Όταν η σχολική επίδοση του παιδιού γίνεται εμμονή για τους γονείς

17 Ιανουαρίου 2012 14:43
8140 φορές

Η σχολική επίδοση είναι ένα φλέγον θέμα, που απασχολεί τους περισσότερους γονείς. Ένα παιδί που φαίνεται να μην αποδίδει

στα μαθήματα, τους γεμίζει με μεγάλη ανησυχία. Στις μέρες μας οι ευκαιρίες για μάθηση είναι περισσότερες, γι' αυτό όλο και μεγαλύτερο ποσοστό παιδιών αναμένεται να προοδεύσει, να μορφωθεί και να αποκτήσει πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Οι προσδοκίες αυτές φορτώνουν με άγχος τους γονείς, οι οποίοι θέλουν, φυσικά, το καλύτερο για το παιδί τους και απογοητεύονται όταν βλέπουν πως οι σχολικές του επιδόσεις δεν ανταποκρίνονται στο αναμενόμενο.

Πάντοτε μέσα στη σχολική τάξη υπήρχαν οι καλοί, οι μέτριοι και οι κακοί μαθητές, ωστόσο, σε παλαιότερες εποχές, δε δινόταν τόσο μεγάλη σημασία στη διάκριση αυτή και το παιδί προσπαθούσε μόνο του να αντεπεξέλθει στις σχολικές υποχρεώσεις. Σήμερα που τα παιδιά είναι φορτωμένα με περισσότερα και δυσκολότερα μαθήματα, οι διαφορές αυτές γίνονται εντονότερες και αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Ένα σημερινό παιδί μπορεί βεβαίως να τα βγάλει πέρα με τις εργασίες του μόνο του, χωρίς την παρακολούθηση των γονέων, ωστόσο για να συμβεί αυτό είναι απαραίτητο να υπάρχουν και οι κατάλληλες προϋποθέσεις.

Ποιοι παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν τη σχολική επίδοση;

Τρεις είναι οι τομείς, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια ενδεχόμενη σχολική αποτυχία: ο σωματικός, ο πνευματικός και ο ψυχολογικός. Ο πρώτος τομέας, ο σωματικός, περιλαμβάνει οτιδήποτε έχει σχέση με την υγεία του παιδιού. Ένα παιδί που βασανίζεται από μια χρόνια κατάσταση, όπως είναι οι συχνές ωτίτιδες, χάνει αρκετές ώρες από τα σχολικά μαθήματα, ενώ παράλληλα γίνεται ιδιαίτερα αδύναμο και μειώνεται η αντοχή του. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται και τα παιδιά που έχουν κάποια αισθητηριακή δυσλειτουργία. Ένα παιδί με προβλήματα όρασης ή ακοής δεν είναι σε θέση να παρακολουθήσει πλήρως το μάθημα, κουράζεται εύκολα και δυσκολεύεται να μελετήσει όσο θα ήθελε. Υπάρχουν, συνεπώς, λόγοι υγείας, χρόνιοι ή παροδικοί, οι οποίοι είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε μαθησιακά κενά.

Ο δεύτερος τομέας, ο πνευματικός, αναφέρεται στις διανοητικές ικανότητες του παιδιού, οι οποίες πρέπει να είναι τουλάχιστον στο μέσο όρο των παιδιών της ηλικίας του. Βέβαια, εδώ δεν αναφερόμαστε σε παιδιά που έχουν φανερή νοητική υστέρηση. Τα παιδιά αυτά, συνήθως, δε φοιτούν σε κανονικό σχολείο, αλλά σε ειδικά τμήματα, όπου γίνεται η κατάλληλη διδασκαλία με τα κατάλληλα μέσα. Αναφερόμαστε σε παιδιά που υπολείπονται ελάχιστα του μέσου όρου και είναι δύσκολο να γίνουν αντιληπτά τα προβλήματά τους. Ωστόσο, δε διαθέτουν τις ίδιες ικανότητες με τους συνομηλίκους τους και δεν τα καταφέρνουν εξίσου καλά στις σχολικές υποχρεώσεις, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές τους.

Κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες, οι μειωμένες ικανότητες αυτών των παιδιών δεν τα εμποδίζουν να συμβαδίσουν με τους συνομηλίκους. Τις περισσότερες φορές, καταφέρνουν να ολοκληρώσουν τουλάχιστον το Γυμνάσιο και να φοιτήσουν σε κάποια επαγγελματική σχολή, η οποία τους παρέχει επαγγελματικές γνώσεις, ώστε να εργαστούν και να ζήσουν ικανοποιητικά.

Ο τελευταίος τομέας αφορά την ψυχολογία και τη συμπεριφορά. Πρόκειται για παιδιά που παρουσιάζουν χαμηλή σχολική επίδοση και συνήθως τους αποδίδονται διάφοροι χαρακτηρισμοί, όπως άτακτα, επιθετικά, αφηρημένα και αδιάφορα. Στη βάση, όμως, αυτών των συμπεριφορών υπάρχει μια αιτιολογία, η οποία δικαιολογεί απόλυτα τις χαμηλές επιδόσεις. Παραδείγματος χάριν, ένα παιδί αφηρημένο, που μέσα στην τάξη φαίνεται να βυθίζεται στις σκέψεις του και να μην παρακολουθεί το μάθημα, θα μπορούσε να παρουσιάζει διάσπαση προσοχής. Επιπλέον, ένα παιδί που κάνει πολλά λάθη, θα μπορούσε να αντιμετωπίζει κάποια σοβαρή μαθησιακή δυσκολία, όπως είναι η δυσλεξία.

Οικογενειακοί παράγοντες και σημαντικά γεγονότα στη ζωή ενός παιδιού μπορεί να έχουν, επίσης, αρνητική επίδραση στις σχολικές επιδόσεις. Στην κατηγορία αυτή θα μπορούσαμε να αναφέρουμε παιδιά που ανήκουν σε μεγάλες οικογένειες και είναι επιφορτισμένα με ευθύνες και ασχολίες πέραν του κανονικού και δεν τους μένει χρόνος για μελέτη. Παιδιά που οι συνθήκες στο σπίτι δεν τους εξασφαλίζουν ηρεμία για διάβασμα. Επιπλέον, καταστάσεις που διασπούν τον ψυχικό κόσμο ενός παιδιού και δεν του επιτρέπουν να συγκεντρωθεί στα σχολικά μαθήματα είναι ο θάνατος ενός γονέα, ένα διαζύγιο, οικονομικά προβλήματα της οικογένειας κ.ά.

Τέλος, θα πρέπει να επισημάνουμε το ρόλο που παίζει και ο ίδιος ο δάσκαλος στη σχολική επίδοση. Η προσωπικότητα και ο τρόπος διδασκαλίας του αποτελούν ισχυρό κίνητρο για μάθηση. Καθορίζουν το κατά πόσο θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον του μαθητή και θα δημιουργήσουν μια θετική εικόνα, τόσο για το κάθε μάθημα, όσο και για το σχολείο γενικότερα. Είναι, λοιπόν, ιδιαίτερα, σημαντικό εμείς οι ίδιοι να ερχόμαστε σε επαφή με το δάσκαλο ή τη δασκάλα του παιδιού, ώστε να κατατοπιζόμαστε για τα ζητήματα που το αφορούν και να ανταλλάσσουμε απόψεις, με τρόπο όμως, όχι επικριτικό, αλλά που να δηλώνει εκτίμηση και αναγνώριση στο έργο τους. Η συνεργασία γονέων και εκπαιδευτικών λειτουργεί πάντα προς όφελος των παιδιών.

Βέβαια, η ευθύνη δεν πέφτει μόνο πάνω σε εμάς. Και ο εκπαιδευτικός οφείλει να επιδιώκει επαφή μαζί μας. Όταν αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα με το παιδί, σε επίπεδο είτε μαθησιακό είτε συμπεριφοράς, θα πρέπει να επιδιώκει να ενημερωθεί για τυχόν σημαντικά γεγονότα που μπορεί να προέκυψαν στη ζωή του, για πιθανά προβλήματα υγείας που το εμποδίζουν να παρακολουθήσει τη μαθησιακή διαδικασία κ.ά. Ας μην ξεχνάμε ότι κάποιες φορές μια άδικη συμπεριφορά από μέρους του δασκάλου μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αποθάρρυνση και την εγκατάλειψη κάθε προσπάθειας.

Ποια είναι, τελικά, η σημασία της σχολικής επίδοσης;

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια εμμονή γύρω από το θέμα των βαθμών, η οποία θα μπορούσε να αποδοθεί σε διάφορους λόγους, Πρώτον, το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα έχει συνδέσει άμεσα τους βαθμούς με την πανεπιστημιακή εκπαίδευση και το παιδί, ακόμα και από το Δημοτικό, καλείται να είναι άριστος μαθητής για να μην «αφήνει κενά». Δεύτερον, συχνά δημιουργούνται στην τάξη διακρίσεις, όπου τα παιδιά με χαμηλότερους βαθμούς γίνονται οι «αποδιοπομπαίοι τράγοι». Θα μπορούσαμε ακόμα και να θεωρήσουμε πως οι βαθμοί είναι τόσο σημαντικοί, επειδή αντανακλούν τις επιδόσεις των ίδιων των γονέων ως γονείς.

Ωστόσο, είναι πολύ σημαντικό να αποδεσμευτούμε λίγο από την εμμονή αυτή. Χωρίς να υποβιβάζουμε τα παιδιά που είναι άριστοι μαθητές, θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι υψηλοί βαθμοί δε σημαίνουν απαραίτητα και ένα ψυχικά υγιές παιδί. Σκεφτείτε ένα παιδί που καταβάλλει υπεράνθρωπες προσπάθειες για να ανέβει στην κορυφή, όχι επειδή έχει ιδιαίτερη κλίση στη μάθηση, αλλά επειδή υποκύπτει στις πιέσεις και τις απαιτήσεις των γονέων ή των εκπαιδευτικών, προκειμένου να γίνει αρεστό. Από την άλλη πλευρά, φανταστείτε ένα παιδί που έχει σπαταλήσει άπειρες ώρες μελέτης για ένα σχολικό διαγώνισμα και παρά την προσπάθειά του, το αποτέλεσμα είναι χαμηλότερο του αναμενόμενου.

Οι περιπτώσεις αυτές είναι αρκετά δύσκολες, γιατί ακόμα και ο ίδιος ο γονιός, πολλές φορές δεν είναι σε θέση να αιτιολογήσει τα προβλήματα αυτά και αποδίδει την κακή επίδοση σε τεμπελιά ή αφηρημάδα, αντιδρώντας με θυμό, τιμωρίες και πίεση. Ο θυμός, η τιμωρία, η απογοήτευση είναι αντιδράσεις που είναι δυνατόν να προκαλέσουν ψυχολογικά προβλήματα στο παιδί, τα οποία εκδηλώνονται με επιθετικότητα, άγχος, καταθλιπτικά συμπτώματα και χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Η αντίδραση αυτή περιπλέκει την κατάσταση, καθώς το παιδί χάνει το ηθικό του, απογοητεύεται και εγκαταλείπει την προσπάθεια. Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, οι γονείς να γνωρίζουν και να κατανοούν τις πραγματικές δυνατότητες του παιδιού, ώστε πρώτον, να έχουν ρεαλιστικές προσδοκίες και δεύτερον, να εντοπίσουν το σωστό δρόμο, μέσω του οποίου το παιδί θα προοδεύσει.

Το σημαντικότερο όλων στην υπόθεση «βαθμοί» δεν είναι ο αριθμός. Είναι η προσπάθεια που έχει καταβάλλει το παιδί. Ας μην ξεχνάμε ότι εξωτερικοί παράγοντες, τους οποίους το παιδί αδυνατεί να ελέγξει, μπορεί να είναι υπεύθυνοι για έναν έλεγχο με χαμηλούς βαθμούς (π.χ. η δυσλεξία). Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν έχει πάντα σημασία το αποτέλεσμα. Η επίδοση δε συμβαδίζει πάντα με την προσπάθεια που έχει καταβάλλει το παιδί.

Αυτό που χρειάζεται είναι ο έπαινος, η ενθάρρυνση. Θα πρέπει να προσπαθούμε να μετατοπίζουμε το επίκεντρο της συζήτησης. Να μη μένουμε στους βαθμούς, αλλά στην προσπάθεια, εφόσον βέβαια έχουμε δει ότι το παιδί ήταν πρόθυμο για κάτι καλύτερο. Παρότρυνση για επιπλέον προσπάθεια, αλλά παράλληλα και παροχή κινήτρων για μεγαλύτερη προσπάθεια, περισσότερες ευκαιρίες για μάθηση.

Σημασία, λοιπόν, δεν έχει το να γίνει το παιδί ο επιστήμονας που ονειρευόμαστε ή που ονειρευόμασταν να γίνουμε εμείς οι ίδιοι κάποτε. Σημασία έχει να γίνει ένας ευτυχισμένος και ικανοποιημένος άνθρωπος από αυτά που θα έχει πετύχει.

ΒΑΡΒΑΡΑ ΜΠΕΛΕΣΙΩΤΗ
ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ, MSc
{plusone lang=el}

Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 01 Φεβρουαρίου 2015 04:09
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)
Parianotypos.gr

Curabitur ultrices commodo magna, ac semper risus molestie vestibulum. Aenean commodo nibh non dui adipiscing rhoncus.

Ιστότοπος: http://www.themewinter.com

Ειδησεογραφικός, Ενημερωτικός, Ιστότοπος με σεβασμό στην αμερόληπτη ευρεία παρουσίαση των γεγονότων. Έγκυρη και έγκαιρη καθημερινή ενημέρωση!

 

 online mediaΜέλος του μητρώου
 ONLINE MEDIA
  Επικοινωνία

 

Διαγωνισμός

diagonismoi prosexos