Ο 75χρονος Τζον Μακάφι, ο εκκεντρικός πρωτοπόρος λογισμικού προστασίας από ιούς αυτοκτόνησε σε κελί φυλακής στη Βαρκελώνη χθες, λίγες ώρες αφότου έμαθε την έκδοσή τους στις ΗΠΑ.
Ο Τζον Μακάφι καταθέτει μέσω βιντεοκλήσης για την επέλασή του στις ΗΠΑ, από τις ισπανικές φυλακές στις 15 Ιουνίου
Ο Μακάφι ήταν αντιμέτωπος με πολλαπλές κατηγορίες φοροδιαφυγής από το 2016 έως το 2018 και χθες έμαθε ότι η Ισπανία συμφώνησε στην έκδοσή του. Βρέθηκε νεκρός στο κελί του στο Center Penitenciari Brians 2 στη Βαρκελώνη.
Η αυτοκτονία του πατέρα του όταν εκείνος ήταν 15 ετών
Γεννημένος στο Ηνωμένο Βασίλειο σε αμερικανική στρατιωτική βάση, ο Τζον Μακάφι μισούσε την αμερικανική κυβέρνηση και είχε δηλώσει στο παρελθόν ότι νιώθει τόσο Βρετανός όσο και Αμερικανός, παρά το ότι μεγάλωσε στην Αμερική.
Όταν ήταν 15 ετών, ο αλκοολικός πατέρας του αυτοκτόνησε. Ο Μακάφι δήλωσε σε συνέντευξή του το 2012 στο Wired ότι ξυπνούσε «κάθε μέρα» με τον πατέρα του. «Κάθε μέρα ξυπνάω μαζί του. Σε κάθε σχέση μου βρίσκεται δίπλα μου. Σε κάθε υποψία, αυτός είναι ο διαπραγματευτής. Άρα η ζωή μου είναι σκ@@@».
Σπούδασε στο Roanoke College στη Βιρτζίνα, όπου άρχισε να πίνει και μετά πήγε για λίγο στο North College της Λουιζιάνα ως διδακτορικός καθηγητής, πριν αποβληθεί το 1968 γιατί είχε κοιμηθεί με μια από τις φοιτήτριές του.
Εθισμένος στα ναρκωτικά και το αλκοόλ
Η πρώτη του δουλειά σε υπολογιστές ήταν στο Missouri Pacific Railroad, έναν από τους πρώτους σιδηροδρόμους, στο Σεντ Λούις. Προσπαθούσαν να χρησιμοποιήσουν έναν υπολογιστή IBM για να προγραμματίσουν τρένα το 1969. Ο Μακάφι έφτιαξε ένα σύστημα που παρήγαγε βελτιστοποιημένες διαδρομές τρένων. Καθώς η καριέρα του στους υπολογιστές άνθισε, ο εθισμός του στα ναρκωτικά και το αλκοόλ μεγάλωσε. Ήταν σύνηθες να παίρνει κοκαΐνη στο γραφείο του πίνοντας ένα μπουκάλι ουίσκι την ημέρα.
Ο Τζον Μακάφι
Η πρώτη του σύζυγος – η μαθήτρια που παντρεύτηκε όταν ήταν έκανε το διδακτορικό του – τον άφησε στη δεκαετία του 1980, επειδή οι εθισμοί του ήταν πλέον εκτός ελέγχου. Το 1983, μόνος στο σπίτι τους χωρίς περιουσία επειδή είχε πουλήσει τα πάντα για να αγοράσει ναρκωτικά, είπε ότι σκέφτηκε να αυτοκτονήσει. Αντ’ αυτού, εντάχθηκε στους Ανώνυμους Αλκοολικούς και ήταν νηφάλιος από τότε μέχρι το θάνατό του.
Πώς ξεκίνησε την εταιρεία του με antivirus λογισμικό
Το 1986 ξεκίνησε την εταιρεία McAfee Associates από το σπίτι που ζούσε στην Σάντα Κλάρα της Καλιφόρνια, όταν διάβασε για το πώς ένας ιός υπολογιστών από τον Πακιστάν, μόλυνε τους αμερικανικούς υπολογιστές. Δημιούργησε ένα λογισμικό προστασίας από ιούς και το διαφήμιζε στις πλατφόρμες ανταλλαγής μηνυμάτων καθιστώντας το διαθέσιμο δωρεάν στον κόσμο.
Μέσα σε 5 χρόνια από την κυκλοφορία του, μεγάλες εταιρείες σε ολόκληρη την Αμερική το χρησιμοποιούσαν. Στη συνέχεια, άρχισαν να πληρώνουν τέλος αδειοδότησης για το λογισμικό το 1990. Ο Μακάφι άρχισε να κερδίζει 5 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο.
Διαφήμιζε την εταιρεία του κάνοντας τους Αμερικανούς να φοβούνται επιθέσεις ασφαλείας στον κυβερνοχώρο ή ιούς από το εξωτερικό, αντλώντας από την δική του παράνοια προκειμένου να τους κάνει παρανοϊκούς και να επενδύσουν στο λογισμικό του. Ήταν ένας αμφιλεγόμενος τρόπος επιχειρηματικής δράσης, αλλά τον υπερασπιζόταν.
Για παράδειγμα, το 1990 ισχυρίστηκε ότι υπήρχε ένας ιός με το όνομα Michelangelo, που θα έβλαπτε 5 εκατομμύρια Αμερικανούς. Λιγότερο από 100.000 επηρεάστηκαν, αλλά οι πωλήσεις της McAfee αυξήθηκαν. Η στρατηγική αποδείχθηκε επικερδής για τον ίδιο, και το 1992 η εταιρεία του έγινε δημόσια για 80 εκατομμύρια δολάρια.
Ο Τζον Μακάφι παντρεύτηκε τη δεύτερη σύζυγό του, Τζούντι και το ζευγάρι μετακόμισε στην Σίλικον Βάλεϊ. Άνοιξε ένα στούντιο γιόγκα στο Κολοράντο το 2000 και για πολλά χρόνια ζούσε μια ζωή που ήταν σχετικά απαλλαγμένη από σκάνδαλα.
Πούλησε σχεδόν τα πάντα και μετακόμισε στο Μπελίζ
Αλλά αργότερα, η παράνοια εισέβαλε στη ζωή του και ήταν πεπεισμένος ότι η αμερικανική κυβέρνηση τον κυνηγούσε. Μέχρι το 2009, μετά από μεγάλες οικονομικές απώλειες λόγω της Μεγάλης Ύφεσης και την κούραση από τον πλούτο του, πούλησε τα περισσότερα από τα υπάρχοντά του και χώρισε για δεύτερη φορά. Ένα πράγμα που ήθελε να κρατήσει ήταν ένα μεγάλο ακίνητο στο Μπελίζ, το οποίο είχε αγοράσει το 2008 και στο οποίο μετακόμισε τον Απρίλιο εκείνης της χρονιάς.
Τα επόμενα έτη, ο Τζον Μακάφι έκοψε τους δεσμούς με αυτό που αποκαλούσε «ευγενική κοινωνία» για να ζήσει στο Μπελίζ και να κάνει παρέα με τους ντόπιους. Σύχναζε σε ένα μπαρ που λεγόταν Lover’s, το οποίο ήταν επίσης πορνείο και που σύμφωνα με τον ίδιο, του ανήκε. Αν και είχε σύντροφο – την Τζένιφερ Ίρβιν – ο ιδιοκτήτης του μπαρ του προμήθευσε μια 16χρονη το 2010. Μέσα σε ένα μήνα από την συνάντησή τους, το ζευγάρι κοιμόταν μαζί και ο Τζον Μακάφι της έφτιαχνε ένα μπανγκαλόου στην ιδιοκτησία του. Το κορίτσι, που λεγόταν Έιμι Εμσγουίλερ, έδωσε συνέντευξη στο Wired to 2012 και είπε ότι ήθελε να ληστέψει τον Μακάφι επειδή νόμιζε ότι ήταν ένας χαζός εκατομμυριούχος.
Το χαρέμι των γυναικών του
Μέχρι το 2013, ο Τζον Μακάφι είχε ένα χαρέμι 7 γυναικών που ζούσαν μαζί του στην ιδιοκτησία του. Ο επιχειρηματίας γνώρισε την επόμενη σύζυγό του, Τζανίς Ντισόν, μια πόρνη το 2012 και το ζευγάρι παρέμεινε παντρεμένο μέχρι το θάνατό του.
Μέχρι εκείνη την χρονιά δεν είχε νομικά προβλήματα έως ότου όμως κρίθηκε άτομο ενδιαφέροντος για τη δολοφονία του γείτονά του στο Μπελίζ, Γκρέγκορι Φολ. Ο Φολ βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του, το οποίο ήταν δίπλα σε αυτό του Μακάφι, με ένα τραύμα από όπλο στο κεφάλι του. Οι εισαγγελείς ισχυρίστηκαν πως ο Μακάφι θα μπορούσε να εμπλέκεται επειδή είχε μεγάλες διαφωνίες μαζί του σχετικά με τα σκυλιά φύλακες στην ιδιοκτησία του.
Αντιμέτωπος με κατηγορίες για τον θάνατο γείτονά του
Για να αποφύγει τον εντοπισμό έστειλε κάποιον άλλον που του έμοιαζε, όπως ισχυρίστηκε, για να ενεργήσει ως δόλωμα. Το κόλπο έπιασε, ο άλλος συνελήφθη και ο Τζον Μακάφι κατάφερε να δραπετεύσει από το Μπελίζ στην Γουατεμάλα. Στην συνέχεια συνελήφθη και εκδόθηκε στις ΗΠΑ - κατόπιν αιτήματος των αρχών του Μπελίζ. Πέταξε στο Μαϊάμι όπου γνώρισε την Ντισόν σε ένα μπαρ και την προσέλαβε για ένα βράδυ.
Ο Τζον Μακάφι κατηγορούσε τις ΗΠΑ για διαφθορά
Οι κατηγορίες σχετικά με τον θάνατο του γείτονά του δεν απαγγέλθηκαν ποτέ αλλά τον μήνυσε η οικογένειά του. Το 2015 κατηγορήθηκε για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, αλλά τα μεγάλα νομικά προβλήματά του στις ΗΠΑ ξεκίνησαν το 2019.
Τότε ήταν που ανακοίνωσε ότι είχε εγκαταλείψει την Αμερική επειδή αυτός και άλλα μέλη της αποτυχημένης εκστρατείας του 2020 για να γίνει πρόεδρος, κατηγορήθηκαν για φοροδιαφυγή σε ομοσπονδιακό δικαστήριο.
Ο Τζον Μακάφι δεν έκανε καμία προσπάθεια να κρύψει ότι δεν πλήρωσε φόρους στις ΗΠΑ. Αντιθέτως, έλεγε επανειλημμένα ότι δεν πίστευε στο σύστημα. Μαζί με την σύντροφό του όργωσαν τις θάλασσες με το «Freedom Boat» και έκανα κρουαζιέρες στην Καραϊβική, ενώ διακήρυττες πως θα εξέθετε «διεφθαρμένους» Αμερικανούς αξιωματούχους, ισχυριζόμενος ότι τον κυνηγούσαν άδικα. Δεν αποκάλυπτε το πού βρισκόταν αλλά πάντα μιλούσε με τα μέσα ενημέρωσης και επικοινωνούσε με τους θαυμαστές του στο Twitter.
Σε ένα περιστατικό, ο Μακάφι αποκάλυψε ότι ένας από τους «σωσίες» του, ο Τζέι Πιζλ, είχε εξαφανιστεί ενώ πήγαινε να δώσει μία ομιλία στη Βαρκελώνη αντ’ αυτού. «Κανείς δεν ξέρει πού βρίσκεται. Δεν είμαι άνθρωπος των θεωριών συνωμοσίας, αλλά δεν πιστεύω στις συμπτώσεις. Δεν έχω ιδέα. Θα μπορούσαν όμως οι ΗΠΑ να το πάνε τόσο μακριά για να με κάνουν να σιωπήσω;» είπε ο Μακάφι. «Μιλήσαμε με τον Τζέι το προηγούμενο βράδυ. Όλα ήταν καλά και ήταν ενθουσιασμένος που θα πήγαινε κρουαζιέρα» έγραψε σε ένα tweet ο Μακάφι. «Η πτήση του έπρεπε να φύγει το επόμενο πρωί. Γνωρίζουμε μόνο ότι δεν εμφανίστηκε στην πτήση του και δεν τον είδε κανείς στο αεροδρόμιο» πρόσθεσε.
Στην συνέχεια, ο Μακάφι απάντησε με ευρείες απειλές για την απελευθέρωση πληροφοριών που είπε ότι θα εκθέσουν ανώτατα επίπεδα της CIA για διαφθορά καθώς και άλλες αρχές των ΗΠΑ. «Εάν συλληφθώ ή εξαφανιστώ, πάνω από 31 terrabytes ενοχλητικών δεδομένων θα κυκλοφορήσουν στον Τύπο» ανέφερε σε πρόσφατο tweet.
Τον Ιούλιο του 2019 έγραψε στο Twitter ότι είχε συλληφθεί στο σκάφος του στη Δομινικανή Δημοκρατία. Αυτός και πέντε άλλοι ήταν ύποπτοι ότι ταξίδευαν σε ένα γιοτ μεταφέροντας υψηλής ποιότητας πυρομαχικά και στρατιωτικό εξοπλισμό, δήλωσαν τότε αξιωματούχοι στο νησί της Καραϊβικής. Αργότερα, αφέθηκε ελεύθερος.
Το 2020 εμφανίστηκε στη Νορβηγία, ισχυριζόμενος ότι συνελήφθη επειδή φορούσε ένα στρινγκ ως μάσκα κατά του κορωνοϊού. Τον Οκτώβριο του 2020 συνελήφθη στην Ισπανία και τελικά τέθηκε υπό κράτηση. Ήταν ακόμη στη φυλακή όταν οι εισαγγελείς στις ΗΠΑ τον κατηγόρησαν για ένα θέμα με τα κρυπτονομίσματα τον περασμένο Απρίλιο. Το υπουργείο Δικαιοσύνης ισχυρίστηκε ότι ανέβαζε την τιμή ενός κρυοπτονομίσματος τουιτάροντας γι’ αυτό, με την μοναδική πρόθεση να το πουλήσει όταν θα έφτανε στο αποκορύφωμα και ο κόσμος θα ενδιαφερόταν γι’ αυτό.
Όσο για την προσωπική του ζωή, εκτός από τις γυναίκες του ο ίδιος τουίταρε το 2020 ότι έχει «47 παιδιά» και δεκάδες ακόμη εγγόνια, αλλά ότι δεν έχει γνωρίσει κανένα από αυτά. Μάλιστα, αποκάλεσε τα παιδιά του «τεμπέληδες» ενώ παραμένουν άγνωστα τα ονόματά τους.
Τζον Μακάφι: Ο άνθρωπος πίσω από τα antivirus, είχε χαρέμι γυναικών, εθισμούς και πουλούσε θεωρίες συνωμοσίας
Ένα λογισμικό για ιούς υπολογιστών που τον έκανε διάσημο και πλούσιο, μια ζωή γεμάτη ναρκωτικά και αλκοόλ, ένα χαρέμι γυναικών και τελικά η αυτοκτονία του σε ένα κελί φυλακής στη Βαρκελώνη. Ποιος ήταν όμως ο Τζον Μακάφι;