Νέα μελέτη από την Πολωνία που αξιολόγησε δεδομένα 492 συμμετεχόντων αυτοπροσδιοριζόμενων ως διστακτικών ή αρνητών του εμβολιασμού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αρνητές του εμβολίου κατά του νέου κορωνοϊού διακατέχονται κατά κύριο λόγο από μια γενικότερη αρνητική στάση απέναντι στα εμβόλια.
Η μελέτη διεξήχθη από τους ερευνητές του Πανεπιστημίου Jagiellonian, στην Κρακοβία και του Πανεπιστημίου SWPS στο Βρότσλαβ και δημοσιεύθηκε στο Social Psychological Bulletin.
Οι απόψεις των ανθρώπων σταχυολογήθηκαν στο πλαίσιο συνεδρίου όπου οι αντιτιθέμενοι με τον εμβολιασμό παρουσίασαν τις θέσεις τους. Παρότι συχνά ανέφεραν ότι οι απόψεις τους πήγαζαν από δικές τους προσωπικές αρνητικές εμπειρίες με τον εμβολιασμό, όταν τους ζητήθηκε να αναπτυξουν το σκεπτικό τους ήταν αρκετά ασαφείς.
Πολλοί ανέφεραν ότι δεν μπορούσαν να θυμηθούν την πηγή της πληροφόρησής τους , ενώ άλλοι απέδωσαν τον αυτισμό, τις αλλεργίες ή τις παιδικές ασθένειες στα εμβόλια, παρά την απουσία στοιχείων ενός τέτοιου συσχετισμού.
Αυτά τα περιστατικά ερμηνεύονται βάσει της έμφυτης τάσης του ανθρώπου να συγκρατεί ό,τι αρνητικό είδε ή διάβασε, ακόμη και φευγαλέα στο διαδίκτυο.
Οι ερευνητές εξηγούν ότι οι αρνητές τείνουν να επιλέγουν τις πληροφορίες που ουσιαστικά επιβεβαιώνουν τις προκαταλήψεις τους, αποφεύγοντας τις πληροφορίες που ειναι ενδεικτικές εναλλακτικών απόψεων και ερμηνειών.
Επομένως μια προυπάρχουσα αρνητική στάση απέναντι στα εμβόλια οδηγεί τα άτομα στην ερμηνεία των αρνητικών συμπτωμάτων ως συνεπειών των εμβολίων ενισχύοντας περαιτέρω την αρνητική τους στάση.
Η ερευνητική ομάδα υπενθυμίζει επίσης ότι όταν δίδονται παρόμοιες πληροφορίες από πολλές πηγές, οι άνθρωποι τείνουν να ξεχνούν την αρχική πηγή της πληροφόρησης, συγχέοντάς την συχνά με τη δική τους εμπειρία ή εκείνες των κοντινών τους ανθρώπων. Ακολούθως στρέφονται για άλλη μια φορά σε μια νέα πηγή (παρα)πληροφόρησης.
Συμπερασματικά, οι αρνητές των εμβολίων πιστεύουν ότι τα εμβόλια προκαλούν σοβαρές παρενέργειες, δεν προστατεύουν το άτομο και την κοινωνία από μολυσματικές ασθένειες και δεν έχουν δοκιμαστεί επαρκώς πριν από την έναρξη του εμβολιαστικού προγράμματος. Επίσης είναι πεπεισμένοι ότι οι ηγέτες των αντιεμβολιαστικών κινημάτων είναι καλύτερα ενημερωμένοι για τα εμβόλια από τους επιστήμονες και ότι αυτοί ενεργούν ουσιαστικά προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος.
Ενδιαφέρον προκαλεί ωστόσο το γεγονός ότι συγκριτικά με την ομάδα ατόμων που αυτοαποκαλούνται διστακτικοί, οι αρνητές των εμβολίων ήταν πιο πιθανό να τρέφουν ελπίδες για την δυνατότητα της σύγχρονης ιατρικής να χειριστεί την επιδημία!
Εν τω μεταξύ, όσοι αμφιταλαντεύονταν αναφορικά με τον εμβολιασμό δήλωναν ωστόσο, ότι είχαν εμπιστοσύνη στην αποτελεσματικότητα των εμβολίων, καθώς και στην καταλληλότητα της προηγειθείσας του εμβολιασμού έρευνας. Από την άλλη μεριά ήταν ιδιαίτερα επιρρεπείς στις δηλώσεις του αντιεμβολιαστικού κινήματος αναφορικά με τις παρενέργειες και τη «συνωμοσία των μεγάλων φαρμακευτικών εταιριών». Επιπρόσθετα είναι πολύ πιθανό να γίνουν αρνητές του εμβολίου εάν τους παρουσιάζονταν καλά προετοιμασμένα επιχειρήματα.
Συμπερασματικά, οι επιστήμονες σημειώνουν ότι τα υπάρχοντα στοιχεία είναι μάλλον απογοητευτικά αναφορικά με την πιθανότητα αλλαγής της στάσης των αρνητών του εμβολίου και, συνεπώς, προτείνουν να καταβληθούν προσπάθειες για να μεταπείσουν όσουν αμφιταλαντεύονται, ώστε να μειωθούν οι ανησυχίες τους σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις του εμβολισμού. Προτείνουν επίσης να δοθεί έμφαση σε κοινωνικά επιχειρήματα σχετικά με τους λόγους που συνιστάται ο εμβολιασμός από τον ιατρικό κόσμο, προκειμένου να ενισχυθούν τα θετικά σημεία της στάσης τους.