Έπειτα από μια ταχεία εμβολιαστική εκστρατεία, η οποία οδήγησε σε ραγδαία μείωση των νέων κρουσμάτων και των θανάτων οι Ισραηλινοί είχαν σταματήσει να φοράνε μάσκες και είχαν άρει όλα τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης.
Επανήλθαν κάποιοι περιορισμοί στο Ισραήλ
Έπειτα εμφανίστηκε η πιο μεταδοτική παραλλαγή του ιού, η Δέλτα, και ακολούθησε μια αύξηση σε νέα κρούσματα, η οποία ανάγκασε τον πρωθυπουργό Ναφτάλι Μπένετ να επιβάλει εκ νέου κάποιους περιορισμούς και να αναθεωρήσει την πολιτική του στον τομέα διαχείρισης της πανδημίας.
Όπως αναφέρεται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με βάση μια πολιτική «ήπιας καταστολής», όπως την χαρακτήρισε ο πρωθυπουργός, η οποία περιλαμβάνει τους κατά το δυνατόν λιγότερους περιορισμούς και την αποφυγή ενός τέταρτου εθνικού λοκντάουν, το οποίο θα έπληττε περαιτέρω την οικονομία, η κυβέρνηση επιθυμεί οι Ισραηλινοί να μάθουν να ζουν με τον ιό.
Δεδομένου ότι οι περισσότεροι Ισραηλινοί που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου έχουν ήδη εμβολιαστεί κατά της COVID-19, ο Μπένετ βασίζεται στο ότι λιγότεροι άνθρωποι σε σχέση με πριν νοσούν όταν αυξάνονται τα κρούσματα.
«Η εφαρμογή της νέας στρατηγικής θα περιλαμβάνει την λήψη κάποιων ρίσκων, αλλά κρίνοντάς την συνολικά, λαμβανομένων υπόψη και οικονομικών παραγόντων, αυτή είναι η απαραίτητη ισορροπία», δήλωσε ο Μπένετ την περασμένη εβδομάδα.
Ο κύριος δείκτης προς αυτή την κατεύθυνση είναι ο αριθμός των βαριά νοσούντων από COVID-19 που νοσηλεύονται σήμερα και αριθμούν τους περίπου 45. Η εφαρμογή θα περιλαμβάνει την παρακολούθηση των μολύνσεων, την ενθάρρυνση των εμβολιασμών, την διενέργεια rapid tests και τις ενημερωτικές εκστρατείες για τη χρήση μάσκας.
Η κυβερνητική στρατηγική οδηγεί σε συγκρίσεις με τα σχέδια της βρετανικής κυβέρνησης να ανοίξει εκ νέου την οικονομία της Αγγλίας από το λοκντάουν, παρότι το Ισραήλ βρίσκεται σε διαδικασία εκ νέου επιβολής ορισμένων μέτρων ενώ το Λονδίνο αίρει τους περιορισμούς.
Οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί εκ νέου περιλαμβάνουν την υποχρεωτική χρήση μάσκας σε εσωτερικούς χώρους και την καραντίνα για όλους όσοι φθάνουν στο Ισραήλ.
Η στρατηγική του Μπένετ, όπως εκείνη της βρετανικής κυβέρνησης, έχει αμφισβητηθεί από ορισμένους επιστήμονες.
Το υπουργείο Υγείας του Ισραήλ προτείνει μεγαλύτερη προσπάθεια για την αναχαίτιση των κρουσμάτων, όπως δήλωσε την Κυριακή στον ραδιοφωνικό σταθμό Kan η Σάρον Αλρόι-Πράις, επικεφαλής δημόσιας υγείας του ισραηλινού υπουργείου Υγείας.
«Είναι πιθανό να μην υπάρξει μεγάλη αύξηση του αριθμού των σοβαρά ασθενών, αλλά το τίμημα ενός τέτοιου λάθους είναι αυτό που μας ανησυχεί», είπε η ίδια. Αλλά πολλοί άλλοι επιστήμονες είναι υποστηρικτικοί.
«Είναι πολύ υπέρ της ισραηλινής προσέγγισης», λέει ο Ναντάβ Νταβίντοβιτς, ο διευθυντής της σχολής Δημόσιας Υγείας στο πανεπιστήμιο του Ισραήλ Μπεν Γκουριόν, περιγράφοντάς την ως ένα «χρυσό μονοπάτι» ανάμεσα στη χαλάρωση των περιορισμών που έκανε η Βρετανία και σε χώρες όπως η Αυστραλία που έχουν υιοθετήσει μια αυστηρότερη στάση.
«Ο κορωνοϊός δεν θα σταματήσει»
Το τελευταίο λοκντάουν στο Ισραήλ επιβλήθηκε τον Δεκέμβριο, περίπου μια εβδομάδα μετά την έναρξη του ταχύτερου εμβολιαστικού προγράμματος στον κόσμο.
Οι νέες ημερήσιες μολύνσεις κορωνοϊού κυμαίνονται σε περίπου 450. Η παραλλαγή Δέλτα, η οποία ταυτοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ινδία, ευθύνεται σήμερα περίπου για το 90% των κρουσμάτων.
«Εκτιμούμε ότι δεν θα φθάσουμε σε κύματα πανδημίας με σοβαρές μολύνσεις, όπως στα προηγούμενα κύματα», είπε ο γενικός διευθυντής του υπουργείου Υγείας, Νάχμαν Ας, την περασμένη εβδομάδα. «Αλλά αν διαπιστώσουμε ότι ο αριθμός και ο ρυθμός αύξησης σοβαρών κρουσμάτων θέτουν σε κίνδυνο το σύστημα υγείας, τότε θα χρειαστεί να πάρουμε περαιτέρω μέτρα».
Περίπου το 60% του ισραηλινού πληθυσμού των 9,3 εκατομμυρίων κατοίκων έχει εμβολιαστεί τουλάχιστον με μια δόση του εμβολίου των Pfizer/BioNtech.
Την Κυριακή η κυβέρνηση ξεκίνησε να χορηγεί και μια ενισχυτική τρίτη δόση για όσους έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα.
Ο Ραν Μπάλισερ, ο πρόεδρος της κυβερνητικής επιτροπής εμπειρογνωμόνων για την COVID-19, είπε ότι το Ισραήλ έχει κατά μέσον όρο πέντε σοβαρά κρούσματα και έναν θάνατο ημερησίως την τελευταία εβδομάδα έπειτα από δύο εβδομάδες καταγραφής μηδενικών θανάτων από την νόσο.
Παρατηρώντας τις επιπτώσεις της παραλλαγής Δέλτα ο ίδιος είπε ότι η επιτροπή συνιστά προσοχή για την άρση των μέτρων.
«Δεν διαθέτουμε επαρκείς τοπικές αποδείξεις για να μπορέσουμε να προβλέψουμε με ακρίβεια τι θα μπορούσε να συμβεί αν το αφήσουμε έτσι», σημείωσε ο ίδιος.
Κάποιες μελέτες έχουν δείξει ότι παρότι υψηλή, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου των Pfizer/BioNTech κατά της παραλλαγής Δέλτα είναι μικρότερη σε σχέση με τις άλλες παραλλαγές του ιού.
Προκαλώντας κριτική από ορισμένους επιστήμονες, οι Pfizer και BioNTech έχουν ανακοινώσει ότι θα ζητήσουν από τις αμερικανικές και τις ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές να δώσουν άδεια για ενισχυτικές δόσεις εμβολίου ώστε να αποφευχθεί ο αυξημένος κίνδυνος μόλυνσης έξι μήνες μετά τον εμβολιασμό.
Το Ισραήλ δεν βιάζεται να εγκρίνει τις ενισχυτικές δόσεις για το ευρύ κοινό και λέει ότι δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία που να δείχνουν ότι είναι απαραίτητες.
Εγκρίνει αναμνηστική δόση μόνο για ανθρώπους με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα και αυτό κατά περίπτωση.
Οι αρχές επίσης εξετάζουν να επιτρέψουν σε παιδιά κάτω των 12 ετών να εμβολιάζονται, επίσης κατά περίπτωση, αν πάσχουν από υποκείμενη νόσο που τα καθιστά ευάλωτα για την εμφάνιση σοβαρών επιπλοκών σε περίπτωση μόλυνσής τους με τον ιό.
Μόλις «μερικές εκατοντάδες» από τα 5,5 εκατομμύρια πολίτες που έχουν εμβολιαστεί στο Ισραήλ μολύνθηκαν στη συνέχεια με κορωνοϊό, διευκρίνισε ο Ας.
Πριν από την έλευση της παραλλαγής Δέλτα το Ισραήλ εκτιμούσε ότι το 75% του πληθυσμού έπρεπε να εμβολιαστεί για να επιτευχθεί η συλλογική ανοσία, δηλαδή το επίπεδο εκείνο στο οποίο ένα επαρκές μέρος του πληθυσμού είναι εμβολιασμένο ώστε να μπορεί να σταματήσει η εξάπλωση της νόσου. Σήμερα το όριο αυτό τοποθετείται στο 80%. Αυτά τα στοιχεία είναι που ανησυχούν τους γιατρούς.
«…ο ιός δεν θα σταματήσει. Εξελίσσεται, είναι η φύση του. Αλλά η δική μας φύση είναι να επιβιώνουμε», λέει ο δρ. Γκαντί Σεγκάλ, ο επικεφαλής του θαλάμου covid στο Ιατρικό Κέντρο Σέμπα, κοντά στο Τελ Αβίβ.