Ποια είναι η θέση και, κυρίως, ποιες οι προοπτικές της Ελλάδας στον καινούριο ψηφιακό κόσμο, ο οποίος διαμορφώνεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς; Η Τεχνητή Νοημοσύνη άραγε έρχεται για να μετατρέψει πολλούς από εμάς σε ανέργους ή δημιουργεί νέες ευκαιρίες απασχόλησης; Με ποιον τρόπο μπορεί κάποιος να επενδύσει στην ΤΝ και να κερδίσει χρήματα; Η Πέγκυ Αντωνάκου επιχειρεί να δώσει ορθολογικές, πειστικές απαντήσεις σε μια σειρά από ερωτήματα για το σήμερα και, κυρίως, το αύριο.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΑΚΙΡΟΓΛΟΥ: Η ιστορία της Google στην Ελλάδα από το 2004 συμπίπτει, λίγο-πολύ, με την κυκλοφορία του «Πρώτου Θέματος». Αν δεν έχετε αντίρρηση, θα μπορούσαμε να αρχίσουμε τη συζήτησή μας από τα στοιχειώδη, από κάποιες, απλοϊκές ίσως, απορίες. Οπως π.χ. γιατί η Google, κατ’ αρχάς, βρίσκεται στην Ελλάδα; Και σε συνάφεια με αυτό, γιατί επικεφαλής της Google Ελλάδος και Νοτιοανατολικής Ευρώπης είστε εσείς, μια Ελληνίδα;
ΠΕΓΚΥ ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ: Κατά κάποιον τρόπο, η ουσία της απάντησης και στα δύο σκέλη της ερώτησής σας είναι κοινή. Και η απάντηση είναι, απλώς, ότι η Google διέκρινε δυνατότητες εξέλιξης και ανάπτυξης, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε εμένα, εφόσον με ρωτάτε. Θα, έλεγα, μάλιστα, ότι στη δική μου περίπτωση η αίσθηση ήταν αμοιβαία, διότι όταν προέκυψε το ενδεχόμενο μεταγραφής μου στην Google δεν είχα σοβαρό λόγο να φύγω από την προηγούμενη εταιρεία όπου εργαζόμουν, ήμουν πολύ ευχαριστημένη εκεί και είχα μια πολύ επιτυχημένη πορεία. Ομως, ένιωσα πως στην Google ανοίγονταν νέες προκλήσεις, ότι θα μπορούσα να μάθω περισσότερα και καινούρια πράγματα, ότι θα μπορούσα να προσφέρω κι εγώ από την πλευρά μου.
Τώρα σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, όντως, όπως υπονοείτε, δεν υπήρχε κανένας λόγος για την Google να δημιουργήσει μια έδρα στη χώρα μας, υπό την έννοια ότι από τη φύση τους οι υπηρεσίες που προσφέρει ο Ομιλος Google είναι οικουμενικές, δεν έχουν εντοπιότητα. Αυτό όμως ισχύει μόνο φαινομενικά. Διότι η παρουσία της Google στην Ελλάδα έχει στρατηγική σημασία. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα είναι μία από τις μόλις 7 χώρες που έχει επιλέξει και εμπιστεύεται η Ευρωπαϊκή Ενωση για τη δημιουργία εργοστασίων Τεχνητής Νοημοσύνης (AI factories). Αν επιστρέψουμε νοερά στο 2000 ή το 2005, όταν άρχισε να κυκλοφορεί η εφημερίδα σας, πόσο λογικό θα ακουγόταν ένα σενάριο για το 2025, στο οποίο η Ελλάδα θα κατείχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέλιξη της ψηφιακής τεχνολογίας - και δη σε ευρωπαϊκό επίπεδο; Εκείνη την εποχή, αν θυμάστε, όλοι μιλούσαν για το «τρένο της πληροφορικής» το οποίο δεν έπρεπε να χάσει η πατρίδα μας, αλλά που έμοιαζε βέβαιο ότι θα χαθεί. Δεν νομίζω πως ήταν κανείς αισιόδοξος. Να όμως που η Ελλάδα τα κατάφερε.
Β.ΤΣ.: Επιτρέψτε μου, παρακαλώ, να παρεμβάλω μία ακόμη αφελή απορία: Πώς μπορεί κάποιος να κερδίσει χρήματα από την Τεχνητή Νοημοσύνη; Εστω ότι υπάρχει ένας επιχειρηματίας, παντελώς άσχετος με την ΤΝ. Ακούει, ωστόσο, ότι σε μερικά χρόνια από σήμερα η αγορά στον συγκεκριμένο τομέα θα έχει μεγεθυνθεί σε εκατοντάδες δισ. ή και τρισ. δολάρια. Πού πρέπει να επενδύσει ώστε να αποκομίσει κέρδος από αυτό το «ΑΙ», το οποίο ξαφνικά μοιάζει να βρίσκεται παντού γύρω μας;
Π.Αντ.: Η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) αποτελεί πλέον μια θεμελιώδη τεχνολογία που διαμορφώνει το μέλλον της οικονομίας και της επιχειρηματικότητας. Η λειτουργία και η αξιοποίησή της στηρίζονται σε τρία βασικά επιχειρηματικά μοντέλα. Από τη μία πλευρά υπάρχουν οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες, όπως η Google, που λειτουργούν ως βασικοί «παραγωγοί» της ΤΝ. Επενδύουν τεράστιους πόρους στην έρευνα και ανάπτυξη νέων αλγορίθμων, πλατφορμών και εργαλείων, επιταχύνοντας τη διάχυση της τεχνολογίας και καθιστώντας την προσβάσιμη σε διαφορετικούς κλάδους. Την ίδια στιγμή, η ΤΝ αποτελεί εργαλείο που βοηθά όλους τους κλάδους, από τη βιομηχανία και την υγεία μέχρι τις μεταφορές και τον δημόσιο τομέα.
Προβλέπει πρότυπα πρωτεϊνών, παρέχει έγκαιρες προειδοποιήσεις για φυσικές καταστροφές και επιταχύνει την επιστημονική πρόοδο. Παράλληλα, μειώνει το κόστος και αυξάνει την αποδοτικότητα, βελτιστοποιώντας διαδικασίες όπως η συντήρηση εξοπλισμού, η εξοικονόμηση καυσίμων στις θαλάσσιες μεταφορές και ο εκσυγχρονισμός των δημόσιων υπηρεσιών. Η ΤΝ μπορεί να συγκριθεί με τον ηλεκτρισμό: το ότι μπορείς να δεις στο σκοτάδι οφείλεται στη λάμπα, αλλά χωρίς τον ηλεκτρισμό η λάμπα δεν θα είχε καμία αξία. Επιπλέον, η ΤΝ δημιουργεί νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες και αποτελεί βασική υποδομή για την ανάπτυξη καινοτόμων μοντέλων, ιδιαίτερα για startups. Πλέον, λειτουργεί όπως το Διαδίκτυο ή την ηλεκτρική ενέργεια, στηρίζοντας τεχνολογικές πλατφόρμες, ανεξάρτητα από τον τομέα δραστηριότητας. Η αξία της δεν περιορίζεται μόνο στην κερδοφορία, αλλά στην ενίσχυση της αποδοτικότητας και στη διαμόρφωση ενός πιο βιώσιμου και καινοτόμου μέλλοντος.
Πέγκυ Αντωνάκου: Η παρουσία της Google στην Ελλάδα έχει στρατηγική σημασία
Β.ΤΣ.: Η δική σας προσωπική συμβολή στη σχέση Τεχνητής Νοημοσύνης - Google - Ελλάδας, ποια είναι;
Π.Αντ.: Προσπαθώ να λειτουργώ ως πρέσβειρα της Google στην Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα και ως πρέσβειρα της Ελλάδας μέσα στην Google. Ακριβώς επειδή η χώρα μας έχει αληθινές δυνατότητες. Το καλό με την Google είναι ότι δεν επενδύει μόνο σε εγκαταστάσεις, data center, τεχνολογία κ.λπ., αλλά πάνω από όλα επενδύει στο ανθρώπινο δυναμικό κάθε χώρας στην οποία δραστηριοποιείται. Οπότε, σε αυτό το σημείο προσπαθώ να διευκολύνω και να επιταχύνω την ισχυροποίηση δεσμών, να δημιουργούνται δίκτυα συνεργασίας, να γίνονται πράγματα που μας ωθούν προς τα εμπρός. Σε αυτή τη βάση η Google συνεργάζεται με το υπουργείο Παιδείας, το υπουργείο Εσωτερικών, το ΕΚΠΑ, τον ΣΕΒ κ.ά.
Ηδη έχουμε εκπαιδεύσει, εντελώς δωρεάν, στην ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων (digital skilling) δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στην Ελλάδα - φοιτητές, ιδιωτικούς και δημοσίους υπαλλήλους, μικρές και μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Και πάλι, πριν από 20-25 χρόνια, ποιος θα περίμενε ότι δημόσιοι υπάλληλοι στην Ελλάδα θα εκπαιδεύονταν σε εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης; Κι όμως, αυτό συμβαίνει. Και δείχνει ότι υπάρχει επιθυμία από τον εκάστοτε εργοδότη, υπάρχει αντίληψη και όραμα.
Β.ΤΣ.: Εχετε, λοιπόν, την άποψη ότι η Ελλάδα δίνει βαρύτητα στην προηγμένη ψηφιακή τεχνολογία, ενώ π.χ. ως προς την εξοικείωση με βασικές ψηφιακές δεξιότητες οι Ελληνες βρισκόμαστε περίπου 3% κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.;
Π.Αντ.: Από μελέτη που διεξήγαγε η Implement Consulting Group για λογαριασμό της Google, προκύπτει η βάσιμη πρόγνωση πως η Τεχνητή Νοημοσύνη και συγκεκριμένα η Παραγωγική ΤΝ μπορεί να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, με αύξηση του ΑΕΠ κατά 6%, σε ετήσια βάση και σε βάθος δεκαετίας. Βεβαίως, αυτό ισχύει υπό προϋποθέσεις, ότι, δηλαδή, η ΤΝ θα πρέπει να υιοθετηθεί ευρέως, στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, με λειτουργικό εξορθολογισμό, περικοπή δαπανών και δημιουργία καινούριας οικονομικής δραστηριότητας. Ωστόσο, αν δεν κινηθούμε γρήγορα ως χώρα και δεν υιοθετήσουμε αυτές τις καινοτομίες, το 6% μπορεί να μειωθεί σε μόλις 1%. Η ΤΝ δεν είναι μία ευκαιρία που παραμένει διαθέσιμη αιωνίως, σαν απόθεμα.
Πέραν αυτού, θα συμφωνήσω πως στην Ελλάδα ξεκινήσαμε από χαμηλά, αυτό είναι αλήθεια. Αλλά τα άλματα που έχουμε πετύχει στη χώρα μας είναι τεράστια. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Εν μέσω της πανδημίας COVID-19 υποδέχτηκα στην Ελλάδα μία φίλη από την Αμερική. Οταν βγήκαμε για γεύμα και στο εστιατόριο ζητήθηκε από όλους μας πιστοποιητικό εμβολιασμού, η φίλη μου έβγαλε από την τσάντα της ένα φύλλο χαρτί Α4, το ξεδίπλωσε και το επέδειξε. Κι εγώ απλώς έδειξα το κινητό μου, την εφαρμογή που είχε δημιουργήσει το ελληνικό κράτος. Γιατί; Διότι η «Ελλαδίτσα» είχε καταφέρει να βρεθεί μπροστά από τις ΗΠΑ στην ψηφιοποίηση των πιστοποιητικών για την COVID-19. Το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης δημιουργήθηκε μόλις πριν από 9 χρόνια. Και σήμερα, όχι μόνο υπάρχει, αλλά συχνά αποτελεί σημείο αναφοράς διεθνώς, καθώς στην Ελλάδα η ψηφιοποίηση του Δημοσίου έχει προχωρήσει, σε γενικές γραμμές, ταχύτερα από αυτήν του ιδιωτικού τομέα. Ειδικά σε σχέση με την Τεχνητή Νοημοσύνη, η Ελλάδα λαμβάνει ουσιαστικά μέρος στη διεθνή συζήτηση, έχουμε ήδη ορίσει αρχές ως χώρα, τους θεμελιώδεις ηθικούς πυλώνες για τη χρήση της κ.λπ. Εχουμε σεβαστή παρουσία στα fora του κλάδου και τις ζυμώσεις που γίνονται παγκοσμίως γύρω από την ΤΝ.
Β.ΤΣ.: Δηλαδή πολλοί από εμάς δεν θα μείνουμε άνεργοι εξαιτίας της Τεχνητής Νοημοσύνης;
Π.Αντ.: Οχι, σε καμία περίπτωση. Στην Ελλάδα, έτσι όπως είναι δομημένη η εθνική οικονομία μας και η απασχόληση, το 62% των θέσεων εργασίας δεν θα επηρεαστεί καθόλου από την ΤΝ, καθώς μιλάμε για ειδικότητες όπως, για παράδειγμα, ενός μάγειρα ή ενός νοσηλευτή, οι οποίες από τη φύση τους δεν σχετίζονται με το πεδίο εφαρμογής της ΤΝ. Ενα ποσοστό περίπου 32% των θέσεων εργασίας στην Ελλάδα θα επηρεαστεί θετικά από την ΤΝ, με μεγαλύτερη παραγωγικότητα, ταχύτητα και υψηλότερη ποιότητα υπηρεσιών. Και το μερίδιο των θέσεων εργασίας που θα καταργηθούν, διότι δεν θα έχουν λόγο ύπαρξης πια λόγω ΤΝ, όπως λ.χ. η πληκτρολόγηση και εισαγωγή δεδομένων (data entry), είναι της τάξης του 6%. Οπου γι’ αυτές τις θέσεις εργασίας θα πρέπει να ισχύσει η συλλογική ευθύνη όλων μας, του κράτους και των οργανισμών ψηφιακής τεχνολογίας, προκειμένου να επανεκπαιδεύσουμε τους ανθρώπους που δεν θα έχουν πλέον αντικείμενο εργασίας. Να τους δώσουμε νέα εφόδια ώστε να βρουν ξανά εργασία. Τα στοιχεία που αναφέρω αποτελούν ευρήματα της μεγάλης έρευνας που προανέφερα, την οποία υλοποιήσαμε στην Google ειδικά για την Ελλάδα και την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Πέγκυ Αντωνάκου: Η παρουσία της Google στην Ελλάδα έχει στρατηγική σημασία
Β.ΤΣ.: Φανταζόσασταν στην αρχή των 00s ότι μετά από ένα τέταρτο του αιώνα, το 2025, θα αγωνιούσαμε μήπως τα ρομπότ μάς πάρουν τις δουλειές μας;
Π.Αντ.: Ούτε κατά διάνοια. Αν γυρίσουμε περίπου 25 χρόνια πίσω, προσωπικά εγώ βρισκόμουν στις ΗΠΑ, ως φοιτήτρια. Και τότε, ακριβώς, η πρόκληση για εμάς ήταν να προβλέψουμε το μέλλον, που σίγουρα θα είχε να κάνει με την εκρηκτική ανάπτυξη του Διαδικτύου με την ψηφιακή τεχνολογία. Αλλά τότε δεν υπήρχε καν ακόμη ο όρος «γκουγκλάρω» ως ρήμα. Και σήμερα σκέφτομαι ότι τα παιδιά μας, χάρη στην ΤΝ, την αυτόνομη οδήγηση, με οχήματα χωρίς οδηγό, δεν θα χρειαστεί ποτέ να μάθουν να οδηγούν. Αυτό ήταν επιστημονική φαντασία το 2000 -αλλά ως εκεί. Και τώρα σχεδόν συμβαίνει ήδη.
Β.ΤΣ.: Σε συνάρτηση με την πρόοδο της ψηφιακής τεχνολογίας, πώς ήταν η καθημερινότητά σας πριν από 20-25 χρόνια και πώς είναι σήμερα;
Π.Αντ.: Τότε, για να επικοινωνήσω από την Αμερική με τους φίλους και την οικογένειά μου στην Ελλάδα, χρησιμοποιούσα κυρίως φαξ και email -αν και τότε έπρεπε να έχεις υπολογιστή, σύνδεση dial-up στο Ιντερνετ κ.λπ. Υπήρχαν και κάποιες μηχανές chat που είχαν μόλις αρχίσει να κυκλοφορούν. Επίσης, το 2001 συνέβη το 9/11, η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης. Εγώ ήμουν μεταπτυχιακή φοιτήτρια σε εκείνη την εξαιρετικά δύσκολη φάση για τις ΗΠΑ. Μόλις αποφοίτησα, ξεκίνησα την αναζήτηση εργασίας για να πληρώσω τα φοιτητικά δάνεια που είχα πάρει. Επρεπε να εργαστώ και όχι μόνο από ανάγκη, αλλά και γιατί ήθελα να αποκτήσω εμπειρία. Οπότε άρχισα να στέλνω βιογραφικά, με email ευτυχώς, σε διάφορες εταιρείες.
Μία από αυτές, η Dell Computers, με κάλεσε για συνέντευξη στα κεντρικά γραφεία της, στο Οστιν του Τέξας. Εγώ τότε ζούσα στο Μίσιγκαν, στην άλλη άκρη των ΗΠΑ. Πήρα το αεροπλάνο και πήγα στο Οστιν χωρίς να ξέρω τίποτα για την πόλη. Εμεινα μερικές ώρες και έφυγα, έχοντας δει από το Οστιν ελάχιστα μέρη -πρακτικά μόνο το αεροδρόμιο και ό,τι πρόλαβα να δω στη διαδρομή προς την Dell και πίσω. Εκείνη την εποχή, εάν δεν είχες κάποιον ταξιδιωτικό οδηγό και χάρτες ήσουν εντελώς χαμένος. Μάλιστα, η μητέρα μου στην Ελλάδα όταν άκουσε ότι πήγαινα για συνέντευξη στο Οστιν του Τέξας, τρομοκρατήθηκε. Νόμιζε πως πήγαινα πραγματικά στην Αγρια Δύση, με καουμπόηδες και μονομαχίες στους δρόμους. Το φαντάζεστε όλο αυτό σήμερα; Από το κινητό μου μπορώ να ζητήσω από το καινούριο εργαλείο ΤΝ της Google, το Gemini, οποιαδήποτε πληροφορία χρειάζομαι για οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Μπορώ να δω ποια είναι τα αξιοθέατα, τα καλύτερα εστιατόρια βάσει αξιολογήσεων, μπορώ ακόμη και να φορέσω γυαλιά VR και να ταξιδέψω εικονικά, σαν να βρίσκομαι εκεί.
Β.ΤΣ.: Ολη αυτή η αλματώδης εξέλιξη της ψηφιακής τεχνολογίας, της ΤΝ κ.λπ., οδηγεί σε κάτι καλό; Είστε αισιόδοξη για το μέλλον; Ανησυχείτε για κάτι που έρχεται;
Π.Αντ.: Είμαι απολύτως αισιόδοξη. Πέρυσι φερ’ ειπείν, το Νόμπελ Χημείας απονεμήθηκε στον Demis Hassabis, τον κορυφαίο ερευνητή της Deepmind, η οποία ανήκει στον Ομιλο της Google. Ο Hassabis δεν είναι χημικός, είναι μηχανικός υπολογιστών και ακριβώς αυτό το στοιχείο αποδεικνύει πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος που διαδραματίζει η τεχνολογία στη ζωή μας. Διότι ο Hassabis χρησιμοποιώντας την Τεχνητή Νοημοσύνη, ουσιαστικά αποκωδικοποίησε ένα κομμάτι του γενετικού κώδικα. Ο χρόνος που χρειάστηκε για να πετύχει αυτό τον στόχο είναι πλέον απειροελάχιστος σε σχέση με ό,τι θα χρειαζόταν πριν από 20-25 χρόνια.
Πέγκυ Αντωνάκου: Η παρουσία της Google στην Ελλάδα έχει στρατηγική σημασία
Η αποκωδικοποίηση του μηχανισμού με τον οποίο δημιουργούνται οι πρωτεΐνες, αυτό δηλαδή που ανακάλυψε ο Demis Hassabis, ανοίγει τεράστιες προοπτικές για την επιστήμη, όπως για τη δημιουργία εξατομικευμένων φαρμάκων. Φανταστείτε ότι χάρη στην τεχνολογία, στο μέλλον θα χορηγούνται θεραπείες ειδικά προσαρμοσμένες σε κάθε ασθενή βάσει του DNA του, κάτι που ήταν αδιανόητο πριν από 25 χρόνια. Και ήδη σήμερα, με τις εφαρμογές της Τεχνητής Νοημοσύνης στη διάγνωση του καρκίνου του μαστού, μπορούμε να προλάβουμε επώδυνες, θανάσιμα επικίνδυνες περιπέτειες για τον εαυτό μας και τους αγαπημένους μας. Επίσης, η τεχνολογία καταργεί πολλές ανισότητες -δυστυχώς όχι ακόμη τις μεγάλες κοινωνικές ανισότητες. Αλλά σκεφτείτε ότι στον σημερινό ψηφιακό και διασυνδεδεμένο κόσμο μας, μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα έχει απολύτως ίσες δυνατότητες πρόσβασης, ανάπτυξης και προβολής με οποιοδήποτε άλλο κράτος στον πλανήτη, ασχέτως οικονομικής δύναμης, πληθυσμού και μεγέθους. Γι’ αυτό πιστεύω ότι η ψηφιακή τεχνολογία είναι ένας καταλύτης εκδημοκρατισμού στον κόσμο που ζούμε.
Β.ΤΣ.: Δεδομένου ότι ένα σημαντικό μέρος της δουλειάς σας είναι και η διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού, ποιο θα λέγατε πως είναι το κύριο ζητούμενο, ο στόχος του μάνατζμεντ;
Π.Αντ.: Είναι αυτό που λένε οι Αμερικανοί «win-win». Το να προσπαθείς ώστε μέσα από τη σχέση με τους συνεργάτες σου να κερδίζουν όλοι, και εκείνοι και εσύ. Μόνον έτσι θα δώσουν όλοι τον καλύτερο εαυτό τους και θα προκύψει κοινό όφελος. Μόνον έτσι πάμε μπροστά και, πάντοτε, μόνο οι χαρούμενες ομάδες φέρνουν αποτέλεσμα. Αλλά για να πετύχεις το win-win, πρέπει πάντα να θυμάσαι ότι οι άνθρωποι είμαστε κάτι πολύ παραπάνω από τη δουλειά που κάνουμε - αν και μας απασχολεί στο μεγαλύτερο μέρος της ημέρας μας. Προσωπικά, δεν σταματάω να σκέφτομαι, έχω αυτό το ελάττωμα, και συνήθως οι καλύτερες ιδέες μού έρχονται όταν κολυμπάω, όταν βγαίνω μια βόλτα με το ποδήλατο, στη γιόγκα.
Β.ΤΣ.: Επιστρέφοντας στην αρχική αφελή απορία, τελικά γιατί η Google επέλεξε εσάς συγκεκριμένα; Θα υπέθετε κάποιος ότι οι υποψήφιοι για τη θέση του Γενικού Διευθυντή της Google ΝΑ Ευρώπης θα πρέπει να ήταν δεκάδες και από διάφορες χώρες, με αγορές πολύ μεγαλύτερες από την ελληνική. Οπότε, ποιο ήταν το δικό σας πλεονέκτημα;
Π.Αντ.: Δεν θυμάμαι απ’ έξω πόσα εκατομμύρια βιογραφικά λαμβάνει η Google κάθε χρόνο. Και, αντίστοιχα, πόσο δύσκολο είναι τελικά να προσληφθείς. Στη δική μου περίπτωση, ξεκίνησα στην Google έχοντας διανύσει μια πολύ συγκεκριμένη επαγγελματική πορεία, στη Microsoft και προηγουμένως στην Dell Computers. Στην Dell είχα αναλάβει την αγορά της Ιταλίας. Και ήταν πολύ περίεργο το να υπάρχει μια Ελληνίδα γενική διευθύντρια στην Ιταλία - ενώ το αντίθετο δεν θα προκαλούσε εντύπωση, αν δηλαδή ένας Ιταλός αναλάμβανε την Ελλάδα.
Επίσης η Dell έπρεπε να εισέλθει στην ιταλική αγορά κυριολεκτικά από το μηδέν, οπότε εγώ έπρεπε να προσλάβω ανθρώπους, γενικά να στήσω από την αρχή ολόκληρη την Dell Ιταλίας. Τα καταφέραμε, φέραμε γρήγορα καλά αποτελέσματα και πάνω από τους στόχους. Κάτι παρόμοιο έγινε και στη Microsoft Ελλάδος. Μάλιστα, το 2016 το ελληνικό τμήμα της βραβεύτηκε εσωτερικά ως το κορυφαίο σε επιδόσεις παγκοσμίως για τη Microsoft. Κι αυτό ενώ την προηγούμενη χρονιά είχαμε capital controls - θυμάμαι ότι είχε χρειαστεί να πάρουμε χρηματαποστολή για να πληρώσουμε τους μισθούς των εργαζομένων. Με όλα αυτά προσπαθώ να απαντήσω εμμέσως στο τι είδε η Google σε εμένα και όχι σε κάποιον άλλον υποψήφιο. Και θα έλεγα πως υπάρχουν δύο χαρακτηριστικά στη δική μου περίπτωση: Το ένα είναι ότι, προφανώς, είχα φέρει αποτελέσματα στις προηγούμενες εταιρείες, από διευθυντικές θέσεις, οπότε είχα, ας πούμε, την απαραίτητη αξιοπιστία ότι μπορώ να επαναλάβω κάτι αντίστοιχο, ότι αποδεδειγμένα έχω τις απαιτούμενες ικανότητες. Το δεύτερο, ότι πάντα δείχνω πολλή όρεξη, πολύ πάθος με οτιδήποτε καταπιάνομαι. Αν διακρίνω μια ευκαιρία θα τη διεκδικήσω - κι ας μην ξέρω πώς ακριβώς θα τη διαχειριστώ. Αυτό συνήθως το βρίσκω στην πορεία.
Β.ΤΣ.: Θα λέγατε ότι η Ελλάδα ή και ο κόσμος μας γενικότερα, έγινε καλύτερος τα τελευταία 20-25 χρόνια;
Π.Αντ.: Πολύ δύσκολο ερώτημα για να απαντηθεί επαρκώς σε μερικές φράσεις. Αυτό που μπορώ να πω πάντως, είναι ότι όλοι οι δείκτες δείχνουν πως ο κόσμος, αντικειμενικά, έγινε καλύτερος. Οι δείκτες της φτώχειας, της παιδικής θνησιμότητας, σχεδόν όλοι οι βασικοί δείκτες της ανθρώπινης κατάστασης, για να το θέσω γενικά, έχουν βελτιωθεί τα τελευταία 25 χρόνια.
Αρα, ναι, φαίνεται πως είμαστε σε καλύτερη κατάσταση σήμερα από ό,τι το 2000 ή το 2005. Χωρίς βέβαια να υποτιμούμε ή να αγνοούμε πολύ σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν ακόμα. Προβλήματα πολέμου, κοινωνικών ανισοτήτων, κλιματικής κρίσης, σοβαρών ασθενειών κ.ά. Ωστόσο, πιστεύω πως σήμερα έχουμε πιο πολλά εργαλεία στη φαρέτρα μας για να αντιμετωπίσουμε αυτά τα προβλήματα. Αλλά το κυριότερο κατά τη γνώμη μου είναι πως εμείς οι άνθρωποι είμαστε το πιο προσαρμοστικό ον σε αυτό τον πλανήτη. Και πάντοτε βρίσκουμε λύσεις - ακόμη και αν τα προβλήματα τα έχουμε δημιουργήσει μόνοι μας!