Το σαν είναι παρομοιαστικό μόριο. Χρησιμοποιείται δηλαδή σε παρομοιώσεις, όταν θέλουμε να δηλώσουμε ότι κάτι μοιάζει με κάτι άλλο. Π.χ. Ο τραυματισμένος στρατιώτης ούρλιαξε σαν πληγωμένο θηρίο.
Το σαν ωστόσο χρησιμοποιείται πολλές φορές λανθασμένα στο λόγο, με συνέπεια την αλλαγή του νοήματος. Έτσι λοιπόν λέμε: O σεισμός είχε σαν επίκεντρο τη Λάρισα και αυτό σημαίνει ότι η Λάρισα δεν ήταν πράγματι το επίκεντρο του σεισμού. Για να είναι σωστή νοηματικά η πρόταση θα πρέπει να πούμε, ο σεισμός είχε επίκεντρο τη Λάρισα.
Ένα άλλο συχνό λάθος με το σαν είναι όταν το χρησιμοποιούμε για να αποδώσουμε ιδιότητα. Έτσι λοιπόν λέμε λανθασμένα, διορίστηκε σαν καθηγητής στην Κρήτη. Αυτό σημαίνει ότι δεν ήταν καθηγητής στην Κρήτη, το σωστό θα ήταν να πούμε διορίστηκε καθηγητής στην Κρήτη παραλείποντας το σαν.
Άλλο ένα παράδειγμα λανθασμένης χρήσης είναι όταν π.χ. λέμε, οι τουλίπες έχουν σαν πατρίδα την Ολλανδία. Το σωστό θα ήταν να πούμε οι τουλίπες έχουν πατρίδα την Ολλανδία.
Όμως διάκριση πρέπει να γίνεται και μεταξύ του σαν και του ως, μόρια τα οποία σημασιολογικά δεν συμπίπτουν. Έτσι λοιπόν όταν λέμε, μιλάει σαν αυθεντία, εννοούμε ότι δεν είναι αυθεντία, ενώ όταν λέμε μιλάει ως αυθεντία εννοούμε ότι πράγματι είναι αυθεντία. Όταν επίσης λέμε, συνέστησε το φάρμακο σαν γιατρός, εννοούμε ότι δεν ήταν γιατρός, ενώ αν πούμε συνέστησε το φάρμακο ως γιατρός εννοούμε ότι ήταν πράγματι γιατρός.
Ένα άλλο παράδειγμα λανθασμένης αντικατάστασης του σαν με το ως είναι το εξής: Εργάστηκε σαν γιατρός αλλά σταδιοδρόμησε σαν ερευνητής. Το σωστό θα ήταν να πούμε εργάστηκε ως γιατρός αλλά σταδιοδρόμησε ως ερευνητής.
Περιττή ωστόσο είναι η χρήση του σαν και του ως μετά το ρήμα έχω: Έτσι π.χ. λέμε είχα σαν καθηγητή τον κ. Παπαδόπουλο. Είτε λέμε, είχα ως καθηγητή τον κ. Παπαδόπουλο. Το σωστό θα ήταν η παράλειψη και του σαν και του ως λέγοντας, είχα καθηγητή τον κ. Παπαδόπουλο.