λίγο πριν αναχωρήσει από την Ουάσιγκτον, όπου συμμετείχε στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Παράλληλα, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών παρότρυνε τον κ. Σαμαρά να συνεχίσει στην ίδια πορεία και εξέφρασε την ελπίδα να έχει την υποστήριξη της πλειοψηφίας των Ελλήνων, καθώς θα αρχίσουν να βλέπουν τα οφέλη.
Κλειδί οι μεταρρυθμίσεις
Ο ισχυρός άνδρας της γερμανικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας δήλωσε «ικανοποιημένος για την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές», αλλά ταυτόχρονα προειδοποίησε ότι δεν πρέπει η χώρα να επαναπαυθεί: «Ηταν το πρώτο τεστ για την Ελλάδα και η αντίδραση των αγορών ήταν πολύ θετική. Η χώρα σας θα αποκτήσει σταδιακά πρόσβαση στις διεθνείς αγορές. Βέβαια, θα χρειασθεί χρόνος, και εδώ ο κύριος κίνδυνος είναι ο εφησυχασμός. Αλλά η Ελλάδα και η Ευρώπη πρέπει να συνεχίσουν στη σωστή κατεύθυνση που κινούνται».
Η σύντομη συνομιλία, που έλαβε χώρα στο περιθώριο ομιλίας που εκφώνησε ο κ. Σόιμπλε στην Ουάσιγκτον, περιεστράφη και γύρω από την αμφισβήτηση της πολιτικής που ακολουθείται από τους αντιπάλους της κυβέρνησης, οι οποίοι δηλώνουν αποφασισμένοι να ανατρέψουν το μνημόνιο. Ακούγοντας τη σχετική ερώτηση ο Γερμανός υπ. Οικονομικών μειδίασε και επέλεξε να απαντήσει με την έκφραση στήριξης προς τη σημερινή κυβέρνηση. «Είμαι πεπεισμένος ότι ο πρωθυπουργός Σαμαράς και ο υπ. Οικονομικών Στουρνάρας αποδίδουν και φέρνουν αποτελέσματα και ελπίζω ότι ο κ. Σαμαράς θα συνεχίσει να πείθει την πλειοψηφία των Ελλήνων ότι αυτός είναι ο σωστός και ο καλύτερος δρόμος για την Ελλάδα». Μιλώντας για τα αίτια της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η Ελλάδα, ο κ. Σόιμπλε εστίασε στην απώλεια της ανταγωνιστικότητας, προχωρώντας και σε έναν ιστορικό παραλληλισμό με την πρώην Ανατολική Γερμανία: «Στην Ελλάδα συνέβη ό,τι και στην Ανατολική Γερμανία όταν εισαγάγαμε το γερμανικό μάρκο, το 1990. Σας θυμίζω ότι μέχρι τότε η οικονομία του κατεχόμενου από τη Σοβιετική Ενωση τμήματος της Γερμανίας ήταν η 11η στις στατιστικές του ΟΟΣΑ. Ομως, δεν ήταν ανταγωνιστική. Για να επιβιώσεις στην παγκοσμιοποιημένη αγορά χρειάζεται να έχεις ανταγωνιστική οικονομία. Αυτό ισχύει, φυσικά, και εντός της Ευρωζώνης».
«Ισως όλοι μας έχουμε υποτιμήσει τη μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο που ζούμε» τόνισε στην ομιλία του ο κ. Σόιμπλε, και πρόσθεσε: «Ο ανταγωνισμός, όχι μόνο σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις, αλλά και την προσφορά εργασίας, φθηνού και καλύτερα εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού, έχει ανατρέψει τα δεδομένα». Με αυτό το σκεπτικό υπογράμμισε ότι η λύση για την Ελλάδα, όπως και για την Ευρώπη γενικότερα, δεν είναι η νομισματική πολιτική και η παροχή ρευστότητας που, όπως σημείωσε, βοηθούν μόνο βραχυπρόθεσμα. Η μόνη λύση μακροπρόθεσμα είναι «η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας που μπορεί να διασφαλίσει την αύξηση της απασχόλησης και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου».
Ο Γερμανός υπ. Οικονομικών δήλωσε αισιόδοξος ότι η Ελλάδα «πάει καλά, καλύτερα από ό,τι αναμέναμε», και επικαλέσθηκε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τον τουρισμό. «Η Ελλάδα έχει πανέμορφα νησιά και ακτές, αλλά πριν από δύο χρόνια ο τουρισμός ήταν καταστροφή. Η χώρα ήταν πολύ ακριβή και όσοι πήγαιναν προς την Αν. Μεσόγειο κατέληγαν στην Τουρκία. Κι, όμως, πέρυσι, και αφού είχαν προηγηθεί οι περικοπές των μισθών, ήρθε η καλύτερη τουριστική χρονιά της Ελλάδας εδώ και δεκαετίες. Το κλειδί είναι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας. Φυσικά, αυτό πρέπει να γίνει με τρόπο που να είναι πολιτικά ανεκτός. Αυτή είναι η δημοκρατία. Γι' αυτό αναζητούμε τη σωστή ισορροπία. Αλλά είμαι αισιόδοξος ότι τα αποτελέσματα των επόμενων ευρωεκλογών και στην Ελλάδα θα είναι ενθαρρυντικά».
Η ομιλία του κ. Σόιμπλε εστίασε στη στενότερη εμπορική συνεργασία Αμερικής και Ευρώπης την οποία περιέγραψε ως κορυφαία αναγκαιότητα των καιρών, ενώ απαντώντας σε όσους μιλούν για προσπάθεια δημιουργίας μιας «γερμανικής Ευρώπης», ανέφερε ότι «η Γερμανία αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί από μόνη της να ηγηθεί της Ευρώπης αλλά χρειάζεται έναν αξιόπιστο εταίρο και αυτός είναι η Γαλλία».
Τέλος, τόνισε ότι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης δεν υπάρχουν πλέον αυτοκρατορίες και πως η αντιμετώπιση των προβλημάτων μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από κοινές δράσεις των δύο πυλώνων των ελεύθερων και δημοκρατικών κοινωνιών, που είναι οι ΗΠΑ και η Ευρώπη.
www.kathimerini.gr