Πριν από την πλήρη καθιέρωση του smokejumping, πειράματα με την εισαγωγή αλεξιπτωτιστών δασοπυροσβεστών πραγματοποιήθηκαν το 1934 στη Γιούτα και στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Νωρίτερα, είχαν διεξαχθεί πειράματα αεροπυρόσβεσης με εναέρια παράδοση εξοπλισμού και “βόμβες νερού”. Αν και το πρώτο αυτό πείραμα δεν συνεχίστηκε, ένα άλλο ξεκίνησε το 1939 στην κοιλάδα Methow της Ουάσιγκτον, όπου επαγγελματίες αλεξιπτωτιστές έκαναν άλματα σε μια ποικιλία δασικών και ορεινών περιοχών, αποδεικνύοντας τη χρησιμότητα της ιδέας. Όπως αναφέρει το National Geographic, το πρώτο επίσημο άλμα πυρόσβεσης, πραγματοποιήθηκε το 1940. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, περίπου 240 εργαζόμενοι από στρατόπεδα της Πολιτικής Δημόσιας Υπηρεσίας εργάστηκαν ως smokejumpers.
Οι smokejumpers είναι οι πρώτοι που φτάνουν στο σημείο όταν ξεσπούν πυρκαγιές σε απομακρυσμένες περιοχές. Όταν ένας κεραυνός -ή ένας απρόσεκτος κατασκηνωτής- πυροδοτεί μια πυρκαγιά σε ένα απομακρυσμένο μέρος, οι smokejumpers πέφτουν με αλεξίπτωτο για να την σβήσουν.
Παρά τη φαινομενικά επικίνδυνη φύση του, τα θανατηφόρα ατυχήματα είναι σπάνια. Οι τραυματισμοί κατά την πτώση είναι επίσης σπάνιοι και οι smokejumpers λαμβάνουν προφυλάξεις πριν αποφασίσουν αν θα αντιμετωπίσουν μια συγκεκριμένη πυρκαγιά.
Όταν ηχήσει η σειρήνα, οι smokejumpers μαζεύουν τον εξοπλισμό τους και πηδούν σε ένα αεροπλάνο. Ένας καθορισμένος παρατηρητής- δηλαδή ένας πολύ έμπειρος smokejumper- «σκανάρει» το έδαφος για να βρει ένα ασφαλές μέρος να προσγειωθούν.
Στη συνέχεια, το πλήρωμα του αεροσκάφους που βρίσκεται από πάνω τους, τους ρίχνει προμήθειες με αλεξίπτωτο. Εκτός από τα εργαλεία πυρόσβεσης, οι αλεξιπτωτιστές-δασοπυροσβέστες χρειάζονται τρόφιμα, νερό και άλλα εφόδια, ώστε να μπορούν να εργαστούν χωρίς περαιτέρω υποστήριξη για έως και τρεις ημέρες.
Για να σταματήσουν μια πυρκαγιά όταν δεν υπάρχουν πυροσβεστικοί κρουνοί ή οχήματα για την παροχή νερού, οι smokejumpers δημιουργούν μια αντιπυρική ζώνη κόβοντας δέντρα και θάμνους και σκάβοντας μεγάλες τάφρους στο έδαφος μπροστά από την κατεύθυνση που κινείται η φωτιά. Η διαδικασία αυτή σταματά την πορεία της, εμποδίζοντας την εξάπλωσή της και την πρόκληση μεγαλύτερης ζημιάς.
Για να προσληφθεί κάποιος ή κάποια ως smokejumper, θα πρέπει να έχει ήδη εμπειρία στην καταπολέμηση πυρκαγιών στο έδαφος. Οι νεοσύλλεκτοι πρέπει να γνωρίζουν ήδη πώς να χρησιμοποιούν τα εργαλεία πυρόσβεσης, να βρίσκονται σε άριστη φυσική κατάσταση και να μπορούν να παραμείνουν ήρεμοι κάτω από έντονο στρες.
Κατά τη διάρκεια της εαρινής εκπαίδευσης, οι smokejumpers θα πρέπει να περάσουν ένα τεστ φυσικής κατάστασης και να είναι σε θέση να μεταφέρουν ένα σακίδιο 50 κιλών, για 4,8 χιλιόμετρα μέσα σε 90 λεπτά. Εκπαιδεύονται επίσης σε άλματα, σε ασφαλείς προσγειώσεις και εκμάθηση ελιγμών με αλεξίπτωτο.
Οι smokejumpers μαθαίνουν επίσης πώς να παρέχουν επείγουσα ιατρική περίθαλψη, αλλά και να ράβουν, αφού είναι υπεύθυνοι για τη συντήρηση των δικών τους αλεξιπτώτων, των σάκων εξοπλισμού και των στολών τους.
Σήμερα, smokejumpers υπάρχουν στη Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά και οι περισσότεροι εργάζονται από τα τέλη της άνοιξης έως τις αρχές του φθινοπώρου.