Υπάρχουν τρία δεδομένα που δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει σε σχέση με τη νέα πραγματικότητα, την οποία αποκάλυψε, λίγους μήνες μετά την εμφάνισή του ο νέος κορονοϊός. Το πρώτο είναι ότι ήρθε για να μείνει. Έχει εξαπλωθεί πλέον σε τέτοιο βαθμό που δεν πρόκειται μία ημέρα να εξαφανιστεί, να χαθεί σε μία στιγμή. Όχι τουλάχιστον όπως συνέβη με τους προηγούμενους κορονοϊούς που εξελίχθηκαν σε πανδημίες, τον SARS kαι τον MERS.
Σύμφωνα με τα όσα είπε ο Μπιλ Γκέιτς στη συνέντευξη που έδωσε στη στήλη του LinkedIn, «This is working», όσο υπάρχουν μετακινήσεις από τη μία ήπειρο στην άλλη, από το ένα κράτος στο άλλο, από τη μία περιφέρεια στην άλλη, από τη μία περιοχή στην άλλη, τότε είμαστε όλοι συμμέτοχοι στο πρόβλημα, όπως είπε και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Το δεύτερο δεδομένο είναι το γεγονός ότι εμβόλιο δεν πρόκειται να υπάρξει νωρίτερα από το 2021. Αργότερα ναι, νωρίτερα όχι. Το είπε στο ethnos.gr ο καθηγητής του Γέιλ, Ρόμπερτ Χάιμερ πριν από περίπου 20 ημέρες, το επανέλαβε την Τρίτη ο ΠΟΥ και είναι μόνιμη επωδός κάθε τέτοιου είδους συζήτησης, ακόμη και της πιο αισιόδοξης πρόβλεψης. Στο πεδίο της φαρμακευτικής αντιμετώπισης ενδεχομένως να υπάρξουν εξελίξεις αλλά στο ζήτημα του εμβολίου, τα πράγματα φαίνονται να είναι ξεκάθαρα.
Έτσι οδηγούμαστε στο τρίτο δεδομένο έτσι όπως το είπε και ο κ. Τσιόδρας και οι περισσότεροι επιστήμονες που προσεγγίζουν το ζήτημα με τα δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και τις συστάσεις του: Δεν πρόκειται να υπάρξει ολική και οριστική άρση των μέτρων αν δεν βρεθεί εμβόλιο. «Αν δεις ότι ξεφεύγει η κατάσταση, επανέρχεσαι με μέτρα. Κι αυτό θα το δούμε να γίνεται με αυτό τον ιό μέχρι να έχουμε ένα εμβόλιο. Και αυτό θα γίνει για να προστατέψεις το σύστημα υγείας και να χτίζεις σιγά σιγά τη συλλογική ανοσία», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τσιόδρας.
Ακριβώς αυτά τα τρία - ενδεχομένως κάποια ακόμη - είχε ο δημιουργός της Microsoft στο μυαλό του όταν περιέγραφε στον συνομιλητή του και στους ασύγχρονα διαδικτυακούς θεατές του αυτό που αποκαλεί νέα κανονικότητα. «Θα είναι κάτι σαν ημι-κανονικότητα, μέχρι το εμβόλιο να βρεθεί και να παραχθεί σε δισεκατομμύρια δόσεις». Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, ακόμη και αν όλα πάνε καλά, τουλάχιστον για ένα από τα εμβόλια που αναπτύσσονται και είναι αυτό η απάντηση στον νέο κορονοϊό, «θα πρέπει πάλι να περιμένεις 18 μήνες. Το οποίο είναι ατυχές, καθώς μέχρι να ξεκινήσει η ευρεία χρήση του εμβολιου, η ζωή δεν θα είναι πάλι όπως ήταν πριν». Και όπως γνωρίζουν πάρα πολύ καλά οι τεχνίτες του λόγου και όχι μόνο, ο χρόνος παράγει δράση.
Πώς προβλέπεται να είναι, όμως, αυτή η νέα κανονικότητα; Πώς θα μοιάζει σε σχέση με τις ζωές μας όπως ήταν πριν και όπως είναι τώρα; Μία εύκολη απάντηση θα ήταν ότι το μέλλον κρύβεται ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Κάτι ανάμεσα στα δύο. Μία ματιά, όμως, λίγο πιο μακριά στον χρόνο και τα γεγονότα, μετά από έξι μήνες για παράδειγμα, μία προσπάθεια κάποιου να περιγράψει το πώς θα είναι η Ελλάδα, η Ευρώπη, ο πλανήτης, το επόμενο φθινόπωρο, αν αυτή η προσπάθεια γίνει με ρεαλισμό και αυτογνωσία, τότε δεν θα μπορέσει να δει πολλά πράγματα.
Σχεδόν τίποτα, καθώς οι αστάθμητοι παράγοντες είναι πολλοί και ένα ενδεχόμενο δεύτερο κύμα του ιού εμποδίζουν τις ακριβείς και μεγαλεπήβολες προβλέψεις. Μία όψη των όσων μπορεί να έρθουν περιέγραψε με μεταφορικό λόγο ο κ. Τσιόδρας, λέγοντας ότι τα μέτρα θα αίρονται και θα επιστρέφουν, «όπως ένας οδηγός πατάει γκάζι στις ευθείες και φρενάρει στις στροφές». Ο Γκέιτς κατέθεσε και αυτός κάποιες σκέψεις του. Τη γνώμη του. «Νομίζω ότι μπορούν να γίνουν πράγματα, όπως οι κατασκευές, η λειτουργία των εργοστασίων, η επιστροφή στο σχολείο. Μεγάλες συγκεντρώσεις, όμως, όπως τα αθλητικά γεγονότα... Είμαι διστακτικός για κάποια πράγματα καθώς τα οικονομικά οφέλη που δημιουργούν σε σχέση με τον κίνδυνο μετάδοσης τα κάνουν ακατάλληλα».
Και τα μπάνια; θα αναρωτηθεί κάποιος. Οι λειτουργίες; Οι μαζικές εκδηλώσεις; Το γήπεδο; Οι συναυλίες; Ο κινηματογράφος; Το θέατρο; Όσα έζησα ή ήμουν έτοιμος να ζήσω; Όλα ανθρώπινα, όμως το δίλημμα είναι παρόμοιο με αυτό που παρουσιάστηκε στην ταινία «Μάτριξ», όταν ο Μορφέας προσέφερε στον Νίο το μπλε και το κόκκινο χάπι. Παίρνοντας το μπλε κάποιος μπορεί να συνεχίζει να περιμένει πότε θα τελειώσει αυτή η ιστορία για να επιστρέψουν τα πράγματα σε αυτό που ήταν πριν, έτσι όπως ήταν πριν.
Προσκολημμένος σε μία συλλογή αναμνήσεων. Με το κόκκινο, έρχεται η συνειδητοποίηση ότι υπάρχει μία νέα κανονικότητα στην οποία οφείλει να προσαρμοστεί, να επιχειρήσει να την κατανοήσει και ει δυνατόν να αποτελέσει συνδημιουργό ενός δύσκολου μέλλοντος. Ίσως, μάλιστα να βρει ανακούφιση στα λόγια του Soren Kierkegaard: Η ζωή δεν είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να λύσεις, αλλά μια πραγματικότητα που πρέπει να βιώσεις.