συντρόφου του Ρίβα Στίνκαμπ ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου του 2013, την πλησίασε ψάχνοντας επίλογο στο ρεπορτάζ του. Και τι καλύτερο από τη γνώμη μιας μαύρης γιαγιάς από την παραγκούπολη, καθαρίστριας στο κακουργιοδικείο της Πρετόρια, όπου εκτυλίχθηκε η δίκη της δεκαετίας;
Για μια άλλη μαύρη, αγωνίστρια της ζωής, επίσης γιαγιά με τέσσερα εγγόνια, η απάντηση δεν ήταν τόσο απλή. Επρεπε να εφαρμόσει το γράμμα του νόμου έχοντας σούζα 37 μάρτυρες και δύο αντίπαλους στρατούς κορυφαίων (λευκών) νομικών και κρατώντας στα χέρια της τη ζωή ενός 27χρονου σούπερ σταρ του αθλητισμού. Καθ' όλη τη διάρκεια της δίκης, η παρουσία της 66χρονης Θοκοζίλε Ματίλντα Μασίπα στην έδρα αποτελούσε εγγύηση απονομής δικαιοσύνης σε μια κοινωνία που, 20 χρόνια μετά την πτώση του Απαρτχάιντ, ταλανίζεται από το φάντασμα των φυλετικών διακρίσεων, των κοινωνικών ανισοτήτων και τον δαίμονα της βίας. Αδέκαστη σε σημείο που κανείς δεν στεκόταν πια στο χρώμα της, με φήμη κέρβερου σε υποθέσεις βίας κατά των γυναικών και προσωπική ιστορία που, όπως έγραψε μια δημοσιογράφος του Γιοχάνεσμπουργκ, «θα έχω να αφηγούμαι στα παιδιά μου, ως παράδειγμα του πόσο ψηλά μπορείς να φτάσεις όταν είσαι αποφασισμένος».
Μεγαλωμένη στους χωματόδρομους του Σοβέτο, η μεγαλύτερη από τα 10 παιδιά της οικογένειας, φυλακισμένη κάποτε από το Απαρτχάιντ, σπούδαζε νύχτα και δούλευε πρωί για να μεγαλώσει τα παιδιά της, αποφοίτησε τη χρονιά της αποφυλάκισης του Μαντέλα και το 1998 έγινε η μόλις δεύτερη γυναίκα δικαστής στη χώρα. Η επόμενη μέρα της ετυμηγορίας της, που ρίχνει τον Πιστόριους «στα μαλακά» της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας (αντί του φόνου με ενδεχόμενο δόλο που όλοι ανέμεναν), έκανε εκατομμύρια «ενόρκους του καναπέ» να νιώσουν προδομένοι. Εκείνος, ελεύθερος με εγγύηση, φιλοξενούμενος στο σπίτι του θείου του στην Πρετόρια, έχοντας προ μηνών πουλήσει τρία ακίνητα (έναντι 6 εκατ. ραντ ή 430 χιλιάδων ευρώ) για να «καλύψει τα έξοδα της δίκης» και την αμοιβή του σταρ-συνηγόρου του, Μπάρι Ρου (6.000 ευρώ την ημέρα), περιμένει την ανακοίνωση της ποινής, που τυπικά μπορεί να φτάσει τα 15 χρόνια, αλλά δεν αποκλείεται να εξαντληθεί σε χρηματικό πρόστιμο, κοινωνική εργασία ή ολιγοετή φυλάκιση μακριά από τον «γενικό πληθυσμό». Οι αθλητικές ομοσπονδίες δηλώνουν ότι ο δρόμος για την επιστροφή του στους στίβους (ακόμη και στους Ολυμπιακούς - Παραολυμπιακούς του Ρίο το 2016) είναι από μεριάς τους ανοιχτός, ο δε μάνατζέρ του προαναγγέλλει τη συγγραφή βιβλίου όπου ο Πιστόριους θα καταθέτει τη «δική του αλήθεια». Στον αντίποδα, οι συντετριμμένοι γονείς της χαρισματικής Ρίβα Στίνκαμπ -αποφοίτου Νομικής, διάσημου μανεκέν, υπερμάχου των γυναικείων δικαιωμάτων σε μια χώρα όπου κάθε οκτώ ώρες μια γυναίκα σκοτώνεται απ' τα χέρια του συντρόφου της- δηλώνουν ότι δεν απονεμήθηκε δικαιοσύνη...
Από την άλλη, η μαύρη δικαστής κάθεται αίφνης στο δικό της εδώλιο.
Με αυξημένη αστυνομική προστασία λόγω απειλητικών μηνυμάτων, με καταιγισμό απαξιωτικών σχολίων («τι περισσότερο πρέπει να κάνει ένας λευκός άντρας που σκότωσε τη σύντροφό του για να μπει στη φυλακή»), με την ακεραιότητά της να αμφισβητείται και μνήμες προηγούμενων πολύκροτων δικών να αναμοχλεύονται: Το 2012, ένας μαύρος ράπερ ονόματι Μολέμο Μαροχάνιε, που σκότωσε τέσσερις μαθητές τρέχοντας μαστουρωμένος με το αμάξι του, είχε καταδικαστεί σε 20ετή κάθειρξη για φόνο. Το 2014, ο λευκός Πιστόριους, που πυροβόλησε τέσσερις φορές την κλειδωμένη πόρτα του μπάνιου του σπιτιού του με σφαίρες διασποράς, φτιαγμένες για να σκοτώνουν... ελέφαντα, δεν καταδικάστηκε. «Αν θες να σκοτώσεις κάποιον στη Νότιο Αφρική, χρησιμοποίησε όπλο, όχι Μίνι Κούπερ», ειρωνευόταν στο Twitter ο μαύρος κωμικός Τρέβορ Νόα. «Η ετυμηγορία στέλνει το λάθος μήνυμα ότι μπορείς να σκοτώσεις κάποιον, να ισχυριστείς ότι το έκανες κατά λάθος και να τη γλιτώσεις», έλεγε γνωστός δικηγόρος του Γιοχάνεσμπουργκ. Ο επίλογος θα γραφτεί στις 13 Οκτωβρίου με την ανακοίνωση της ποινής - και η θεοσεβούμενη Μαπούλα θα είναι πάλι εκεί για να σκουπίσει...
Πώς σκέφτηκε η δικαστής
Απέρριψε το ενδεχόμενο φόνου εκ προμελέτης κρίνοντας τα πειστήρια περί κλονισμένης σχέσης περιστασιακά: καβγάδες με τη Ρίβα στο chat, εκείνη να δηλώνει τρομαγμένη από τις αντιδράσεις του, προϊστορία του δράστη στη χρήση όπλων, αντικρουόμενες μαρτυρίες γειτόνων για φωνές στο σπίτι το βράδυ του φονικού.
Δέχτηκε ότι ο Πιστόριους πίστευε ότι η Ρίβα βρισκόταν στο υπνοδωμάτιο - ήταν η μόνιμη σταθερά των καταθέσεών του από την πρώτη στιγμή, «άρα απίθανο να είχε σκαρφιστεί εν θερμώ τη δικαιολογία».
Αναγνώρισε ότι δεν ήταν λογικό ο δράστης να πυροβολήσει πίσω από την κλειστή πόρτα (αντί να καλέσει σε βοήθεια). «Πολλοί άνθρωποι σε αυτήν τη χώρα έχουν βιώσει το έγκλημα, αλλά δεν κοιμούνται με όπλο
στο μαξιλάρι τους».
Εντόπισε μεν ελλείψεις και υπεκφυγές στη μαρτυρία του, αλλά έκρινε ότι αυτό δεν τον καθιστά απαραιτήτως ένοχο. «Προφανώς δεν διέβλεψε την πιθανότητα ότι θα σκότωνε όποιον βρισκόταν πίσω από την πόρτα του μπάνιου. Πόσω μάλλον το θύμα - αφού πίστευε πως ήταν στο υπνοδωμάτιο».
Εξήγησε με νομικούς όρους ότι ένας μέσος συνετός άνθρωπος θα όφειλε και θα μπορούσε να προβλέψει ότι πυροβολώντας τέσσερις φορές με σφαίρες διασποράς την κλειστή πόρτα θα σκότωνε όποιον βρισκόταν από πίσω. Ομως ο νοτιοαφρικανικός νόμος ορίζει -και υπάρχει σχετικό δεδικασμένο- ότι το συμπέρασμα της πρόβλεψης δεν πρέπει να συνάγεται αυτομάτως από τα δικαστήρια: το κατά πόσον ένας κατηγορούμενος με τη γνώση και την εμπειρία μέσου ανθρώπου αντικειμενικά θα όφειλε και θα μπορούσε να προβλέψει, είναι διαφορετικό από το αν στη συγκεκριμμένη περίπτωση όντως είχε προβλέψει.
Εκρινε ότι ο δημόσιος κατήγορος δεν κατάφερε να τεκμηριώσει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι ο Πιστόριους είχε προβλέψει τη μοιραία επίπτωση της πράξης του όταν πυροβόλησε.
Γιώργος Μαζαράκης, Δημοσιογράφος - τηλεοπτικός παραγωγός στη Νότιο Αφρική
«Με την κάλυψη της δίκης κάναμε επανάσταση»
Η δίκη του Οσκαρ Πιστόριους έγραψε τηλεοπτική ιστορία. Για πρώτη φορά, ένα θεματικό καλωδιακό κανάλι δημιουργήθηκε με αποκλειστικό σκοπό τη ζωντανή κάλυψη ενός γεγονότος. Το γενικό πρόσταγμα είχε ένας ελληνικής καταγωγής Νοτιοαφρικανός τρίτης γενιάς, ο Γιώργος Μαζαράκης, επί 26 χρόνια αρχισυντάκτης της μακροβιότερης εκπομπής έρευνας της Νότιας Αφρικής, «Carte Blanche». «Αυτό που καταφέραμε είναι μια επανάσταση, δεν έχει ξαναγίνει στον κόσμο», μου λέει στο τηλέφωνο από το γραφείο του, στο Γιοχάνεσμπουργκ. «Εγινε ένα πολύ σημαντικό βήμα προς την απόλυτη διαφάνεια στην κάλυψη δικών. Το να μεταδίδεις τα τεκταινόμενα στη δικαστική αίθουσα, σε μια υπόθεση παγκοσμίου ενδιαφέροντος, υπηρετεί τη δημοκρατία με τρόπο αντίστοιχο με την κάλυψη κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων».
Ο μαραθώνιος του Μαζαράκη για τη σχετική άδεια ξεκίνησε πέρυσι τον Ιούλιο στα Κύθηρα, όπου παραθέριζε (οι διαπραγματεύσεις με τις αρχές γίνονταν μέσω Skype). Οι βασικές αντιρρήσεις ήταν ότι η τηλεοπτική κάλυψη θα «έκοβε» τη συνεδρίαση σε εφετζίδικα αποσπάσματα, αλλοιώνοντας την ουσία, και ότι η παρουσία συνεργείων θα μετέτρεπε την αίθουσα σε τσίρκο. Τελικά τρεις τηλεχειριζόμενες κάμερες τοποθετήθηκαν εντός της αιθούσης, ενώ απέξω δημιουργήθηκε control room. Κοντινά πλάνα δεν επιτρέπονταν, ενώ ήταν στη διακριτική ευχέρεια των μαρτύρων το να φανεί το πρόσωπό τους. «Μπορούσαμε να έχουμε ήχο, αλλά όχι εικόνα. Κανένας μάρτυρας υπεράσπισης δεν δέχτηκε να τον δείξουμε. Το ίδιο και ο Πιστόριους, κατά την κατάθεσή του. Αυτό το βρήκα τρελό - εάν πιστεύεις πραγματικά στην αθωότητά σου, γιατί να αρνηθείς;» λέει ο Μαζαράκης.
Το οπτικοακουστικό υλικό της δίκης, ως δημόσιο κτήμα, μοιραζόταν δωρεάν στα διεθνή δίκτυα. Οι συνεδριάσεις μεταδίδονταν live και σε επανάληψη το βράδυ, ενώ ο «νεκρός χρόνος» καλυπτόταν με εκπομπές σχολιασμού από νομικούς σε στούντιο του Γιοχάνεσμπουργκ. Το κανάλι της δίκης προσφέρθηκε από την πλατφόρμα Multichoice και τα έσοδά του προήλθαν από έξτρα συνδρομητές και διαφημίσεις, κυρίως της ασφαλιστικής αγοράς. Συνολικά, απασχόλησε 189 δημοσιογράφους και τεχνικούς!
Ο αντίκτυπος ήταν τεράστιος. «Στη Νότιο Αφρική έχουμε ζήσει και άλλες πολύκροτες υποθέσεις -με κατηγορουμένους τη Γουίνι Μαντέλα, τον πρόεδρο Ζούμα, δολοφόνους και βιαστές- αλλά αυτό που συνέβη με τον Πιστόριους δεν έχει προηγούμενο. Πιστεύαμε ότι το κανάλι θα συγκέντρωνε κυρίως λευκό κοινό, αλλά το παρακολούθησαν άνθρωποι ανεξαρτήτως φυλής, κοινωνικής τάξης, φύλου και ηλικίας. Ο νομικός όρος "dolus eventualis" (ενδεχόμενος δόλος) έχει μπει στο καθημερινό λεξιλόγιο απλών ανθρώπων που αισθάνονται... νομομαθείς», λέει ο κ. Μαζαράκης. «Το εκπληκτικό είναι ότι οι περισσότεροι Νοτιοαφρικανοί συνειδητοποίησαν για πρώτη φορά πώς λειτουργεί το σύστημα απονομής δικαιοσύνης στη χώρα μας - το επίσημο πρωτόκολλο, το ότι η πρόεδρος αποκαλείται "my lady", την απουσία ενόρκων, τις ομοιότητες με το αγγλικό δίκαιο κ.ο.κ. Είχαν την εντύπωση ότι τα δικαστήριά μας είναι σαν τα αμερικανικά που βλέπουν στα σίριαλ, με δικηγόρους να πετάγονται κάθε τόσο από τις θέσεις τους υποβάλλοντας ενστάσεις». Κατά τον ίδιο, η εκπαιδευτική αξία της μετάδοσης της δίκης δεν πρέπει να υποτιμάται. Ηδη τους τελευταίους μήνες παρατηρείται τεράστια αύξηση του ενδιαφέροντος νέων Νοτιοαφρικανών για εγγραφή σε νομικές σχολές!
Επί της ουσίας της απόφασης, ο κ. Μαζαράκης κρίνει ότι δεν υπάρχει διχασμός, αλλά κυρίως έκπληξη, από την πλειονότητα των ειδικών - νομικών. Θεωρούν ότι η απόφαση της δικαστού να μην καταλογίσει στον Πιστόριους ενδεχόμενο δόλο ήταν εσφαλμένη. Από την άλλη, προσωπική του εκτίμηση είναι ότι η ετυμηγορία δύσκολα θα αναιρεθεί. «Εφεση σε ανθρωποκτονία εξ αμελείας δεν συνηθίζεται. Εάν είχε καταδικαστεί για φόνο ή είχε αθωωθεί, είναι βέβαιο ότι η μία ή ή άλλη πλευρά θα προσέβαλλαν την απόφαση. Πιστεύω ότι οι πιθανότητες να "σταθεί" η ετυμηγορία της είναι πολύ υψηλές».
Ο ίδιος είναι ιδιαίτερα διστακτικός να προχωρήσει σε ερμηνείες τού τι σηματοδοτεί η δίκη Πιστόριους για τη Νότιο Αφρική με όρους φυλετικούς. Από την άλλη, ομολογεί ότι μπήκε στην περιπέτεια της μετάδοσης επειδή επρόκειτο για μια επική ιστορία, με στοιχεία αρχαίας τραγωδίας. Μια ιστορία που θα έβρισκε απήχηση σε όλο τον κόσμο. «Εχεις έναν χαρακτήρα σχεδόν μυθολογικό, μισό άνθρωπο μισό μηχανή, που σε όλη του τη ζωή ξεπερνούσε εμπόδια, έφτασε να πάρει μέρος ως ίσος σε Ολυμπιακούς αγώνες, ερωτεύεται μια υπέροχη γυναίκα και τη σκοτώνει. Γιατί; Δεν θα μάθουμε ποτέ τι είχε εκείνη τη στιγμή μέσα στο μυαλό του... Σε όποια χώρα, σε όποια κοινωνία κι αν ζεις, είναι μια συναρπαστική ιστορία. Ομως όσοι δεν έχουν ζήσει στη Νότιο Αφρική δύσκολα θα αντιληφθούν το μέγεθος της διασημότητάς του. Ηταν το αντίστοιχο μιας πριγκίπισσας Νταϊάνα - μαύροι και λευκοί τον ένιωθαν «δικό τους άνθρωπο», κι ας μην τον είχαν δει από κοντά ούτε στο δρόμο».