Πέντε χρόνια εντός της κρίσης και ο χώρος του πολιτισμού είχε το δικό του μερίδιο στις ανατροπές. Θέατρο, μουσεία, εικαστικά, σινεμά, βιβλίο, μουσική, το ίδιο το υπουργείο Πολιτισμού, το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου είναι μερικοί από τους βασικούς τομείς στους οποίους εστιάσαμε. Δεν θα μπορούσε να είναι εξαντλητικός αυτός ο απολογισμός παρά μόνον ενδεικτικός. Και, όπως θα δείτε, δεν περιλαμβάνει αποκλειστικά και μόνον δυσάρεστες πλευρές. Οπως και, πέρα όμως από τις τέχνες καθεαυτές, συνέβη στο σώμα της Αθήνας: μετά τη φονική Marfin, η Σταδίου χτυπήθηκε ακόμα μία φορά, το 2012, με την καταστροφή του «Αττικόν» ― στο πλαίσιο των πολλών αναταραχών που ερήμωσαν τελικά το κέντρο. Κι όμως, μέσα σε αυτό το ζόρικο διάστημα ξεπήδησαν ομάδες, σύλλογοι, ιδιωτικές πρωτοβουλίες που επικεντρώθηκαν δημιουργικά στην προβληματική μας σχέση με τον δημόσιο χώρο. Η συζήτηση συνεχίζεται, ειδικά σήμερα, που όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά.
Υπουργείο Πολιτισμού
Αλλοτε με τον τουρισμό κι άλλοτε με την παιδεία
Στον καιρό του Μνημονίου ο πολιτισμός δυστυχώς περνάει σε δεύτερη μοίρα. Το υπουργείο Πολιτισμού «συμβίωσε» άλλοτε με τον τουρισμό κι άλλοτε με την παιδεία, όπως τώρα, θέτοντας τον πολιτισμό σε δεύτερη μοίρα. Η υποβάθμιση αυτή μόνο ευοίωνη δεν είναι, καθώς μεγεθύνει τα προβλήματα τα οποία είναι ήδη μεγάλα: η αποψίλωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και η συνένωση διοικητικών δομών όπως οι εφορείες, ο γλίσχρος προϋπολογισμός και η έλλειψη κονδυλίων, τα πρόσωπα σε κομβικές θέσεις που πηγαινοέρχονται σηματοδοτώντας και πολιτική αλλαγή είναι μερικά μόνο από τα αγκάθια του υπουργείου.
Ολα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την απουσία επαρκούς προσωπικού αυτή την πενταετία στις υπηρεσίες αλλά και το λουκέτο σε αίθουσες μουσείων, ακόμη και αρχαιολογικών χώρων, ιδιαίτερα της περιφέρειας που είναι η μεγάλη αδικημένη. Αδικημένος όμως αυτά τα χρόνια εμφανίζεται και ο σύγχρονος πολιτισμός (θέατρο, μουσική, χορός κ.ά.), με τον οποίο δεν ασχολήθηκε ουσιαστικά καμία πολιτική ηγεσία.
Η απεγνωσμένη προσπάθεια να βρεθούν έσοδα άφησε πίσω πολλά μέτωπα ανοιχτά, ενώ κανείς αυτή τη δύσκολη πενταετία δεν στράφηκε στον χορηγικό νόμο ο οποίος μπορεί να βελτιωθεί και να τροποποιηθεί προς άγραν χορηγιών που θα μπορούσαν να δώσουν ανάσα σε έναν χώρο που έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες του στο ΕΣΠΑ, δηλαδή στα ευρωπαϊκά κονδύλια.
ΓΙΩΤΑ ΣΥΚΚΑ
Κλασική μουσική
Χωρίς ιδιώτες χορηγούς αλλά με εθνικά σύνολα
Πέντε χρόνια κρίσης ανέδειξαν τις σύνθετες παθογένειες του χώρου της κλασικής μουσικής αλλά και τις δυνατότητες των Ελλήνων μουσικών. Η απόλυτη εξάρτηση των ορχηστρών από τα κρατικά ταμεία, η απροθυμία του κράτους να δεσμευτεί αναλαμβάνοντας συγκεκριμένες υποχρεώσεις και η διατήρηση ακατάλληλης νομοθεσίας επέτειναν προβλήματα κάθε είδους, από την αδυναμία πλήρωσης οργανικών θέσεων (ΚΟΑ) έως την προβληματική λειτουργία (Καμεράτα, Μουσικά Σύνολα Δήμου Αθηναίων) και οδήγησαν στο κλείσιμο συνόλων με σημαντική ιστορία (Μουσικά Σύνολα ΕΡΤ, Ορχήστρα των Χρωμάτων). Παράλληλα, η απόσυρση ιδιωτών χορηγών από τον χώρο περιόρισε αποφασιστικά τις μετακλήσεις διάσημων μουσικών συνόλων και αστέρων, συνεπώς και την προσέλκυση κοσμικού κοινού. Η κάθετη συρρίκνωση των δραστηριοτήτων του υπερχρεωμένου Μεγάρου Μουσικής Αθηνών επέτρεψε την ανάδειξη της προσφοράς των εθνικών συνόλων. Στην περίπτωση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής πρωτοφανής εξωστρέφεια και επιτυχημένη πολιτική προβολής προσέλκυσαν νέο κοινό, που γέμισε τις αίθουσες, επιτρέποντας τη χρηματοδότηση καλλιτεχνικού έργου. Ωστόσο, τα ουσιαστικά προβλήματα στη μουσική εκπαίδευση, η συστηματική δυσφήμηση της κλασικής μουσικής ως μη ανήκουσας «στην παράδοσή μας», παρότι η ιστορία της στον ελληνικό πολιτισμό μετράει πολύ περισσότερες δεκαετίες απ' ό,τι το ρεμπέτικο, η περιορισμένη προβολή της ακόμα και από το Τρίτο Πρόγραμμα και η υποβάθμισή της από το Φεστιβάλ Αθηνών δυσκολεύουν Ελληνες μουσικούς να προσελκύσουν ακροατήριο, παρά την ποιότητα αρκετών εκδηλώσεων.
ΝΙΚΟΣ Α. ΔΟΝΤΑΣ
Τηλεόραση
Σπασμοί που αντανακλούν την κρίση
Η απευθείας τηλεοπτική μετάδοση των εξαγγελιών του Καστελλόριζου θα μπορούσε να εκληφθεί και ως η έναρξη του πλέον δραματικού επεισοδίου μιας ιστορίας των εγχώριων μέσων, η οποία διήρκεσε ένα τέταρτο και πλέον του αιώνα, διαμορφώνοντας νοοτροπίες, αντιλήψεις, ήθη και συμπεριφορές καταναλωτών, ψηφοφόρων, αλλά και του εγχώριου πολιτικού προσωπικού. Στην τηλεόραση αντανακλώνται πλέον δραματικά οι στρεβλώσεις, όχι μόνο στη λειτουργία μιας πολύ τηλεοπτικής δημοκρατίας, η οποία διαμορφώθηκε στη σκιά ανεφάρμοστων νόμων και ενός ΕΡΤικού οικοδομήματος που συμπύκνωνε τα χειρότερα ελαττώματα του πελατειακού συστήματος και των σκανδαλωδών συνδικαλιστικών προνομίων, αλλά και σε έναν δημόσιο λόγο ο οποίος συντηρήθηκε στα τηλεοπτικά πάνελ με χαρακτηριστικό του την εκτόνωση της λαϊκής οργής.
Τα σημάδια της επερχόμενης τηλεοπτικής ασφυξίας, η οποία αντανακλούσε την οικονομική, είχαν ξεκινήσει να αποτυπώνονται ένα χρόνο πριν. Ηταν η κατάρρευση της διαφημιστικής αγοράς, ο αποδεκατισμός των δημοσιογραφικών ομάδων, η θεαματική συρρίκνωση της παραγωγής, έπειτα από μία εικοσαετία τρελής σπατάλης, με το «Νησί» του Mega (2010) να αποτελεί ένα είδος κύκνειου άσματος των ακριβών παραγωγών. Η επιτυχία ενός σίριαλ που λίγα χρόνια πριν ελάχιστους θα συγκινούσε θα μπορούσε να θεωρηθεί και η απαρχή σειράς συμβολικών τηλεοπτικών συμβάντων, τα οποία αντανακλούν τους σπασμούς του εγχώριου πολιτισμικού συστήματος.
Εκλεισε ένα, άνοιξαν δύο
Στο οριστικό κλείσιμο του καναλιού Alter αποτυπώνονται οι συνέπειες από την υπερβολική διόγκωση της τηλεοπτικής επιχειρηματικότητας σε μια αγορά όπου αποτυπωνόταν ανάγλυφο το εγχώριο οικονομικό παράδοξο. Ωστόσο, η παραδοξότητα αυτή δείχνει αντοχή, καθώς στη θέση του ενός καναλιού που έκλεισε εμφανίζονται δύο ακόμη, το «Ε» και το «Action 24», ενώ η αποχώρηση του γερμανικού RTL από τον Alpha, λόγω περιορισμού της αγοράς, σημαίνει απλώς επιστροφή του πρώην ιδιοκτήτη στο τιμόνι του. Ισχυρό του «χαρτί» για τη νέα τηλεοπτική εποχή, ο προπαγανδιστικός λαϊκισμός της λαζοπούλειας σάτιρας.
Ο κορυφαίος ωστόσο συμβολισμός της κατάρρευσης των ψευδαισθήσεων της εγχώριας, πολύ τηλεοπτικής δημοκρατίας υπήρξε η ακραία απόφαση του «μαύρου» στην ΕΡΤ, δύο χρόνια μετά την είσοδο της χώρας στο Μνημόνιο. Απόφαση με άμεση συνέπεια στην πολιτική σκηνή, καθώς διαλύθηκε η τριμερής συγκυβέρνηση. Επί των ημερών της πάντως, συντήρησε την πληγή του πελατειακού κλίματος και της πάγιας αντίληψης των συνδικαλιστών για μια ΕΡΤ των κομματικών εξαρτήσεων. Εξ ου και προχώρησαν σε μακρά περίοδο απεργιών, οι οποίες στέρησαν τις τελευταίες δυνάμεις της ΕΡΤ. Σε εκείνη πάντως την ΕΡΤ δείχνει ότι επανέρχεται και το νέο νομοσχέδιο.
Αλλωστε και οι απόπειρες της προσωρινής Δ.Τ. και ακολούθως της καθυστερημένης ανασύστασης του κρατικού φορέα ως ΝΕΡΙΤ απέδειξαν ότι οι νοοτροπίες για την τηλεόραση παραμένουν ακλόνητες, γεγονός που δεν δημιουργεί αισιοδοξία προόδου και ανάπτυξης για μια αγορά η οποία εξαρτάται, όπως παντού στον κόσμο, από τα ήθη που αυτή καλλιεργεί.
ΠΟΠΗ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ
Κινηματογράφος
Με βήμα κάβουρα μεταξύ «Κυνόδοντα» και «Αστακού»
Ψυχολογικά, αλλά και για λειτουργικούς λόγους, το ελληνικό σινεμά της κρίσης και των Μνημονίων οριοθετείται από τον «Κυνόδοντα» και τον «Αστακό» του Γιώργου Λάνθιμου. Ο πρώτος (που δεν τον άγγιξε η κρίση θεματολογικά) έφτασε μέχρι τα Οσκαρ το 2010. Ο δεύτερος (με περίσσευμα Αγγλίας στο DNA του) θα διεκδικήσει σε λίγες ημέρες τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες. Μεταξύ «Κυνόδοντα» και «Αστακού» παρατηρήθηκαν αξιοπρόσεκτα φαινόμενα.
1. Το «νέο κύμα», με χαρακτηριστικό του την εμμονή στην παθολογία της οικογένειας, φούσκωσε και μετά άρχισε να ξεθυμαίνει.
2. Η ελληνική ταινία έγινε ευρωπαϊκή «μόδα». Αυξήθηκε η ζήτησή της από φεστιβάλ, αλλά και το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων για συμπαραγωγές. Φυσικό επακόλουθο και αύξηση της χρηματοδότησή της από το Κέντρο Κινηματογράφου. Τα ποσά, που αφορούν εγκρίσεις, ανήλθαν από 570.000 ευρώ (2011) σε 1.123.000 ευρώ (2013).
3. Η ταινία μικρού μήκους έδειξε πρωτοφανή ζωντάνια και έγινε καθρέφτης της κρίσης. Ηταν εξαιρετικά τα κοινωνικά ρεφλέξ των νεαρών σκηνοθετών μας.
4. Εσκασε η φούσκα των μούλτιπλεξ, αλλά και της ντόπιας φαρσοκωμωδίας. Από το 2010 μέχρι σήμερα οι αίθουσες έχασαν συνολικά 2.747.000 θεατές (οι απουσίες από τις ελληνικές ταινίες προσμετρούνται σε 1.090.000). Μετά το 2012, ο πήχυς του blockbuster έπεσε πολύ κάτω από το ψυχολογικό όριο των 500.000 εισιτηρίων (ταινίες που ξεπερνούν τα 150.000 εισιτήρια θεωρούνται επιτυχίες). Η εμπορική ελληνική κωμωδία έπαθε καθίζηση. Τα 507.000 εισιτήρια του «ΝήSOS» κατά το 2010 είναι άπιαστο όνειρο -χαρακτηριστικές οι επιδόσεις των πρόσφατων «Γαμπρών της ευτυχίας» (107.000) και «Από έρωτα» (82.000). Παράλληλα, η ποιοτική ελληνική ταινία συρρικνώθηκε εμπορικά - φέτος, το πολυσυζητημένο «Xenia» το είδαν 15.278 θεατές!
5. Καταστράφηκε ο αστικός κινηματογραφικός μας πυρήνας, το «Αττικόν» και ο «Απόλλωνας», με τραγικές συνέπειες και για τις υπόλοιπες παραδοσιακές αίθουσες του αθηναϊκού κέντρου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΥΡΑΣ
Εκδόσεις
Το βιβλίο από τα πρώτα που «έκοψαν» οι Ελληνες
Ο εκδοτικός χώρος, πέντε χρόνια πριν, ήταν από τους πιο ανθηρούς στον χώρο του πολιτισμού. Αποτυπωνόταν αυτό στα εντυπωσιακά και τεράστια βιβλιοπωλεία-πολυχώρους και στον ετήσιο αριθμό εκδόσεων που είχε σκαρφαλώσει στους 10.680 τίτλους το 2008. Φαίνεται, όμως, ότι από τα πρώτα που «έκοψαν» οι Ελληνες, είναι να αγοράζουν βιβλία. Η μέση απόδειξη των βιβλιοπωλείων μετά βίας αγγίζει τα 15 ευρώ. Η ετήσια παραγωγή το 2011 είχε ήδη κατεβεί στους 8.333 τίτλους, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Biblionet. Εκτοτε, συγκεντρωτικά επίσημα στοιχεία δεν υπάρχουν, αλλά η περαιτέρω μείωση των ετήσιων τίτλων είναι αισθητή. Ακόμα ένα πλήγμα, στους ήδη πιεσμένους εκδότες, έφερε το «κανόνι» σε μεγάλα πρακτορεία διανομής. «Θύματα» αυτών των πολύ δύσκολων χρόνων για τον εκδοτικό χώρο ήταν και μεγάλα βιβλιοπωλεία (η γαλλική fnac έφυγε από την Ελλάδα, το Βιβλιοπωλείον της Εστίας έκλεισε οριστικά, το νεότερο Metropolis επίσης). Παρ' όλα αυτά ακριβώς μέσα σ' αυτά τα χρόνια άνοιξαν στην περιφέρεια της Αθήνας ή στο κέντρο, πολλά μικρά αλλά ποιοτικά βιβλιοπωλεία, που έχουν ήδη αποκτήσει το κοινό τους. Τα ίδια προσεκτικά βήματα έγιναν και γίνονται και στις επιλογές των τίτλων, αφού οι εκδότες δεν ρισκάρουν σε «δύσκολα» βιβλία, αλλά επιλέγουν πιο εμπορικά και πιο «σίγουρα». Στην «τραυματισμένη» αγορά βιβλίου, οι εκδότες κάνουν πολύ μικρότερη τοποθέτηση στα βιβλιοπωλεία, οι όροι πίστωσης είναι πιο αυστηροί αν δεν έχουν καταργηθεί εντελώς και το τιράζ της κάθε έκδοσης έχει ακολουθήσει τη συνολική μείωση του εκδοτικού τοπίου. Τέλος, οι περισσότερες εκδόσεις «στριμώχνονται» σε δύο περιόδους: στις γιορτές των Χριστουγέννων και στο καλοκαίρι.
ΟΛΓΑ ΣΕΛΛΑ
Θέατρο
Οι παραστάσεις τριπλασιάστηκαν με «χομπίστες» και «ανθρώπους ορχήστρα»
Εποχή που εκτίναξε το θέατρο στα ύψη και το προσγείωσε απότομα, όπως δείχνει το τοπίο που έχει σχηματιστεί. Η ανεργία έχει αγγίξει το 90%, αλλά οι παραγωγές ξεπερνούν τις 1.300 μόνο στην Αθήνα. Οι παραστάσεις τριπλασιάστηκαν, οι ομάδες πολλαπλασιάστηκαν, οι χώροι ανοιγοκλείνουν με μεγάλη ευκολία και χωρίς κανέναν έλεγχο, οι παραγωγές διαρκούν από μία εβδομάδα έως μία σεζόν. Τα ενοίκια έπεσαν κι έτσι το θέατρο μπήκε παντού: από συνεργεία, μπαρ, αποθήκες, γυμναστήρια, υπόγεια, εργοστασιακούς χώρους. Οσο για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, είναι υπό συζήτηση.
Οι δραματικές σχολές λειτουργούν ανεξέλεγκτα, μοιράζοντας ελπίδες στα παιδιά που διψούν να εκφραστούν, αλλά συχνά δεν παίρνουν ούτε τα απαραίτητα εφόδια για να βγουν στη θεατρική αγορά. Τολμούν, ωστόσο, να σχηματίσουν ομάδες, να συμβιβαστούν με ποσοστά της ντροπής. Οι γονείς πληρώνουν τα όνειρα μιας γενιάς που συνήθισε να εργάζεται εθελοντικά και να σκορπίζει τις δυνάμεις της σε δυο και τρεις παραγωγές την εβδομάδα, σερβίροντας καφέδες τα πρωινά σε στέκια της πόλης.
Για να χωρέσουν όλοι και κυρίως να επιβιώσουν σε μια θεατρική Αθήνα που δεν αντέχει πάνω από 20 με 30 παραγωγές, οι τιμές των εισιτηρίων έπεσαν αισθητά, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η ταμπέλα «είσοδος με ελεύθερη συνεισφορά» αφήνει στη διάθεση του κοινού την επιλογή πόσο και εάν θα πληρώσει. Οι καλλιτέχνες έγιναν «άνθρωποι ορχήστρα» που συμφέρουν υπογράφοντας μετάφραση, σκηνοθεσία, διασκευή, σκηνογραφία, μουσική, ενώ οι επιλογές των έργων είναι τέτοιες, ώστε να ταιριάζουν στη στριμωγμένη πραγματικότητα που δεν βοηθά κανέναν να εμβαθύνει.
Οι ίδιοι οι άνθρωποι του θεάτρου μιλούν για «ερασιτεχνισμό» χαρακτηρίζοντας τους εαυτούς τους «χομπίστες», σε μια αγορά που δείχνει να είναι η κερδισμένη, αλλά συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Είναι, ίσως, καιρός να γίνει η Ακαδημία Θεάτρου τώρα, και πάνω απ' όλα να αναρωτηθούν πολλοί γιατί κάνουν θέατρο.
ΓΙΩΤΑ ΣΥΚΚΑ
Κρατικές Ορχήστρες
Μείωση επιχορηγήσεων και προσωπικού
Μειώσεις επιχορηγήσεων και προσωπικού, καθυστερήσεις στις πληρωμές, μια γενικότερη αβεβαιότητα για το μέλλον τους αντιμετώπιζαν από καιρό οι δύο κρατικές ορχήστρες της χώρας, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. Η κρίση ήρθε ως επιβεβαίωση μιας κατάρρευσης που προϋπήρχε, παρ' όλα αυτά τα τελευταία πέντε χρόνια τα προβλήματα επιδεινώθηκαν, την ίδια ώρα που ένας άνεμος ανανέωσης έφερνε σημαντικές αλλαγές στο σκεπτικό και στον προγραμματισμό των σχημάτων. Δραματική υπήρξε η μείωση στην επιχορήγηση της ΚΟΑ, αφού το 2009 η ετήσια επιχορήγησή της ήταν 1.710.000 ευρώ, το 2010 μειώθηκε στα 1.290.450 ευρώ, ενώ για το 2014 έφτασε στο ποσό των 500.000 ευρώ. Μείωση υπήρξε και στον αριθμό των μόνιμων υπαλλήλων της, που το 2010 ήταν 120 (115 μουσικοί, πέντε διοικητικοί υπάλληλοι) και το 2014 μειώθηκαν στους 104 (99 καλλιτέχνες, 5 διοικητικό προσωπικό). Επιπλέον έγιναν μισθολογικές περικοπές που αφορούσαν όλο το προσωπικό κι επειδή έχουν αυξηθεί οι κενές θέσεις μουσικών υπήρξε περαιτέρω οικονομική «αιμορραγία», λόγω της πρόσληψης έκτακτων μουσικών. Παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζει η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, της οποίας η επιχορήγηση το 2009 ανερχόταν στα 1.770.000 ευρώ, ενώ το 2014 έφτασε στα 450.000 ευρώ.
ΣΑΝΤΡΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
Μουσική
Η δισκογραφία έτσι κι αλλιώς κατρακυλούσε
Από τον Απρίλιο του 2010, ο χώρος του τραγουδιού δέχτηκε τις μεγαλύτερες ανατροπές. Το ίδιο το κοινό έδειχνε στην αρχή της κρίσης να θέλει να αλλάξει το τοπίο. Στράφηκε σε μικρούς χώρους, διάλεξε μικρά σχήματα, μπαράκια και τους καλλιτέχνες της τζαζ, γύρισε την πλάτη του στις πίστες. Η δισκογραφία έτσι κι αλλιώς κατρακυλούσε, τα παλιά πρότζεκτ της επίδειξης ξεχάστηκαν και οι νέοι δημιουργοί και ερμηνευτές διάλεξαν το οικονομικό Διαδίκτυο. Τα cd (πληρωμένα κυρίως από τους ίδιους τους καλλιτέχνες) κυκλοφορούν για να υποστηρίζουν τα live τα οποία την αρχή του μνημονίου αυξήθηκαν (λειτούργησε το αίσθημα της αλληλεγγύης) αλλά περιορίστηκαν τον φετινό χειμώνα.
Τα παλιά μεγάλα μεροκάματα ξεχάστηκαν μαζί με τις παλιές συμπεριφορές, ενώ σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες, ακόμη και εκείνοι που δεν έκαναν εμφανίσεις στην επαρχία, πήραν τον δρόμο για την περιφέρεια. Η κρίση έκανε τη δική της αναγκαστική αποκέντρωση όλο τον χρόνο. Αλλοι «μετακόμισαν» στο θέατρο. Σε καλλιτεχνικό επίπεδο βγαίνουν λίγα αξιοπρόσεχτα πράγματα από τους παλιούς (μάλλον με αμηχανία αντιμετωπίζουν τη νέα πραγματικότητα), ενώ οι τραγουδοποιοί που δεν γνώρισαν καλύτερες μέρες γιατί γεννήθηκαν στην κρίση, παλεύουν με τα δικά τους όπλα: μικρότερες απαιτήσεις, διάθεση για σκληρή δουλειά, χωρίς ιδεολογικά βαρίδια.
Η αναγκαστική ασφάλιση των καλλιτεχνών από τους μαγαζάτορες (ακόμη κι αν είναι καλεσμένοι για 2-3 τραγούδια σε ένα πρόγραμμα) έχει συρρικνώσει τα προγράμματα, έκλεισε χώρους αλλά συνάμα περιόρισε το «μαύρο» χρήμα. Την ίδια εποχή βλέπουμε να ανθίζει το αγγλόφωνο, αν και μοιάζει πια να εξαντλεί τις δυνατότητές του. Επίσης να μην επηρεάζονται οι σταθερές αξίες (Αλκίνοος Ιωαννίδης, Φοίβος Δεληβοριάς, Χαρούλης κ.ά.), ενώ πολλοί νέοι δημιουργοί γράφουν για τις συνέπειες της κρίσης, το μνημόνιο, τη γενιά των 500 ευρώ. Εχει ενδιαφέρον πάντως, ότι από όλη αυτή την ανατροπή, οι μουσικοί βγήκαν χρόνο για καλές δικές τους συναντήσεις ενώ το κοινό αναζητεί νέα πρόσωπα στο ελληνικό τραγούδι.
ΓΙΩΤΑ ΣΥΚΚΑ
Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου
Λιγότερες δυνατότητες αλλά η αίγλη παραμένει
Το Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου δεν έχασε διόλου την αίγλη, ούτε το φανατικό κοινό αυτά τα πέντε χρόνια. Μπορεί να περιορίστηκαν οι χώροι που φιλοξενούν τις δράσεις του Φεστιβάλ (γιατί αυτό απαιτεί προσωπικό και λειτουργικά έξοδα), δεν περιορίστηκαν όμως καθόλου οι θεατές των παραστάσεων, που ευλαβικά προσέρχονται στην Πειραιώς 260. Τα πέντε τελευταία χρόνια, όμως, το Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου έχασε μερικές από τις δυνατότητες που είχε, κι αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στις μετακλήσεις ξένων παραγωγών, στο θέατρο, στον χορό, στις μεγάλες ξένες ορχήστρες, έτσι τα τελευταία 2-3 χρόνια η έμφαση δίνεται στις ελληνικές παραγωγές. Κι αυτό επειδή έχασε μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού (από τα 7 εκατ. ευρώ που ήταν το 2005, έχει μειωθεί στα 2 εκατ. ευρώ για τη διοργάνωση του 2015). Αν στη μείωση του προϋπολογισμού, προστεθεί και η αβεβαιότητα της εκταμίευσής του, αυτός είναι ένας πρόσθετος λόγος που δεν μπορεί ο Γιώργος Λούκος να κλείσει εγκαίρως τα ξένα καλλιτεχνικά σχήματα. Η μείωση των εισοδημάτων των πολιτών, αυτά τα πέντε χρόνια, αποτυπώθηκε πολύ εύγλωττα στην ιδιαίτερα μεγάλη μείωση των εισιτηρίων στο Φεστιβάλ Επιδαύρου, που έχει αγγίξει το 30% (και ίσως να το έχει ξεπεράσει), αφού το κόστος για να δει κανείς μία παράσταση στο αρχαίο θέατρο ή στη Μικρή Επίδαυρο, δεν απαιτεί μόνο τα εισιτήρια, αλλά και τα έξοδα μετακίνησης, φαγητού ή και διαμονής.
ΟΛΓΑ ΣΕΛΛΑ
Εικαστικά
Ο αγοραστής λέει ένα ποσό κι εμείς το δεχόμαστε ή όχι
Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έως και το 2008, υπήρξε μια γιγαντιαία άνοδος στον τζίρο των δημοπρασιών ελληνικού ενδιαφέροντος από μεγάλους ξένους οίκους στο Λονδίνο. Εργα καλλιτεχνών του 19ου αλλά και του 20ού αιώνα άλλαζαν χέρια αντί εκατομμυρίων στερλινών, ενώ σημειώνονταν αλλεπάλληλα ρεκόρ με κάθε χτύπημα του σφυριού. Οι αθηναϊκές αίθουσες τέχνης γνώριζαν άνθηση και πολλοί Ελληνες εικαστικοί έβλεπαν τις τιμές των έργων τους να ανεβαίνουν χρόνο με τον χρόνο. Σήμερα, τίποτα στην αγορά της ελληνικής τέχνης δεν θυμίζει εκείνη την περίοδο των παχειών αγελάδων, στην οποία κάποιοι σωστά απέδιδαν χαρακτηριστικά «φούσκας», τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις δημοπρασίες εκτός συνόρων. Γνωστές γκαλερί –όπως λ.χ. εκείνες του Γιαγιάνου ή της Ελισάβετ Σακαρέλλη–δυστυχώς έκλεισαν. Ανοιξαν και ορισμένες καινούργιες, που έχουν εστιάσει στους νεότερους σε ηλικία εικαστικούς. Οι αίθουσες τέχνης που κατάφεραν να σταθούν όρθιες δεν έχουν πια τιμοκαταλόγους για τα έργα των εκθέσεων («Προσφέρει ο υποψήφιος αγοραστής ένα ποσό και είτε το δεχόμαστε είτε όχι» λέει στην «Κ» μια γκαλερίστα), ενώ οι ίδιοι οι καλλιτέχνες έχουν βάλει νερό στο κρασί (και τις τιμές) κάνοντας πιο προσιτές δημιουργίες. Υπάρχει κάποια κινητικότητα από ιδιώτες εμπόρους τέχνης, που είναι γνωστή μόνο στο «σινάφι». Αυτοί καλούνται να πουλήσουν μικρές ή μεγάλες συλλογές ανθρώπων που βρέθηκαν σε οικονομική ανάγκη....
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΟΥΡΝΑΡΑ
Μουσεία
Τα έργα προχωρούν παρά τη μείωση των κονδυλίων
Η πενταετία της κρίσης άλλαξε και το τοπίο στα μουσεία, συχνά με συρρίκνωση του προσωπικού τους ή και του ωραρίου λειτουργίας τους. Από την άλλη, τολμά να πει κανείς ότι πολλά ιδρύματα εν όψει των δυσκολιών, έκαναν αισιόδοξα βήματα προσαρμογής. Το Μουσείο Κυκλαδικής και το Μουσείο Μπενάκη λ.χ. διακρίθηκαν στην προσπάθεια fundraising και σύσφιγξαν τις σχέσεις τους με το εξωτερικό. Υπάρχει μια διαφορετική φιλοσοφία λειτουργίας και σχεδιασμού, που δείχνει στο μέλλον: λιγότερες εκθέσεις αλλά ποιοτικά άρτιες, αναζήτηση χορηγών, συσπείρωση του κοινού με δράσεις και social media.
Παράλληλα, αν και είμαστε στον έκτο συνεχόμενο χρόνο ύφεσης, υπάρχουν αρκετά καλά νέα: τα έργα στην Εθνική Πινακοθήκη συνεχίζονται, όπως άλλωστε και στο Μουσείο του Ιδρύματος Γουλανδρή στο Παγκράτι του οποίου η αποπεράτωση προχωρά με ταχείς ρυθμούς. Εκεί θα στεγαστεί η πολύτιμη συλλογή του Βασίλη και της Ελίζας Γουλανδρή με σπουδαία ονόματα. Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης έχει έτοιμο πια κτίριο. Μέσα στα δύο επόμενα χρόνια, το αθηναϊκό museum mile, θα έχει ακόμα περισσότερα πολιτιστικά ερείσματα, σε ένα πλέγμα που περιλαμβάνει το εκσυγχρονισμένο Βυζαντινό Μουσείο, το Νομισματικό. Ας μην είμαστε λοιπόν συνεχώς απαισιόδοξοι.
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΟΥΡΝΑΡΑ
www.kathimerini.gr