Όλες οι επιστημονικές μελέτες και εκθέσεις με πιο πρόσφατη αυτή της Τράπεζας της Ελλάδος σχετικά με τις επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών στη χώρα μας, που παρουσιάσθηκε πρόσφατα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η κλιματική αλλαγή θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις σε πολλούς τομείς στην Ελλάδα. Οι επιπτώσεις στους τομείς της γεωργίας, των δασών, της αλιείας, του τουρισμού, των μεταφορών, στις δραστηριότητες σε παράκτιες περιοχές και στο δομημένο περιβάλλον των αστικών κέντρων θα οφείλονται στην αύξηση της θερμοκρασίας, στην ξηρασία, σε ακραία καιρικά φαινόμενα και στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας.
Αρνητικές συνέπειες θα υπάρξουν όσον αφορά τη βιοποικιλότητα, τα οικοσυστήματα της Ελλάδος και την υγεία των κατοίκων ενώ σύμφωνα με την Έκθεση, οι επιπτώσεις αυτές θα οδηγήσουν σε μείωση της παραγωγικότητας, σε απώλεια κεφαλαίου και σε επιπλέον δαπάνες για την αποκατάσταση των ζημιών. Σύμφωνα με την έκθεση αν η κλιματική αλλαγή εξελιχθεί με την ένταση που αναμένεται έως το 2050 και το 2100 χωρίς παγκόσμια προσπάθεια μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η σωρευτική ζημία για την ελληνική οικονομία μέχρι και το 2100 φθάνει τα 701 δις ευρώ, δηλ. ισοδυναμεί με το τριπλάσιο του σημερινού ετήσιου ΑΕΠ της χώρας.
Το σημερινό οικονομικό μοντέλο που έχει ως στόχο την οικονομική μεγέθυνση, το κέρδος, την εμπορευματοποίηση των περιβαλλοντικών πόρων άμεση ή έμμεση και την εκμετάλλευση του ίδιου του ανθρώπου οδηγώντας στην σημερινή οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική κρίση πρέπει ν' αλλάξει και μάλιστα άμεσα.
Η αλλαγή αυτή προϋποθέτει όμως αλλαγή στάσης και σε ατομικό επίπεδο. Η ανάγκη για αποδοτική χρήση των πόρων και για βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Και η ανάγκη αυτή αποτελεί προτεραιότητα και αντικείμενο κυρίως των νησιωτικών πολιτικών της Περιφέρειας Ν. Αιγαίου. Μιλάμε για μία νησιωτική αναπτυξιακή πολιτική που βασίζεται στη προστασία των ευαίσθητων νησιωτικών οικοσυστημάτων (π.χ. υγρότοποι, αμμοθίνες), στην αποδοτική χρήση των περιορισμένων νησιωτικών πόρων (π.χ. νερό), στον σεβασμό των πολιτιστικών στοιχείων τους και στη αναγνώριση των μειονεκτημάτων τους που περιορίζουν και επιδρούν αρνητικά στην νησιωτική ανάπτυξη και σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η διατήρηση της νησιωτικής βιοποικιλότητας, η ολοκληρωμένη διαχείριση της παράκτιας ζώνης, η ένταξη στο σχεδιασμό των επιμέρους πολιτικών, των επιπτώσεων των κλιματικών αλλαγών, η διατήρηση και ενίσχυση του πρωτογενή τομέα, με έμφαση στις τοπικές ποικιλίες και στη βιολογική γεωργία, η εστίαση στην ανάπτυξη ενός αειφόρο τουρισμού, η εξοικονόμηση ενέργειας και η με σεβασμό στο περιβάλλον εγκατάσταση ΑΠΕ, η προώθηση ενός τοπικού συμφώνου ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών στην Περιφέρεια, η υιοθέτηση καινοτόμων πρακτικών, η γενικότερη ευαισθητοποίηση των πολιτών σε ευαίσθητα θέματα όπως π.χ. της ανακύκλωσης, είναι μερικές από τις πολιτικές στις οποίες θα στηριχθεί η αναπτυξιακή προοπτική της τα επόμενα χρόνια, σε συνεργασία με Πανεπιστημιακά ιδρύματα φορείς και κινήσεις πολιτών, απαντώντας παράλληλα και στις περιβαλλοντικές και οικονομικές προκλήσεις των καιρών και στην μελλοντική επιβίωση των επόμενων γενιών.