της ποιότητας του ύπνου και έκαναν συγκρίσεις με τους συνήθεις ελέγχους για τους ασθενείς με γνωστή αποφρακτική άπνοια ύπνου (OSA)».
Η αναζήτηση βάσης δεδομένων απέφερε 1414 μοναδικά άρθρα, εκ των οποίων τα 103 συμπεριλήφθηκαν για ανάλυση. Τα αντικειμενικά κριτήρια κατέδειξαν ήπια έως μέτρια OSA στις νόσους που μελετήθηκαν: AHI: CRS (10,4 ± 11,5), ρινίτιδα (8,6 ± 8,8) και NSD (13,0 ± 6,9). Υπήρξαν σημαντικές διαφορές σε σύγκριση με τους αναφερόμενους κανόνες σε όλα τα μετρούμενα αποτελέσματα (p < 0,001).)
Το συμπέρασμα της ανασκοπικής μελέτης είναι ότι η ποιότητα του ύπνου σαφώς επηρεάζεται από τα ρινικά προβλήματα. Υπάρχει ένα ήπιο έως μέτριο αποφρακτικό αποτέλεσμα που συμβάλει στον κακό ύπνο, αλλά μπορεί να εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες που τον επιδεινώνουν.
«Για το λόγο αυτό τις περιόδους όπου εχουμε εξάρση των παθήσεων της ρινικής κοιλότητας ( π. χ χειμερινούς μήνες ) θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όσον αφορά τις ασθένειες αυτές, αλλά και οι χρόνια πάσχοντες να ακολουθούν πιστά τις οδηγίες του γιατρού τους και την φαρμακευτική τους αγωγή» κατέληξε ο κ. Αρτόπουλος.