Παρ’ όλα αυτά, όταν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν κάθισε την Τετάρτη μαζί με τους ηγέτες της Ουκρανίας, της Γερμανίας και της Γαλλίας στο Μινσκ για να συζητήσει τη σύγκρουση στην Ανατολική Ουκρανία, κατείχε ακόμη τα πιο σημαντικά χαρτιά στα χέρια του.
Επί μήνες, οι συχνά διασπασμένοι ηγέτες της Ευρώπης μιλούσαν με μία φωνή για την Ουκρανία, αποκλείοντας στρατιωτική λύση και δεσμευόμενοι μαζί με τις αντιμαχόμενες πλευρές ότι θα αναζητηθεί τρόπος για τη διπλωματική επίλυση της διένεξης. Στο Μινσκ, όμως, βρέθηκαν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα: ο κ. Πούτιν διατηρεί το πάνω χέρι, ακριβώς επειδή είναι έτοιμος να χρησιμοποιήσει στρατιωτική ισχύ για να πετύχει όσα θέλει σε διπλωματικό επίπεδο.
Σε μία ένδειξη ευρωπαϊκής αφοσίωσης στη διπλωματία, τόσο η Γερμανίδα καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, η ισχυρότερη πολιτική προσωπικότητα της ηπείρου, όσο και ο πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, ο ηγέτης της μεγαλύτερης χώρας της Δυτικής Ευρώπης, ταξίδεψαν την Τετάρτη στο Μινσκ με στόχο μια ύστατη προσπάθεια αναζωογόνησης της ειρηνευτικής διαδικασίας που εγκαινιάστηκε τον Σεπτέμβριο με τη συμφωνία εκεχειρίας, η οποία επίσης συνήφθη στο Μινσκ. Το έκαναν παρόλο που κατά τον εκπρόσωπο της Μέρκελ, Στέφεν Ζάιμπερτ, υπήρχε μόνο «μια αχτίδα ελπίδας». Στο Μινσκ, όμως, η ευρωπαϊκή πίστη στην «πολιτική λύση», μια επωδός που επαναλήφθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια του περασμένου χρόνου σε κάθε συνάντηση στις Βρυξέλλες μεταξύ ηγετών και υπουργών Εξωτερικών, αντιμετώπισε τη σκληρή πραγματικότητα, που έχει δημιουργήσει ο Πούτιν, του οποίου η υποστήριξη προς τους αυτονομιστές αντάρτες υπονόμευσε την προηγούμενη συμφωνία του Μινσκ, ενίσχυσε την αναζήτηση αμιγούς στρατιωτικής λύσης και τόνωσε τις φωνές στην Ουάσιγκτον που ζητούν στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία.
Η Φιόνα Χιλ, ανώτατη αξιωματούχος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών για τις ρωσικές υποθέσεις από το 2006 έως το 2009, η οποία διευθύνει σήμερα το Κέντρο Αμερικανικών και Ευρωπαϊκών Μελετών του Ινστιτούτου Brookings, προέβλεψε ότι οποιαδήποτε συμφωνία για εκεχειρία θα είναι «μόνο προσωρινή, όπως και η τελευταία», επειδή ο κ. Πούτιν διαρκώς μετακινείται από τη διπλωματική στη στρατιωτική οδό και ανάποδα, ανάλογα με ποια συμφέρει περισσότερο τη Ρωσία. Η Δύση, πρόσθεσε, βοηθάει αυτούς τους τακτικισμούς της Ρωσίας, ξεκαθαρίζοντας τι ακριβώς θέλει, ενώ ο κ. Πούτιν αφήνει τους πάντες να αναρωτιούνται. Μιλώντας στις Βρυξέλλες, τη Δευτέρα, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών, Λοράν Φαμπιούς, επέμεινε ότι οι συνομιλίες μεταξύ των ηγετών Γαλλίας, Γερμανίας, Ρωσίας, Ουκρανίας και φιλορώσων αυτονομιστών θα πρέπει να ενισχύσουν και όχι να ξαναγράψουν το πρωτόκολλο του Μινσκ, που υπεγράφη τον Σεπτέμβριο. Αναγνώρισε όμως ότι η επανεφαρμογή του δεν αποτελεί πλέον εναλλακτική λύση, λόγω «συγκεκριμένων εξελίξεων σε επίπεδο εδαφικών διεκδικήσεων», δηλαδή της προέλασης φιλορώσων μαχητών, που έχει επεκτείνει την περιοχή που ελέγχουν κατά 200 τετραγωνικά μίλια από τον περασμένο Σεπτέμβριο. Τις εβδομάδες πριν από τις συνομιλίες του Μινσκ την περασμένη Τετάρτη, αντάρτες, ενισχυμένοι από την παροχή νέων προμηθειών σε ρωσικά όπλα, κατέλαβαν τα συντρίμμια του αεροδρομίου του Ντονέτσκ και εξαπέλυσαν μια επιχείρηση κατά της πόλης Ντεμπάλτσεβε, σημαντικού σιδηροδρομικού κόμβου και τελευταίου θυλάκου των υπό ουκρανικό έλεγχο περιοχών σε μια μεγάλη έκταση βόρεια του Ντονέτσκ.
Το χάσμα μεταξύ της ευρωπαϊκής διπλωματίας και της προσέγγισης του Πούτιν στο ουκρανικό ζήτημα επέτρεψε σε Μόσχα και Βρυξέλλες να παίξουν δύο εντελώς διαφορετικά παιχνίδια, ανέφερε η Αμάντα Πολ, ειδικά σε ρωσικά ζητήματα στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής, με έδρα τις Βρυξέλλες.
Αν και τα τελικά σχέδιά του όσον αφορά την Ουκρανία είναι ασαφή πέρα από αυτό που θεωρεί ως προσπάθεια του ΝΑΤΟ να προχωρήσει βαθύτερα σε πρώην σοβιετικά εδάφη, ο Πούτιν έχει αποσαφηνίσει την επιθυμία του να διχάσει την Ε.Ε., προσεγγίζοντας χώρες όπως η Ουγγαρία και η Ελλάδα, όπου η νέα κυβέρνηση ήγειρε αμφιβολίες για τη σοφία των κυρώσεων σε βάρος της Μόσχας. Μέχρι τώρα πάντως η ομάδα των «28» κατάφερε να μείνει ασυνήθιστα ενωμένη, εν μέρει λόγω των σχετικά μετριοπαθών κυρώσεων, σε συμφωνία με την Ουάσιγκτον.
Μπρα ντε φερ Μόσχας και Ε.Ε. για ειρήνη
Τα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου και το εθνικό νόμισμα της χώρας του έχουν καταρρεύσει. Η οικονομία της Ρωσίας συρρικνώνεται και ορισμένοιαπό τους συμμάχους του στη Μόσχα αναρωτιούνται πού τους οδηγεί.