Το Άσθμα αφορά ανθρώπους ανεξαρτήτου φύλου και ηλικίας, και παρά τη διαθεσιμότητα των θεραπειών, παραπάνω από τους μισούς ασθενείς που πάσχουν από άσθμα έχουν κακό έλεγχο της νόσου τους που περιορίζει ή υποβαθμίζει σημαντικά την καθημερινή ζωή τους.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό όλοι οι Επαγγελματίες Υγείας να ενημερώνονται διαρκώς για ό,τι νεότερο σχετικά με τη διαχείριση των αναπνευστικών νοσημάτων. Ειδικότερα, οι συνάδελφοι σε αποκρυσμένες περιοχές όπως τα νησιά μας, ενδεχομένως να έχουν λιγότερες ευκαιρίες για τέτοιου είδους εκπαιδευτικές δραστηριότητες.
Πρόσφατα βρέθηκα στην ευχάριστη θέση να συμμετάσχω ενεργά σε ένα πρωτοποριακό διαδικτυακό σεμινάριο (webinar) στο οποίο παρεβρέθησαν Επαγγελματίες Υγείας από νησιά των Κυκλάδων και του Αργοσαρωνικού (Μήλος, Σαντορίνη, Τήνος, Αίγινα,). Βασικός στόχος του webinar (που υλοποιήθηκε στις 20 Ιουνίου με πρωτοβουλία της GSK) ήταν η εκπαίδευση σε σχέση με την αναγνώριση και την διαχείριση του ασθενών με Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (XAΠ) ή Άσθμα.
Παράλληλα, οι επαγγελματίες υγείας των νησιών είχαν τη δυνατότητα να θέσουν ερωτήματα και προβληματισμούς κατά τη διάρκεια τον webinar, ενώ συζητήθηκαν και πρακτικά ζητήματα με γνώμονα πάντα την καλύτερη δυνατή φροντίδα του αναπνευστικού ασθενή.
Παρόξυνση ΧΑΠ: το «σημείο κλειδί» στην εξέλιξη της νόσου
Η επιδείνωση συμπτωμάτων της ΧΑΠ μπορεί να συνιστά μία παρόξυνση της νόσου, η οποία βιώνεται από τον ασθενή κυρίως ως έντονη (οξεία) δύσπνοια. Οι παροξύνσεις της ΧΑΠ ενδέχεται να οδηγήσουν τον ασθενή ακόμα και στο νοσοκομείο και για αυτόν το λόγο δεν πρέπει να τις αγνοούμε. Κατά τη διάρκεια του webinar αναλύσαμε αρχικά τη διάγνωση, την αξιολόγηση της βαρύτητας και τη διαχείριση των παροξύνσεων στην οξεία φάση. Η έγκαιρη προσέλευση του ασθενούς στον ιατρό με τα πρώτα σημάδια επιδείνωσης των συμπτωμάτων είναι καίριας σημασίας για την επιτυχή αντιμετώπιση της παρόξυνσης.
Στη συνέχεια, σημαντικός χρόνος αφιερώθηκε στην διαχείριση της χρόνιας νόσου και στην επιλογή της κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής ανάλογα με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων και τον αριθμό των παροξύνσεων του ασθενή, ενώ τονίστηκε και η αναγκαιότητα της τακτικής επαναξιολόγησης των ασθενών. Η ανάγκη αυτή προκύπτει καθώς πολλοί ασθενείς ειδικά σε απομακρυσμένες περιοχές, λαμβάνουν μία θεραπευτική αγωγή για μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν επισκέπτονται τον ειδικό γιατρό προκειμένου να αξιολογήσει την πορεία της νόσου, την ανταπόκριση στη θεραπεία και την πιθανή ανάγκη για τροποποίηση της υπάρχουσας αγωγής.
Στόχος της χρόνιας θεραπευτικής αγωγής της ΧΑΠ είναι η βελτίωση των συμπτωμάτων και η πρόληψη των παροξύνσεων. Επισημάνθηκε ότι ο ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας της ΧΑΠ περιλαμβάνει τη μέγιστη δυνατή βρογχοδιαστολή που επιτυγχάνεται με δύο βρογχοδιασταλτικά φάρμακα που χορηγούνται με μία εισπνευστική συσκευή. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα επιστημονικά δεδομένα ο συνδυασμός διπλής βρογχοδιαστολής είναι αποτελεσματικότερος ενός συνδυασμού μονής βρογχοδιαστολής και εισπνεόμενης κορτιζόνης τόσο στην βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας όσο και στη μείωση των παροξύνσεων.
Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη με περισσότερους από 10.000 ασθενείς με ΧΑΠ, οι ασθενείς με ιστορικό τουλάχιστον 1 ή 2 παροξύνσεων έχουν πολλαπλά οφέλη με την τριπλή θεραπεία που περιλαμβάνει δύο βρογχοδιασταλτικά φάρμακα και εισπνεόμενο κορτικοστεροειδές στην ίδια συσκευή σε σύγκριση με τους συνδυασμούς διπλής θεραπείας. Αυτό το όφελος αντικατοπτρίζεται τόσο στη μείωση του κινδύνου παροξύνσεων, όσο και στην βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας και της ποιότητας ζωής των ασθενών.
Νεότερη θεραπεία, που θα είναι διαθέσιμη από τις αρχές του επομένου έτους, συνδυάζει τα παραπάνω οφέλη με το απλούστερο δυνατό δοσολογικό σχήμα της μίας εισπνοής μία φορά την ημέρα, βοηθώντας τους ασθενείς να λαμβάνουν τακτικά την αγωγή τους χωρίς να παραλείπουν δόσεις.
Αναγνωρίζοντας εγκαίρως τους ασθενείς με Σοβαρό Άσθμα
Ιδιαίτερο σημείο ενδιαφέροντος της διαδικτυακής μας επικοινωνίας αποτέλεσε η αναγνώριση των ασθενών μιας συγκεκριμένης ομάδας ασθενών με άσθμα, αυτών με σοβαρό άσθμα. Αναφερθήκαμε επομένως σε ασθενείς που ταλαιπωρούνται από συχνές παροξύνσεις ενώ βρίσκονται υπό θεραπεία με υψηλές δόσεις εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών και βρογχοδιασταλτικών. Για την αντιμετώπιση αυτών των παροξύνσεων, λαμβάνουν αρκετά συχνά μέσα στο χρόνο συστηματική θεραπεία με στεροειδή από το στόμα. Δυστυχώς το τίμημα της συστηματικής χορήγησης στεροειδών από το στόμα είναι δυσανάλογα μεγάλο εξαιτίας των πολλών ανεπιθύμητων ενεργειών που επιβαρύνουν την ποιότητα της καθημερινής ζωής των ασθενών (οστεοπόρωση, πολλαπλά κατάγματα, συχνές ευκαιριακές λοιμώξεις, καρδιακές και μεταβολικές παθήσεις). Οι νέες διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες αναδεικνύουν την ανάγκη αλλά και την ευκαιρία χάρη στις βιολογικές θεραπείες να μην επιλέξουμε τα συστηματική κορτικοστεροειδή ως πρώτη επιλογή, όταν ο ασθενής επιδεινώνεται και η χρόνια θεραπεία κλιμακώνεται. Οι ασθενείς με σοβαρό άσθμα διαθέτουν πλέον στοχευμένες βιολογικές θεραπείες, στόχος των οποίων είναι η μείωση των παροξύνσεων και η βελτίωση της ποιότητας ζωής τους, χωρίς τις ανεπιθύμητες ενέργειες της συστηματικής χορήγησης των κορτικοστεροειδών. Οι καινοτόμες αυτές βιολογικές θεραπείες χορηγούνται σε μηνιαία βάση από ειδικό πνευμονολόγο, μετά από την κλινική αξιολόγηση του ασθενή.
Τα τελευταία χρόνια με νέα επιστημονικά δεδομένα και τις σύγχρονες, καινοτόμες θεραπείες, οι Έλληνες ιατροί έχουν τη δυνατότητα να εξατομικεύουν τη θεραπεία των ασθενών τους με σοβαρό άσθμα, με βάση συγκεκριμένους βιοδείκτες και την κλινική εικόνα των ασθενών τους. Η διαθεσιμότητα στη χώρα μας δύο στοχευμένων θεραπειών, αυτής με μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι της ανοσοσφαιρίνης IgE και αυτής με αντίσωμα έναντι της ιντερλευκίνης IL-5 πολλαπλασιάζουν τις δυνατότητες θεραπευτικής παρέμβασης για το γιατρό και μπορούν να βελτιώσουν εντυπωσιακά την ποιότητα ζωής των ασθενών με σοβαρό άσθμα.
Το ενδιαφέρον της συζήτησης εστιάστηκε ιδιαίτερα στη θεραπεία με αντίσωμα έναντι της ιντερλευκίνης IL-5, με στόχο την αναγνώριση των κατάλληλων ασθενών και τη σύνδεση με τον ειδικό για την επιλογή της κατάλληλης θεραπείας. Οι ασθενείς με σοβαρό άσθμα μη ελεγχόμενο (δυο τουλάχιστον παροξύνσεις μέσα στο έτος), μπορούν να αξιολογηθούν από τον ειδικό ιατρό για την επιλογή της θεραπείας με αντίσωμα έναντι της ιντερλευκίνης IL-5, μέσω μιας γενικής εξέτασης αίματος. Ο αριθμός ηωσινοφίλων αίματος είναι ένας εύκολος και αποτελεσματικός δείκτης, με πολύ ισχυρή τεκμηρίωση απο κλινικές μελέτες, για την αξια του τόσο ως διαγνωστικού, όσο και ως προβλεπτικού βιοδείκτη (της πιθανότητας ανταπόκρισης στη θεραπεία με αντίσωμα έναντι της ιντερλευκίνης IL-5).
Η αλλαγή στη θεώρηση του σοβαρού άσθματος μέσα από το πρίσμα των νέων βιολογικών θεραπειών αποτελεί πραγματικότητα. Ο κατάλληλος ασθενής με σοβαρό άσθμα έχει το δικαίωμα να μετέχει σε αυτή τη νέα εποχή.
Ελευθέριος Βρουβάκης
Πνευμονολόγος, Δ/ντης Πνευμονολογικού Τμήματος «Παναγία Οδηγήτρια», Πειραιάς