Το Facebook για πρώτη φορά αναγνώρισε δημοσίως ότι η χρήση του θα μπορούσε να αποβεί επιβλαβής για την υγεία των χρηστών του. Και η συμβουλή του είναι απλή: το φάρμακο για το κακό Facebook είναι το περισσότερο καλό Facebook.
Ερευνητές του μεγαλύτερου μέσου κοινωνικής δικτύωσης παραδέχθηκαν σε ανάρτησή τους σε ένα εταιρικό ιστολόγιο ότι όντως υπάρχουν ανεξάρτητες μελέτες οι οποίες υποστηρίζουν ότι το να περνά κανείς χρόνο στο Facebook «καταναλώνοντας παθητικά πληροφορίες» μπορεί «να κάνει τους ανθρώπους να νιώσουν χειρότερα» ψυχικά και σωματικά.
Το αντίδοτο, όπως υποστηρίζουν τα στελέχη του Facebook, με επικεφαλής τον διευθυντή ερευνών Ντέηβιντ Γκίνσμπεργκ, είναι να αλληλεπιδρά κανείς με πιο ενεργητικό τρόπο με τους άλλους χρήστες, αντί να παραμένει παθητικός θεατής, κάνοντας αρνητικές συγκρίσεις με τη ζωή των άλλων και απέχοντας από τη διαπροσωπική επαφή.
Υπογράμμισαν επίσης ότι οι σχετικές μελέτες έχουν ανάμικτα ευρήματα και δείχνουν ότι το Facebook μπορεί επίσης να έχει θετική επίπτωση στην ψυχολογία ενός χρήστη.
«Συνοπτικά, η δική μας έρευνά μας και των άλλων επιστημόνων δείχνει ότι για την επίδραση στην ψυχική κατάσταση κάποιου, αυτό που έχει σημασία είναι το πώς χρησιμοποιεί κανείς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό που θέλουμε, είναι ο χρόνος που περνάνε οι άνθρωποι στο Facebook, να ενθαρρύνει τις ουσιαστικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις», αναφέρει ο Γκίνσμπεργκ και οι άλλοι ερευνητές του Facebook.
Πάντως, έστω και η μερική δημόσια αναγνώριση ότι υπάρχει περίπτωση το Facebook να έχει αρνητική επίπτωση στην ψυχική και σωματική υγεία ενός ανθρώπου, αποτελεί μια ένδειξη για την αυξανόμενη κοινωνική πίεση που δέχεται το ίδιο, καθώς αυξάνονται οι εναντίον του επικρίσεις, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς, τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» και τη «Γκάρντιαν».
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ενός πρώην στελέχους του Facebook, που προ ημερών το κατηγόρησε ότι καταστρέφει τον κοινωνικό ιστό, προωθώντας την απουσία πραγματικού διαλόγου και συνεργασίας και διασπείροντας παραπληροφόρηση και ψεύδη - κατηγορίες που γνώρισαν μεγάλη δημοσιότητα διεθνώς.
Το 2017 υπήρξε ένα μάλλον άσχημο έτος για το Facebook, που ναι μεν συνέχισε να αυξάνει τους χρήστες του διεθνώς, όμως βρέθηκε κατ' επανάληψη στο στόχαστρο, μεταξύ άλλων ότι αποτελεί όχημα διάδοσης της ρωσικής προπαγάνδας, των ψευδών ειδήσεων (fake news), του ρατσισμού, του εξτρεμισμού, της τρομοκρατίας, της κρατικής καταπίεσης των πολιτών, των ενοχλητικών διαφημίσεων κ.α.
Ο επικεφαλής του Facebook Μαρκ Ζάκερμπεργκ απολογήθηκε για τα λάθη του και υποσχέθηκε ότι λαμβάνει μέτρα, ώστε να υλοποιήσει τον στόχο του που «είναι να έλθει ο κόσμος πιο κοντά». Ενώ έφθασε στο σημείο να δηλώσει ότι «η προστασία της κοινότητάς μας είναι πιο σημαντική από την μεγιστοποίηση των κερδών μας».
Από την άλλη όμως, σύμφωνα με τους αναλυτές, το Facebook (μαζί με τις θυγατρικές του Messenger, Instagram και WhatsApp) κάνει ό,τι μπορεί για να γίνει πιο εθιστικό και δεν παραλείπει να κάνει ανοίγματα ακόμη και στα παιδιά, όπως δείχνει η δημιουργία του νέου Messenger Kids, που ουσιαστικά θα αποτελέσει «προθάλαμο» για το Facebook.