Η Σαντορίνη υπήρξε από την αρχαιότητα έως σήμερα ένας τόπος με έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα, καθώς το ιδιαίτερο ηφαιστειακό της περιβάλλον και η στρατηγική της θέση στο Αιγαίο ευνόησαν την παραγωγή και τη διάθεση προϊόντων που απέκτησαν φήμη πέρα από τα όρια του ελληνικού χώρου.
Ήδη από τη μινωική και την αρχαϊκή περίοδο, η Θήρα εξήγαγε κρασί, ντομάτες, φάβα, ενώ παράλληλα διοχετεύονταν σε άλλες περιοχές της Μεσογείου ελαφρόπετρα και ηφαιστειακή γη, υλικά πολύτιμα για την οικοδομή και τα λιμενικά έργα. Και όπως φαίνεται δεν ήταν μόνο αυτά...
Ορυχεία στον Αθηνιό
Πρόσφατη μελέτη ομάδας Ελλήνων επιστημόνων αποδεικνύει πως η Σαντορίνη παρήγαγε μέχρι και μόλυβδο μέσα από τα «άγνωστα» σε πολλούς ορυχεία που όμως έχουν εντοπιστεί και βρίσκονται σε μικρή απόσταση από το λιμάνι του Αθηνιού. Την εντυπωσιακή αυτή ανακάλυψη τεκμηριώνουν οι μελέτες από τα ευρήματα ομάδας αρχαιολόγων που ανακοίνωσαν τα αποτελέσματα των εργασιών τους σε συνέδριο στην Πάτρα.
Η γεωγραφική θέση του προϊστορικού οικισμού της «Τούμπας Οφρυνίου»Η γεωγραφική θέση του προϊστορικού οικισμού της «Τούμπας Οφρυνίου»

Ανασκαφή στην Τούμπα Οφρυνίου
Όπως λέει στο ethnos.gr ο Μάρκος Bαξεβανόπουλος, Διδάκτωρ Γεωλογίας, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας «μία απρόσμενη πηγή μολύβδου αποκάλυψαν οι αναλύσεις ισοτόπων μολύβδου που πραγματοποιήθηκαν σε ευρήματα από την ανασκαφή στον προϊστορικό οικισμό της «Τούμπας Οφρυνίου», στους πρόποδες του όρους Παγγαίου που εκτείνεται στους νομούς Καβάλας και Σερρών στη Βόρεια Ελλάδα».
Μαλαμίδου και Σουκάντος
Στο Συνέδριο Αρχαιομετρίας που πραγματοποιήθηκε με επιτυχία πριν λίγες ημέρες στην Πάτρα παρουσιάστηκαν από τον Διδάκτορα Γεωλογίας Μάρκο Βαξεβανόπουλο τα αποτελέσματα από τις αναλύσεις σε μολύβδινα υλικά που χρησίμευαν στην επισκευή πήλινων αγγείων στον εν λόγω προϊστορικό οικισμό. Οι ανασκαφείς του οικισμού είναι οι αρχαιολόγοι Δρ. Δήμητρα Μαλαμίδου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών, και ο Ιωάννης Σουκάντος, Υποψήφιος Διδάκτωρ Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστήμιου Ιωαννίνων και αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου.

Μόλυβδος με ίχνη αργύρου
«Το υλικό που μελετήθηκε σε ηλεκτρονικό μικροσκόπιο είχε εγχυθεί μεταξύ σπασμένων κομματιών κεραμικής για την επισκευή τους. Αυτό το συνδετικό υλικό ερευνήθηκε με τη μέθοδο ICP-MS και αποδείχθηκε ότι είναι κυρίως μόλυβδος με ίχνη αργύρου, χαλκού και αρσενικού. Ο μόλυβδος έχει χαμηλό σημείο τήξης και ως μεταλλικό και ανθεκτικό υλικό αποτελούσε αποτελεσματική μέθοδο επισκευής σημαντικών αγγείων, όπως είναι οι πίθοι», τονίζει ο Μάρκος Βαξεβανόπουλος.
Και από τη Θάσο
Το υλικό μελετήθηκε επιπλέον με τη μέθοδο ισοτόπων μολύβδου και αργύρου για να αναζητηθεί η πηγή προέλευσης της πρώτης ύλης. Όπως ήταν αναμενόμενο το μεγαλύτερο ποσοστό του μολύβδου προέρχεται από τις μεταλλευτικές περιοχές του κοντινού στον οικισμό όρους Παγγαίου και της νήσου Θάσου.

Από τη Σαντορίνη στη Λυών
«Ανάμεσα στα ευρήματα συγκαταλέγονται και δύο δείγματα που η προέλευσή τους είναι πιθανότατα από την αρχαία Θήρα (Σαντορίνη). Μάλιστα σε επιτόπια έρευνα στο νησί της Σαντορίνης εντοπίστηκαν ίχνη αρχαίας εκμετάλλευσης πλησίον του λιμανιού του Αθηνιού. Οι αναλύσεις πραγματοποιήθηκαν στο πανεπιστήμιο της Λυών στη Γαλλία από τον Δρ. Γεωλογίας Μάρκο Βαξεβανόπουλο στο πλαίσιο της μεταδιδακτορικής του έρευνας».
Ο οικισμός της Τούμπας Οφρυνίου αποτελεί τον μοναδικό έως σήμερα προϊστορικό οικισμό στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας με κατοίκηση αμιγώς της Ύστερης Εποχής του Χαλκού (1600-1100 π.Χ.), χωρίς την παρουσία προγενέστερων ή μεταγενέστερων οικιστικών φάσεων. Από τις γεωφυσικές διασκοπήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο χώρο, κατά τη διάρκεια της αρχαιολογικής έρευνας, φαίνεται ότι οι επάλληλες οικιστικές φάσεις αυτής της περιόδου δημιουργήθηκαν πάνω σε φυσικό βραχώδη γήλοφο σχηματίζοντας επιχώσεις που φθάνουν περίπου τα 1,80 μέτρα. Η πρώτη φάση κατοίκησης καταγράφεται περίπου στα μέσα του 16ου αιώνα π.Χ. και ο οικισμός εγκαταλείπεται με το τέλος της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, γύρω στο 1200 με 1100 π.Χ.
«Χάρη στη συστηματική ανασκαφή της θέσης και τη διερεύνηση του υπεδάφους με τη χρήση σύγχρονων γεωφυσικών μεθόδων (γεωραντάρ, μαγνητομετρία, πυρηνοληψίες) ήλθαν στο φως εκτεταμένα οικιστικά κατάλοιπα, ενδεικτικά για τη μορφή της ενδοκοινοτικής οργάνωσης (περίβολος-δρόμοι-δωμάτια-αποθηκευτικοί χώροι) των θέσεων της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Ανατολική Μακεδονία» καταλήγει ο Μάρκος Βαξεβανόπουλος επιβεβαιώνοντας για άλλη μία φορά πως η Σαντορίνη είχε πρωτεύοντα και καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη του ελληνικού αρχαίου κόσμου.







Μέλος του μητρώου