Σε ότι αφορά το μεταναστευτικό στην Ευρώπη, η Αναλένα είπε τα εξής: «Μια ελεύθερη Ευρώπη φυσικά και χρειάζεται ασφαλή εξωτερικά σύνορα. Πρόκειται για ένα ευρωπαϊκό καθήκον και όχι κάτι που θα κάνουν μόνα τους μεμονωμένα κράτη μέλη». Πρόσθεσε επίσης ότι η Frontex dεν πρέπει απλώς να φυλάει τα σύνορα αλλά και να σώζει ζωές ανθρώπων που κινδυνεύουν».
Για τη χώρα μας, ωστόσο, τόνισε ότι θα πρέπει να έχουμε την βοήθεια και των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών σε ότι το μεταναστευτικό: «Οι άλλες ευρωπαικές χώρες δεν πρέπει να αφήσουν μόνη της Ελλάδα να υπερασπιστεί τον εαυτό της στο μεταναστευτικό».
Από την πλευρά του, ο Λάσετ υποστήριξε ότι, η Γερμανία δεν μπορεί να λύσει μόνη της το πρόβλημα των προσφύγων και χρειάζεται μια πανευρωπαϊκή λύση ενώ ο Σολτς ζήτησε επίσης έναν δίκαιο μηχανισμό κατανομής των προσφύγων εντός της ΕΕ.
Kαι οι τρεις πάντως συμφώνησαν ότι η Γερμανία θα πρέπει να έχει σαφή φιλευρωπαϊκό προσανατολισμό, καθώς και να προσδοκά στενή ευρωατλαντική συνεργασία με τον 46ο Αμερικανό πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν.
Σε ότι αφορά την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 2% του ΑΕΠ που έχει το ΝΑΤΟ για τις χώρες-μέλη του που δεν ικανοποιείται ακόμη από τη Γερμανία, η οποία βρίσκεται στο 1,5% του ΑΕΠ, η πράσινη υποψήφια καγκελάριος Μπέρμποκ χαρακτήρισε «ανόητη» την προσήλωση στον συγκεκριμένο στόχο.
Για τον μερκελικό - Χριστιανοδημοκράτη Άρμιν Λάσετ, η απόφαση του ΝΑΤΟ με τη συμφωνία της Γερμανίας «παραμένει στόχος και για την επόμενη κυβέρνηση».
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Σοσιαλδημοκράτης, Όλαφ Σολτς, ο οποίος θεωρεί ότι το Βερολίνο σε καλό δρόμο για να υλοποιήσει τον νατοϊκό στόχο.
Και οι τρεις υποψήφιοι για την Καγκελαρία σχολίασαν την ομοφωνία των αποφάσεων στην ΕΕ.
Η Αναλένα Μπέρμποκ υποστήριξε ένθερμα τις «αποφάσεις πλειοψηφίας παντού» ακόμα και με αλλαγή της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Ο Σολτς υποστήριξε τις αποφάσεις πλειοψηφίας, ώστε «να μιλάμε με μία φωνή στο Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών αλλά και σε άλλους τομείς, όπως στο Συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών».
Για τον Λάσετ, η κατάργηση της ομοφωνίας πρέπει να εφαρμοστεί κυρίως στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφαλείας της ΕΕ.