Από την εξέλιξη της συζήτησης, πάντως, ειδικά από το βράδυ της Παρασκευής με αφορμή την κατάθεση σχετικής τροπολογίας, πολλές και έντονες συζητήσεις εξελίσσονται σχετικά με το ζήτημα του «παγώματος» μισθολογικών «ωριμάνσεων» στα ειδικά μισθολόγια. Οι συγκυβερνώντες ΑΝΕΛ εμφάνισαν εαυτούς να αντιδρούν στη ρύθμιση και «ξαφνικά» το συγκεκριμένο θέμα απέκτησε χαρακτήρα ειδικού ενδοκυβερνητικού ενδιαφέροντος – εξέλιξη η οποία όπως σχολιάζεται στο Περιστύλιο λειτουργεί επικοινωνιακά υπέρ της κυβέρνησης: Αρκετοί ασχολούνται με το συγκεκριμένο «αγκάθι», αφήνοντας μάλλον σε δεύτερο πλάνο όλα τα μείζονα και κοινωνικά επώδυνα άλλα ζητήματα. Στο ίδιο πλαίσιο, δηλαδή της επικοινωνιακής προσπάθειας να απαλυνθούν οι αρνητικές για το πολιτικό προφίλ της κυβέρνησης προωθούμενες ρυθμίσεις, εντάσσονται και ορισμένοι άλλοι τακτικισμοί στο παρασκήνιο: μεταξύ αυτών και η διαρροή φημών από το πρωί, πως ο πρωθυπουργός ετοιμάζεται να προβεί σε μια «πολύ καλή ανακοίνωση». Σύμφωνα με ορισμένους θα αφορά ενδεχομένως το ζήτημα του ΕΚΑΣ.
Στη σκιά αυτών, η συνεχιζόμενη από το πρωί του Σαββάτου συζήτηση στην Ολομέλεια, φάνηκε να θυμίζει διαδικασία για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση: τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ επαναλαμβάνουν πολλές φορές το συνολικό ισχυρισμό ότι για όλα ευθύνονται οι προηγούμενες κυβερνήσεις και συνεπώς πρέπει να συνεχιστεί η σημερινή πολιτική.
Στον αντίποδα, στο μεγαλύτερο τμήμα της η αντιπολίτευση, ειδικότερα δε η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, επισημαίνουν πως για τα σημερινά αδιέξοδα και τα σκληρά μέτρα, την απόλυτη ευθύνη έχει η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τους κακούς χειρισμούς των τελευταίων μηνών. Γι’ αυτό ζητούν και την παραίτησή της. Στο διά ταύτα, με άλλα λόγια, εκείνο το οποίο «συζητείται» είναι το ποιός διαθέτει την καλύτερη για τη χώρα και την οικονομία κυβερνητική πρόταση.
Τούτων δοθέντων, όλα όσα ακούγονται στην Ολομέλεια, θυμίζουν εκείνα που λέγονταν όλα τα μνημονιακά χρόνια, απλώς με άλλους πρωταγωνιστές: Η επιχειρηματολογία υπουργών και βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, είναι σχεδόν πανομοιότυπη εκείνης που διέκρινε τον πολιτικό λόγο των προκατόχων τους – στελεχών προηγούμενων κυβερνήσεων. Από την άλλη, η αντιπολίτευση στις φραστικές επιθέσεις της έχει πολλά στοιχεία που θυμίζουν τον αντιπολιτευτικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ.
Ετσι, οι της σημερινής συγκυβέρνησης λένε πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση έναντι των δικών τους επιλογών, και πως είναι «εθνική υπόθεση» η υποστήριξη των νομοθετημάτων, ενόψει κρίσιμων ευρωσυνεδριάσεων. Στην απέναντι όχθη, η σημερινή αντιπολίτευση κάνει λόγο για επικίνδυνες και αδιέξοδες κυβερνητικές επιλογές.
Στα αξιοσημείωτα της κοινοβουλευτικής διαδικασίας είναι, πάντως, και η καταιγίδα αλλαγών στις οποίες προβαίνουν σε διατάξεις επί διατάξεων οι υπουργοί, με τη μορφή «νομοτεχνικών βελτιώσεων».
Η συχνότητα και η πυκνότητα των αλλαγών είναι τέτοια που η «αποκωδικοποίησή» τους συνιστά εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, με ελαχίστους –πλην των υπουργών- να είναι σε θέση να γνωρίζουν τί επιχειρείται να «περάσει». Ορισμένες, όπως η επίσπευση στην επιβολή φόρων (μπύρα, Ιντερνετ) που είχε δρομολογηθεί αρχικώς για μεταγενέστερο χρόνο, είναι ενδεικτικά παραδείγματα του πόσα μπορούν να αλλάξουν, εν σχέσει με τα όσα ήταν ήδη γνωστά από προηγούμενα νομοσχέδια, αναφορικά με την εξέλιξη της δρομολογηθείσας φοροκαταιγίδας.
www.kathimerini.gr