Τα αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης επιδεινώνουν την κατάσταση των ασθενών που έχουν μολυνθεί με τον ιό της γρίπης σύμφωνα με νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Ιλινόις που δημοσιεύθηκε στο Journal of Immunology. Η μελέτη διεξήχθη σε πειραματόζωα καιη είναι η πρώτη που συνδέει τη χοληστερόλη στη διατροφή με την έξαρση μιας ιογενούς λοίμωξης.
Προηγουμένως, οι επιστήμονες συνέδεαν τις δίαιτες με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και την αυξημένη χοληστερόλη στο αίμα με αυξημένη ευαισθησία σε λοιμώξεις και μειωμένη ανοσολογική απόκριση. Για παράδειγμα, η παχυσαρκία είναι ένας πολύ γνωστός παράγοντας κινδύνου για σοβαρή νόσηση με κορωνοϊό ή γρίπη. Ωστόσο, λίγες μελέτες έχουν διερευνήσει τη συμβολή και την επίδραση της χοληστερόλης σε αυτές τις λοιμώξεις.
«Γνωρίζαμε ότι τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης στον ορό μπορούν να οδηγήσουν σε υψηλότερο κίνδυνο σήψης σε περιπτώσεις γρίπης και ότι οι στατίνες – φάρμακα που μειώνουν τη χοληστερόλη – μπορούν να βελτιώσουν την επιβίωση των ασθενών κατά τη διάρκεια της πνευμονίας από γρίπη ή λοίμωξη Covid-19. Αλλά δεν ήταν σαφές εάν ή πώς εμπλέκεται η διατροφική χοληστερόλη», δήλωσε η Allison Louie, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και διδακτορική φοιτήτρια στο Πρόγραμμα Νευροεπιστημών στο Ιλινόις.
Η χοληστερόλη είναι απαραίτητη στον οργανισμό. Είναι μέρος των κυτταρικών μεμβρανών, και βοηθά την παραγωγή ορμονών και βιταμίνης D και επιτρέπει την εύρυθμη λειτουργία των ανοσοκυττάρων. Μάλιστα είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι για τα υγιή άτομα, η διατροφική χοληστερόλη δεν επηρεάζει ουσιαστικά τα επίπεδα χοληστερόλης στην κυκλοφορία ούτε αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Στην περίπτωση ωστόσο μιας λοίμωξης η μελέτη στα πειραματόζωα έδειξε ότι η διατροφική χοληστερόλη μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Η Δρ Louie, μαζί με τους συν-συγγραφείς Andrew Steelman και Joseph Tingling, τάιζαν τα πειραματόζωα με μια τυπική τροφή τρωκτικών ή μια ίδια δίαιτα συμπληρωμένη κατά με 2% με χοληστερόλη. Μετά από πέντε εβδομάδες, τα ποντίκια μολύνθηκαν με το ιό της γρίπης Α προσαρμοσμένο σε ποντίκια. Η ερευνητική ομάδα παρακολούθησε την εξέλιξη της νόσου, συμπεριλαμβανομένης της απώλειας βάρους, της πρόσληψης τροφής και της συμπεριφοράς των ασθενών. Παρακολούθησαν επίσης τα επίπεδα χοληστερόλης στον ορό και τις ανοσολογικές αποκρίσεις και μέτρησαν το ιικό φορτίο στους πνεύμονες σε πολλαπλά χρονικά σημεία κατά τη διάρκεια της λοίμωξης.
«Σε τέσσερις κοόρτες, τα ποντίκια που τρέφονταν με χοληστερόλη είχαν σταθερά υψηλότερη νοσηρότητα», είπε η Δρ Louie, καθώς και μεγαλύτερη απώλεια βάρους και βαρύτερη νόσηση.
Επειδή οι ιοί χρειάζονται χοληστερόλη για την είσοδο του στα κύτταρα και την αναπαραγωγή τους, υπήρχε πιθανότητα η υψηλή σε χοληστερόλη διατροφή να αυξάνει το ιικό φορτίο στους πνεύμονες. Αλλά οι ερευνητές δεν έκαναν τελικά αυτή τη διαπίστωση.
Με άλλα λόγια δεν διαπιστώθηκε διαφορά στο ιικό φορτίο στους πνεύμονες των δύο ομάδων ποντικών.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια που τρέφονταν με δίαιτα υψηλής χοληστερόλης ήταν πιο άρρωστα επειδή το ανοσοποιητικό τους σύστημα επιβαρύνθηκε σημαντικά. Η υψηλή χοληστερόλη οδήγησε σε αύξηση των ανοσοκυτάρων που παράγουν κυτοκίνες στους πνεύμονες. Σύμφωνα με τους ερευνητές η βαριά κλινική εικόνα των ποντικιών οφειλόταν στην αύξηση των κυτοκινών στους πνεύμονες.
Οι επιπτώσεις της υψηλής χοληστερόλης συνεχίστηκαν επι μακρό χρονικό διάστημα και μετά την διακοπή αυτής της διατροφής. Οι ερευνητές πήραν ποντίκια που κατανάλωναν αρχικά δίαιτα υψηλής χοληστερόλης και τους χορήγησαν κανονική διατροφή για πέντε εβδομάδες. Όταν αυτά τα ποντίκια εκτέθηκαν στη γρίπη, εξακολουθούσαν να νοσούν βαρύτερα από τα ποντίκια που δεν είχαν κάνει ποτέ δίαιτα με υψηλή χοληστερόλη.
Παραδόξως, οι φλεγμονώδεις αλλαγές στους πνεύμονες ήταν ανιχνεύσιμες σε ποντίκια που είχαν τραφεί με διατροφή υψηλής περιεκτικότητας σε χοληστερόλη ακόμη και πριν μολυνθούν από γρίπη. Οι ερευνητές επομένως καλούνται να διερευνήσουν πώς αυξηθηκε η φλεγμονή στους πνεύμονες πριν από τη μόλυνση.