Μπορεί να έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό μόλις πριν από πέντε χρόνια, όταν το ντοκιμαντέρ της «Τα πουλιά στον βάλτο» αγαπήθηκε από τους θεατές του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης κερδίζοντας το Βραβείο Κοινού και, διόλου τυχαία, μια αξιοσημείωτη στη συνέχεια πορεία στις αίθουσες, είχε, ωστόσο, ένα έργο χρόνων στον χώρο.
Η ίδια ξεκίνησε να σκηνοθετεί το 1977 με τη μεσαίου μήκους ταινία «Οι καρβουνιάρηδες». Από το 1977 ως το 1994, κατέθεσε περισσότερα από 50 ντοκιμαντέρ για την τηλεόραση και το υπουργείο Πολιτισμού ( «Το θέατρο στο βουνό», «Ανθρώπινα Δικαιώματα», «Γυναίκες»), ενώ από το 1994 ως το 2003 ασχολήθηκε με το βιομηχανικό ντοκιμαντέρ κάνοντας 15 ταινίες για τη ΔΕΗ.
Αυτό όμως που κυριάρχησε στο κινηματογραφικό της έργο και την καθιστά ξεχωριστή ως δημιουργό ήταν η ανάδειξη του ρόλου των Ελληνίδων στους πολιτικούς αγώνες του τόπου τους. Στην τριλογία της «Πουλιά στο βάλτο», «Η ζωή στους βράχους» και «Τα κορίτσια της βροχής» (το τελευταίο της ντοκιμαντέρ που κυκλοφόρησε το 2011) συνέθεσε τα κομμάτια ενός άγνωστου παζλ για τα χρόνια της αντίστασης, του εμφυλίου και της δικτατορίας με πρωταγωνίστριες τις γυναίκες. «Ανέδειξε μέσα από μαρτυρίες και ντοκουμέντα την αγωνιστικότητα και τη δύναμη της γυναικείας ψυχής», αναφέρει μεταξύ άλλων η λιτή χθεσινή συλλυπητήρια ανακοίνωση του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, συμπυκνώνοντας μέσα σε μια καίρια φράση το στίγμα της επαγγελματικής διαδρομής της Αλίντας Δημητρίου.
«Πόνεσα πολύ»
«Οταν ξεκίνησα πλησίασα επώνυμους. Κάτι δεν μου πήγαινε καλά, συνάντησα δυσκολίες. Πόνεσα, και πόνεσα πολύ, γιατί κατάλαβα πόση δουλειά έχουμε μπροστά μας. Ομως τους χρωστάω. Και τους χρωστάω γιατί χωρίς να το υποψιάζονται με οδήγησαν στους πραγματικούς φορείς της Ιστορίας, τους ανώνυμους που δεν ζήτησαν ποτέ τίποτα», ανέφερε η σκηνοθέτις σε σχετική συνέντευξή της στο «Εθνος της Κυριακής» τον Νοέμβριο του 2009. «Αυτές οι ανώνυμες γυναίκες που συνάντησα ανανέωσαν την πίστη μου στον άνθρωπο. Θαύμασα το ήθος τους, την αξιοπρέπειά τους, το πείσμα τους», δήλωνε.
Η επιθυμία της να προσεγγίσει την Ιστορία δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας προσωπικής προσκόλλησης στο παρελθόν. Κάθε άλλο. Είχε έναν σεβαστό σκοπό: να αφήσει μια παρακαταθήκη για το μέλλον. «Χρωστάμε να ψάξουμε για την αλήθεια όσο μπορεί ο καθένας μας. Εχουμε χρέος, γιατί η λήθη του παρελθόντος, η αποσιώπησή του, οδηγούν σ' ένα δυσδιάκριτο μέλλον», μας είχε πει στην ίδια συνέντευξη για να τονίσει: «Οι νέοι είναι το ζητούμενο, σ' αυτούς απευθύνεται η ταινία, γιατί -και το επαναλαμβάνω- λαοί χωρίς μνήμη είναι λαοί χωρίς μέλλον. Από την εμπειρία των προβολών που έχω, οι νέοι κυνηγούν να προβάλλουν τις ταινίες. Αυτοί αγωνίζονται. Μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι εμείς οι υπόλοιποι: επαναπαυόμαστε στις δάφνες μας».
www.ethnos.gr