Οι περισσότερες από αυτές τις πυρηνικές κεφαλές βρίσκονται στη Ρωσία και τις ΗΠΑ. «Ο αμυντικός σχεδιασμός και στις δύο χώρες προβλέπει ένα ελάχιστο απόθεμα πυρηνικών όπλων, τουλάχιστον στα σημερινά επίπεδα» δήλωσε στην Deutsche Welle ο Εμπερχαρντ Σόκεντορφ, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ. «Και αυτό είναι απαράδεκτο από ηθικής απόψεως, στην πραγματικότητα οι πυρηνικές δυνάμεις έχουν αποκηρύξει τον στόχο του αφοπλισμού», πρόσθεσε.
Σήμερα, εννεά χώρες διαθέτουν πυρηνικά όπλα: ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Μ. Βρετανία, Κίνα, Ινδία, Ισραήλ, Πακιστάν και Β. Κορέα. Καμία από αυτές δεν σκοπεύει να προχωρήσει σε πλήρη αφοπλισμό.
Παράλληλα όμως, άλλες χώρες, όπως το Ιράν και η Σαουδική Αραβία, ενδιαφέρονται για την απόκτηση πυρηνικών όπλων, προειδοποιεί ο Τομ Ζάουερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αμβέρσας, ο οποίος εκτιμά ότι η συνθήκη για τη μη διάδοση περνάει κρίση.
Η τελευταία διεθνής σύνοδος για την αναθεώρησή της, το 2015, δεν απέδωσε καρπούς, κάτι που εκτιμάται ότι θα συμβεί και στην επόμενη, το 2020.
«Το 1968 τα συμβαλλόμενα μέρη είχαν υποσχεθεί πλήρη αφοπλισμό, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν υλοποιήσει τις δεσμεύσεις τους», συνοψίζει ο Ζαόυερ. Μάλιστα έχουν εκσυγχρονίσει το πυρηνικό τους οπλοστάσιο, αναπτύσσοντας νέα ηλεκτρονικά συστήματα διεύθυνσης. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι ο κίνδυνος πυρηνικού πολέμου όχι μόνο δεν έχει εκλείψει, αλλά θεωρείται ο υψηλότερος στα τελευταία δέκα χρόνια.
Μοναδική ελπίδα, από νομικής απόψεως τουλάχιστον, είναι ότι το 2017 τα 122 από τα συνολικά 193 κράτη-μέλη του ΟΗΕ υπέγραψαν μία νέα σύμβαση για την απαγόρευση των πυρηνικών όπλων, η οποία καθίσταται νομικά δεσμευτική μόλις την επικυρώσουν τουλάχιστον 50 χώρες. «Αν μη τι άλλο, αυτό σημαίνει ότι η κατοχή πυρηνικών όπλων θα θεωρείται πλέον παράνομη», σχολίασε ο Ζάουερ.
www.iefimerida.gr