Άνοιξε μία χαραμάδα για την επανεξέταση του ύψους του τέλους επιβατών για τα νησιά της Σαντορίνης και της Μυκόνου που ανέρχεται στα 20 ευρώ ανά άτομο. Το θέμα συζητήθηκε στην πρόσφατη συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με εκπροσώπους της CLIA-Διεθνής Ένωση Εταιρειών Κρουαζιέρας. Σύμφωνα με πληροφορίες ζητήθηκε από τις εταιρείες κολοσσούς της κρουαζιέρας να εξετάσουν την περίπτωση να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις σε λιμάνια που προσεγγίζουν κρουαζιερόπλοια και υπό αυτό το πρίσμα ενδέχεται αν επανεξεταστεί το ύψος του τέλους επιβατών.
Οι σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και CLIA στην οποία συμμετέχουν οι μεγαλύτερες εταιρείες κρουαζιέρας με επικεφαλής τις αμερικανικές έχουν εξομαλυνθεί. Υπήρξε μία δυσαρέσκεια από την πλευρά της κρουαζιέρας αφού δεν είχαν συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις για τον καθορισμό του ύψους του τέλους επιβατών ενώ μέχρι τότε υπήρχε πάντοτε συνεργασία μεταξύ των δύο μερών.
Σύμφωνα με την εξαγγελία της κυβέρνησης το τέλος ανά επιβάτη που αποβιβάζεται στη Μύκονο και τη Σαντορίνη θα είναι 20 ευρώ, ενώ 5 ευρώ θα είναι στα άλλα λιμάνια που προσεγγίζουν κρουαζιερόπλοια. Οι τιμές ισχύουν από 1η Ιουνίου έως 30 Σεπτεμβρίου κάθε χρονιά.
Για την περίοδο Απριλίου – Μαΐου και Οκτωβρίου το τέλος μειώνεται κατά 40%, σε 12 και 4 ευρώ αντίστοιχα. Για την περίοδο Νοεμβρίου – Μαρτίου το τέλος μειώνεται κατά 80%, σε 4 και 1 ευρώ ανά επιβάτη αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του υπουργείου Τουρισμού, το σύνολο εσόδων αναμένεται να ανέλθει σε 50 εκατ. ευρώ. Το 1/3 των εσόδων θα πηγαίνει στους δήμους, το 1/3 στο υπουργείο Ναυτιλίας και το 1/3 στο υπουργείο Τουρισμού.
Στελέχη του κλάδου είχαν επισημάνει τότε στο newmoney: «Οι αυξήσεις στις χρεώσεις των λιμανιών και των υπηρεσιών στα επίπεδα της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου είναι απαραίτητες για την ενίσχυση της ποιότητας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών λιμανιών. Ωστόσο, πρέπει να γίνονται κλιμακωτά με διάλογο και φυσικά με έγκαιρη ενημέρωση προς τις εταιρείες κρουαζιέρας, ώστε να προγραμματίζουν ανάλογα τις δραστηριότητές τους. Οι αυξήσεις θα πρέπει να συνοδεύονται από σαφές πρόγραμμα και χρονοδιάγραμμα βελτιώσεων στις υποδομές και τις παροχές των λιμανιών, διασφαλίζοντας τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας ως προορισμού».