Με άρθρο του ο κ. Τόμσεν επιχειρεί να βάλει «φρένο» στις προσπάθειες τόσο κυβερνητικών κύκλων, όσο και της Ευρωζώνης να στοχοποιήσουν τον ίδιο και το Ταμείο ως τους «κακούς» της διαπραγμάτευσης που ζητούν πολλά και σκληρά μέτρα. Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ επιχειρηματολογεί γιατί πρέπει η Ελλάδα να προχωρήσει στην περικοπή συντάξεων, ώστε να καταστήσει βιώσιμο το ασφαλιστικό της σύστημα και επειδή απαιτούνται μέτρα της τάξης του 4%-5% του ΑΕΠ (8-9 δισ. ευρώ) για να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι έως το 2018, ενώ παράλληλα καλεί και την Ευρωζώνη να κλείσει οριστικά το θέμα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Επί της ουσίας το εν λόγω άρθρο-παρέμβαση επιδιώκει να αντιστρέψει το «παιχνίδι ευθυνών» (blame game) που εκτυλίσσεται τις τελευταίες ημέρες, κάνοντας λόγο για «δύσκολες επιλογές που πρέπει να γίνουν» από όλες τις πλευρές.
Σε ό,τι αφορά το τι πρέπει να κάνει η ελληνική κυβέρνηση, ο κ. Τόμσεν αναφέρει αρχικά ότι το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα παραμένει σε οικονομικά απλησίαστα και γενναιόδωρα επίπεδα. Στη συνέχεια συγκρίνει την Ελλάδα με τη Γερμανία (όπου οι συντάξεις είναι στα ίδια επίπεδα, αν και οι μισθοί είναι διπλάσιοι στη Γερμανία), αναφέροντας ότι ο ελληνικός προϋπολογισμός χρειάζεται να μεταφέρει περίπου το 10% του ΑΕΠ για να καλύψει το μεγάλο κενό στο ασφαλιστικό σύστημα, σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 2,5 τοις εκατό.
Παραδέχεται ότι υπάρχει κάποιο περιθώριο για λήψη άλλων μέτρων (φορολογία ή άλλες περικοπές δαπανών) αντί της μείωσης συντάξεων, αλλά σημειώνει ότι το περιθώριο αυτό είναι «πολύ περιορισμένο». Και αυτό επειδή το μεγαλύτερο μέρος των άλλων δαπανών έχει ήδη κοπεί δραστικά στην προσπάθεια να προστατευτούν οι συντάξεις και οι κοινωνικές παροχές, ενώ «η δυστοκία στη διεύρυνση της βάσης και στη βελτίωση της συμμόρφωσης έχει ήδη προκαλέσει μεγάλη εξάρτηση από υψηλούς φορολογικούς συντελεστές». Και προσθέτει ότι για να πετύχει η Αθήνα τον «φιλόδοξο μεσοπρόθεσμο στόχο της» για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ «θα πρέπει να πάρει μέτρα της τάξης περίπου του 4%-5% του ΑΕΠ», καταλήγοντας ότι «δεν μπορούμε να δούμε πώς μπορεί να το πετύχει αυτό η Ελλάδα χωρίς σημαντικές εξοικονομήσεις στις συντάξεις».
Επίσης, ο κ. Τόμσεν παραδέχεται ότι η κυβέρνηση έχει δίκιο να επισημαίνει ότι «οι συντάξεις στην Ελλάδα έχουν μια ευρύτερη κοινωνική λειτουργία. Ομως, η χρήση των συντάξεων με τον τρόπο αυτό δεν αποτελεί βιώσιμη λύση. Αυτό που χρειάζεται –και που είναι κάτι που το ΔΝΤ υποστηρίζει– είναι ένα σύγχρονο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας που είναι μεσοπρόθεσμα βιώσιμο».
Μεταρρυθμίσεις
Στο πλαίσιο αυτό θέτει και θέμα αλλαγής των δημοσιονομικών στόχων, αλλά παραπέμπει στην Ευρωζώνη και στην ελάφρυνση του χρέους. Στο ερώτημα κατά πόσον ένας μικρότερος στόχος θα μπορούσε να κάνει την απαραίτητη ασφαλιστική μεταρρύθμιση λιγότερο απαιτητική, ο ίδιος απαντά ότι αυτό αποτελεί ένα «επίμαχο θέμα ανάμεσα στους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, κατά ένα μέρος γιατί αρκετοί εταίροι είναι αναγκασμένοι να έχουν παρόμοια υψηλά πλεονάσματα για να διατηρήσουν τη βιωσιμότητα του χρέους τους, και κατά ένα άλλο μέρος γιατί ορισμένες από τις χώρες που στην πραγματικότητα θα κληθούν να πληρώσουν την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους είναι πιο φτωχές από την Ελλάδα και πληρώνουν λιγότερο γενναιόδωρες συντάξεις στους δικούς τους λαούς».
Το ΔΝΤ, υποστηρίζει ο κ. Τόμσεν, «είναι διατεθειμένο να εργαστεί με τον συνδυασμό μεταρρυθμίσεων και ελάφρυνσης του χρέους που μπορεί να συμφωνηθεί μεταξύ της Ελλάδας και των Ευρωπαίων εταίρων της. Ομως, και πάλι τα νούμερα πρέπει να βγαίνουν». Ασκεί κριτική, σημειώνοντας ότι ακόμα δεν έχουν δει στο ΔΝΤ ένα αξιόπιστο σχέδιο για τον τρόπο που η Ελλάδα θα πετύχει τον πολύ φιλόδοξο μεσοπρόθεσμο στόχο του πλεονάσματος, ο οποίος είναι το κλειδί και για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους, ενώ προσθέτει ότι ένα σχέδιο που είναι βασισμένο σε υπερβολικά αισιόδοξες παραδοχές «σύντομα θα προκαλέσει την επανεμφάνιση φόβων για την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και θα καταπνίξει το επενδυτικό κλίμα».