Aν αυτή δεν είναι συμβατή πλέον με τις ανάγκες και αξίες της κοινωνίας, υπάρχει η δυνατότητα να επιλέξουμε μια άλλη καλύτερη που θα είναι προς το συμφέρον της τοπικής κοινωνίας και του περιβάλλοντος. Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, με το θέμα των ανεμογεννητριών στην Πάρο ή και σε άλλες περιοχές.
Οι κοινωνίες πρέπει να συζητάνε δημοκρατικά και με επιχειρήματα τις διαφορετικές επιλογές που υπάρχουν και να αναζητούν αυτή που είναι πιο ωφέλιμη για την κοινωνία και το περιβάλλον, συγκεντρώνει ευρύτερη συναίνεση κι αντιμετωπίζει τα υπαρκτά, μεγάλα περιβαλλοντικά και κλιματικά προβλήματα. Χρειάζεται προσοχή, όταν απορρίπτουμε μια επιλογή, να μην πετάμε με τα απόνερα και το μωρό.
Στην παθιασμένη ατμόσφαιρα που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην Πάρο όπου κάθε γνώμη έστω και λίγο διαφοροποιημένη θεωρείτε «προδοσία», δεν είναι εύκολο να ακουστεί, ακόμα περισσότερο να κατανοηθεί, μια θέση διαφορετική τόσο από το σχέδιο που προωθείτε όσο και από την επικρατούσα θέση που αρκείται σε ένα ξερό «όχι στις ανεμογεννήτριες».
Είναι βέβαιο ωστόσο ότι η μεγάλη κινητοποίηση του κόσμου που επιτεύχθηκε στην Πάρο είναι απαραίτητη για να εμποδιστεί το συγκεκριμένο (απαράδεκτο!) επενδυτικό σχέδιο ανάπτυξης αιολικών πάρκων που πάει να υλοποιηθεί στο νησί. Η αντίθεση, όμως, προς αυτό το σχέδιο δεν μπορεί να οδηγήσει στην διατήρηση της σημερινής, επίσης απαράδεκτης κατάστασης, αφού η ενέργεια που χρειάζεται η Πάρος παράγεται σήμερα από «βρώμικες», μη ανανεώσιμες πηγές, όπως το πετρέλαιο. Το αποτέλεσμα είναι προβληματικό και ορατό: ρυπαίνεται το περιβάλλον και συμβάλλουμε στην επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής. Επίσης, η εισαγωγή πετρελαίου επιβαρύνει τα δημοσιονομικά και την οικονομία των νοικοκυριών και της χώρας. Κατά συνέπεια, χρειάζεται ένα πραγματικά εναλλακτικό σχέδιο αειφόρου ανάπτυξης που θα αφορά τη θέση της Πάρου στο νέο ενεργειακό τοπίο και τη συμμέτοχή της στην μείωση των εκπομπών CO2 που αλλάζει, όπως όλοι πλέον γνωρίζουν, ραγδαία το κλίμα.
Γιατί λέμε «όχι στο προτεινόμενο σχέδιο»: Το προτεινόμενο σχέδιο είναι καταρχάς προκλητικό αφού είναι αδιανόητο να πιστεύουν κάποιοι ότι τέτοια σχέδια, με τόσο μεγάλες παρεμβάσεις στο τοπίο και στο περιβάλλον, μπορούν να υλοποιηθούν σε κράτος μέλος της ΕΕ χωρίς διαφάνεια και συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων. Εδώ και πολλά χρόνια υπάρχει σε ευρωπαϊκό επίπεδο η υποχρέωση να ακολουθούνται διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι κάθε σχέδιο που ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον υπόκειται σε διαβούλευση που πραγματοποιείται σε πρώιμο στάδιο της διαδικασίας, όχι όταν τα έργα έχουν αποφασιστεί.
Ενώ η μετάβαση σε ένα άλλο ενεργειακό μοντέλο είναι απαραίτητη για περιβαλλοντικούς και οικονομικούς λόγους, ο τρόπος που θα προωθηθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι οι τοπικές κοινωνίες δεν λένε ένα απλό ναι ή όχι. Πρέπει να είναι αυτές που έχουν την πλήρη ιδιοκτησία ή σημαντικό ποσοστό ιδιοκτησίας των επενδύσεων ΑΠΕ που γίνονται, αποφασίζουν για την έκταση και την χωροθέτηση των επενδύσεων, επωφελούνται περιβαλλοντικά και οικονομικά από την αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου. Στο κυρίαρχο ενεργειακό μοντέλο, η ενέργεια παράγονταν από μεγάλες επιχειρήσεις που συγκέντρωναν εκείνες όλο τον πλούτο, αλλά η νέα «ενεργειακή επανάσταση» στοχεύει στο να περάσει η ενέργεια στις κοινότητες (community energy) και να βασίζεται αποκλειστικά σε ανανεώσιμες πηγές. Σημειωτέο ότι τουριστικοί προορισμοί που ακολουθούν αυτό το μοντέλο πετυχαίνουν βελτίωση του τουριστικού προϊόντος και της προβολής τους στις πιο προνομιακές τουριστικές αγορές.
Το προτεινόμενο σχέδιο δεν συμμορφώνεται με αυτές τις βασικές επιλογές. Το να απορρίψουμε, όμως, συνολικά την ανάγκη προώθησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εξαιτίας μιας μονόπλευρης ενημέρωσης, που αγνοεί την αναγκαιότητα της ενεργειακής μετάβασης σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας λόγω της κλιματικής αλλαγής, είναι μια επιλογή που διατηρεί το σημερινό απαράδεκτο, επίσης, καθεστώς.
Ασκούμε κριτική στο επενδυτικό σχέδιο που προωθείται σήμερα αλλά όχι με λάθος, αντιεπιστημονικά επιχειρήματα που μας εκθέτουν, όπως για κάποιες συνωμοτικές θεωρίες περί της «πράσινης ανάπτυξης», περί της δήθεν ανικανότητας της αιολικής και γενικότερα της ανανεώσιμης ενεργείας να αντικαταστήσει την ενέργεια από ορυκτά καύσιμα, για δήθεν επιπτώσεις στην υγεία κα. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όλες οι χώρες με την Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα (2015) δεσμεύτηκαν να σταματήσουν πλήρως τη χρήση ορυκτών καυσίμων μέχρι το αργότερο το 2050. Χώρες, όπως η Γερμανία, η Σκωτία, η Νορβηγία, η Δανία έχουν ήδη παρουσιάσει τα σχέδια τους, ενώ και η χώρα μας είναι υποχρεωμένη να το κάνει.
Όταν πρωτο-συζητήθηκε το θέμα στο τότε Περιφερειακό Συμβούλιο Ν. Αιγαίου, ο Νίκος Χρυσόγελος (Περιφερειακός Σύμβουλος με τον Οικολογικό Άνεμο κι ευρωβουλευτής τότε) υπέβαλε ένα σχέδιο απόφασης που υπερψηφίστηκε «για απόρριψη της συγκεκριμένης επένδυσης». Αλλά η απόφαση συνοδεύονταν από θετική πρόταση, για ανάληψη πρωτοβουλιών από την περιφέρεια και τις τοπικές κοινωνίες για προώθηση συνεργατικών ενεργειακών σχημάτων για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στα νησιά προς όφελος των νησιωτικών κοινωνιών και του περιβάλλοντος.
Προφανώς δεν θα δεχθεί μια τοπική κοινωνία μια πρόχειρη τεχνική μελέτη που ορίζει την «φέρουσα ικανότητα» της Πάρου σε 100 ανεμογεννήτριες, χωρίς να έχει πάρει υπόψη την κλίμακα και τις ιδιαίτερες πολιτισμικές και περιβαλλοντικές ιδιαιτερότητες των Κυκλάδων. Το ενεργειακό μοντέλο της Πάρου και του Ν. Αιγαίου πρέπει να διαμορφωθεί με συμμετοχικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις αλλά και τις δεσμεύσεις που έχουμε ως κοινωνία να προστατέψουμε το κλίμα για τα παιδιά μας. Ας μην ξεχνάμε ότι τα νησιά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Ο κόσμος είναι εξοργισμένος κι αρνητικός, δικαιολογημένα, αλλά η οργή πρέπει να μετατραπεί σε συνειδητή επιλογή ενός διαφορετικού ενεργειακού μοντέλου. Κάποια στιγμή θα έρθουν σίγουρα να μας μιλήσουν για την αναγκαιότητα των επενδύσεων, για τις δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, για το σημαντικό αιολικό δυναμικό των Κυκλάδων και για αντισταθμιστικά οφέλη. Τότε το ξερό «όχι στις ανεμογεννήτριες» δεν θα είναι αξιόπιστος λόγος! Πρέπει να έχουμε διαμορφώσει το δικό μας όραμα και το δικό μας εναλλακτικό σχέδιο. Ποια πρέπει να είναι αυτά;
Το όραμά μας λοιπόν μπορεί να περιλαμβάνει αντί για έργα σαν τα προτεινόμενα του «σχεδίου Κοπελούζου/ENEL» για τα νησιά Άνδρο, Τήνο, Πάρο και Νάξο, ένα διαφορετικό, εναλλακτικό σχέδιο που θα έχει ως πρωταγωνιστές τις τοπικές κοινωνίες. Προτείνουμε τη δημιουργία δημοκρατικά οργανωμένης «συμμετοχικής Εταιρίας Παραγωγής Πράσινης Ενέργειας» (ενεργειακός συνεταιρισμός, όπως οι 2500 που υπάρχουν σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και χιλιάδες άλλοι στις ΗΠΑ), με μέλη πολίτες και, πιθανόν, σε συνεργασία με την Περιφέρεια, τους Δήμους, τη τοπική ΔΕΗ, επαγγελματικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς φορείς, εμπορικούς συλλόγους, εργατικά κέντρα και σωματεία, εργαζόμενους στο ΝΕΩΡΙΟ, τουριστικούς φορείς, ιδιωτικές επιχειρήσεις. Μια τέτοια συνεργατική/συνεταιριστική επιχείρηση μπορεί να προωθήσει τις επενδύσεις στις ΑΠΕ (αιολική, ηλιακή, βιομάζα, γεωθερμία χαμηλής ενθαλπίας, κυματική κα) στην Πάρο. Ένα τέτοιο μοντέλο μπορεί να βοηθήσει να απεξαρτηθούν τα νησιά από τα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο) και ταυτοχρόνως να διατηρήσει τα οικονομικά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες.
Τέτοια σχήματα δεν μπορούν να ελεγχθούν από κάποιους που θα συγκέντρωναν «μετοχές», αλλά, αντιθέτως, διασφαλίζουν ότι θα παραμείνουν υπό τον έλεγχο των τοπικών κοινωνιών που θα κατευθύνουν τις επενδύσεις, λαμβάνοντας υπόψη το τοπικό περιβάλλον, τις ανάγκες της κοινωνίας και την προσπάθεια προστασίας του κλίματος.
Των Νίκου Χρυσόγελου
(πρώην Ευρωβουλευτή
& Περιφερειακού Συμβούλου Ν. Αιγαίου)
και Νικόλα Στεφάνου
(επιχειρηματίας διαδικτύου)
Είμαστε πρόθυμοι να βοηθήσουμε την Παριανή κοινωνία να προχωρήσει προς μια τέτοια κατεύθυνση αξιοποιώντας την ευρωπαϊκή τεχνογνωσία.