Όπως αναφέρει η ερώτηση, στη νήσο Χίο υλοποιήθηκε το 2012 από την (τότε) ΕΚΧΑ Α.Ε. η διαδικασία επαναπροσδιορισμού της θέσης και των ορίων των κτηματογραφημένων γεωτεμαχίων («επανακτηματογράφηση»). Συνέπεια της διαδικασίας αυτής ήταν να εκδοθεί Υπουργική Απόφαση το 2015 (86/Τεύχος Απαλλοτριώσεων και Πολεοδομικών Θεμάτων/6-5-2015), με την οποία κηρύχθηκε ο επαναπροσδιορισμός συγκεκριμένων περιοχών/κτηματολογικών ενοτήτων των νήσων Χίου, Λέσβου και Λευκάδας.
Όσον αφορά τη Χίο, οι περιοχές αυτές αφορούν κατά μείζονα λόγο την κτηματολογική ενότητα/ΟΤΑ κτηματογράφησης Ιωνίας. Παρ’ όλα αυτά, ένας σημαντικός αριθμός περιοχών της νότιας Χίου, για τις οποίες είχε κατατεθεί μεγάλος αριθμός - εκατοντάδων - αναφορών σφαλμάτων στην κτηματογράφηση, τέθηκε εκτός της διαδικασίας επαναπροσδιορισμού. Οι περιοχές αυτές αφορούν κατά κύριο λόγο τις κτηματολογικές ενότητες Ανέμωνα (ενδεικτικά: προ-καποδιστριακός ΟΤΑ Καλλιμασιάς), Νεοχωρίου και Μαστιχοχωρίων (ενδεικτικά: προ-καποδιστριακοί ΟΤΑ Καλαμωτής, Αρμολίων, Πατρικών).
Οι περιοχές αυτές έμειναν εκτός της διαδικασίας επανακτηματογράφησης πιθανότατα λόγω της εφαρμογής των κριτηρίων που προβλέπονται στην Απόφαση 561/06 του (τότε) ΟΚΧΕ (ΦΕΚ 567/Β΄/12-03-2013), καθώς και στη συμπληρωματική αυτής Υπουργική Απόφαση 52780 (ΦΕΚ 3177/β Β΄/26-11-2014). Οι ελάχιστες τιμές των κριτηρίων αυτών κρίνονται ιδιαίτερα υψηλές και οδηγούν σε επανακτηματογράφηση ουσιαστικά μόνο σε περιπτώσεις ιδιαίτερα εκτεταμένων γεωμετρικών σφαλμάτων. Ταυτόχρονα, η δυνατότητα διόρθωσης δια της δικαστικής προσφυγής είναι και χρονοβόρα και ιδιαίτερα δαπανηρή για τους κατοίκους της περιοχής. Σημειώνεται ότι και σε άλλες περιοχές, όπως πιο πρόσφατα στη Λέσβο, έχουν διαπιστωθεί ανάλογα προβλήματα και έχει διατυπωθεί το αίτημα της επανακτηματογράφησης.
Τα ανωτέρω προβλήματα μεγεθύνονται από τον κατακερματισμένο και πολύ μικρό χαρακτήρα του κλήρου που απαντάται με ιδιαίτερη ένταση στις νησιωτικές περιοχές. Το γεγονός αυτό τόσο δυσχεραίνει την κήρυξη της διαδικασίας επανακτηματογράφησης σε μια κτηματολογική ενότητα (στη βάση των προαναφερόμενων κριτηρίων), όσο και δυσκολεύει την δικαστική διευθέτηση των σφαλμάτων, καθώς το κόστος αυξάνεται (αφού συχνά τα σφάλματα αφορούν περισσότερα του ενός γεωτεμάχια), αλλά και είναι δυσανάλογα υψηλό σε σχέση με την χαμηλή, κατά κανόνα, αντικειμενική αξία των γεωτεμαχίων.
Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται κάποια παρέμβαση από το Ελληνικό Κτηματολόγιο και το επιβλέπον Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκειμένου να αντιμετωπιστεί η σημερινή κατάσταση μιας στρεβλής, ουσιαστικά ανολοκλήρωτης, διαδικασίας κτηματογράφησης, με όλες τις επιβλαβείς συνέπειες που αυτό έχει για τους ιδιοκτήτες, αλλά και το δημόσιο συμφέρον.
Μια τέτοια παρέμβαση θα μπορούσε να είναι η μεγάλη μείωση των ποσοτικών κριτηρίων που τίθενται στις προαναφερόμενες Αποφάσεις, προκειμένου να διευκολυνθεί η επανακτηματογράφηση σε κτηματολογικές ενότητες που παρατηρούνται σφάλματα. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να κηρυχθεί μια διαδικασία εφάπαξ, έκτακτης επανακτηματογράφησης σε περιοχές που έχουν διαπιστωθεί αρκετά γεωμετρικά σφάλματα κατά την κτηματογράφησή τους, αλλά δεν πληρούνται τα – υψηλά - κριτήρια που ισχύουν. Η ανάγκη ολοκλήρωσης - μετά από πολλές καθυστερήσεις με ευθύνη σε μεγάλο βαθμό της σημερινής κυβέρνησης - της διαδικασίας της κτηματογράφησης με ορθό τρόπο θα μπορούσε να αποτελέσει την αιτιολογική βάση μιας τέτοιας διαδικασίας.