Οι ενάγοντες είχαν δώσει προθεσμία οκτώ εβδομάδων στην Volkswagen για να εξετάσει τα αιτήματά τους, τα οποία περιελάμβαναν τον τερματισμό της παραγωγής αυτοκινήτων με μηχανή εσωτερικής καύσης μέχρι το 2030 και τον περιορισμό, μέχρι τότε, των εκπομπών άνθρακα κατά τουλάχιστον 65% από τα επίπεδα του 2018 προτού καταθέσουν την αγωγή. Η Volkswagen δεν απάντησε άμεσα σε αίτημα να σχολιάσει.
Η Volkswagen είχε υποστηρίξει ότι δεν θεωρεί πως η προσφυγή στη δικαιοσύνη κατά μεμονωμένων εταιρειών είναι η κατάλληλη λύση για την αντιμετώπιση ενός ζητήματος που αφορά ολόκληρη την κοινωνία.
«Η Volkswagen δεσμεύτηκε το 2018 να ικανοποιήσει τους όρους της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα, με την επένδυση 35 δισεκατομμυρίων ευρώ στην ηλεκτροκίνηση μέχρι το 2025», είχε δηλώσει ένας εκπρόσωπός της τον Σεπτέμβριο όταν είχε υποβάλει τα αιτήματά της η Greenpeace.
Μια παρόμοια αγωγή είχε κατατεθεί στα τέλη Σεπτεμβρίου από τους επικεφαλής της γερμανικής περιβαλλοντικής οργάνωσης Deutsche Umwelthilfe εναντίον της BMW και της Daimler, όταν αμφότερες οι εταιρείες είχαν επίσης απορρίψει τα αιτήματα να τερματίσουν την παραγωγή αυτοκινήτων που χρησιμοποιούν για την κίνησή τους ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2030 και να περιορίσουν μέχρι τότε τις εκπομπές άνθρακα.
Οι αγωγές βασίζονται σε δύο παλαιότερες υποθέσεις που σχετίζονται με το κλίμα: μια απόφαση γερμανικού δικαστηρίου τον Μάιο του 2020 που ανέφερε ότι η χώρα δεν πέτυχε να προστατεύσει τις μελλοντικές γενιές από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και μια απόφαση ολλανδικού δικαστηρίου, τον ίδιο μήνα, που επέβαλε στην ολλανδο-βρετανική πολυεθνική εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου, να περιορίσει τις εκπομπές της -η πρώτη φορά που μια ιδιωτική εταιρεία κρίνεται υπεύθυνη για τις επιπτώσεις ενεργειών