Η επιβολή τόσο υψηλού τέλους ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα των δύο προορισμών, που συγκαταλέγονται μεταξύ των κορυφαίων προορισμών κρουαζιέρας στη Μεσόγειο, καθώς μπορεί να αποθαρρύνει εταιρείες κρουαζιέρας και τουρίστες από το να τις επιλέξουν. Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν άλλοι προορισμοί με τέτοιες επιβαρύνσεις, η πρόσθετη χρέωση θα μπορούσε να αποτελέσει αντικίνητρο για τους επισκέπτες, πλήττοντας τις τοπικές επιχειρήσεις.
Έχει άραγε εξεταστεί και προσμετρηθεί η πιθανότητα μείωσης του αριθμού των επισκεπτών λόγω της αύξησης του κόστους; Τα νησιά εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, και μια μείωση στον αριθμό των τουριστών μπορεί να έχει άμεσες επιπτώσεις στις τοπικές οικονομίες. Ειδικά για τις μικρότερες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του λιανικού εμπορίου, των υπηρεσιών φιλοξενίας αλλά και της εστίασης, οποιαδήποτε μείωση της τουριστικής κίνησης θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα επιβαρυντική.
Ανησυχούμε ιδιαίτερα καθώς η αιφνίδια επιβολή ενός τόσο υψηλού τέλους μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση και δυσαρέσκεια στους επισκέπτες των οποίων οι αρνητικές εντυπώσεις θα μπορούσαν να επηρεάσουν την εικόνα των νησιών.
Παράλληλα πληθαίνουν ολοένα οι αντιδράσεις από τα άμεσα εμπλεκόμενα με την κρουαζιέρα μέρη και δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει το ενδεχόμενο οι εταιρείες κρουαζιέρας να αποφασίσουν να προχωρήσουν σε ένα τύπου embargo όπως έχει συμβεί και σε άλλους σημαντικούς διεθνείς προορισμούς στο παρελθόν. Ιδιαίτερα σήμερα που οι γεωπολιτικές εξελίξεις (πολεμικές συρράξεις σε Μαύρη Θάλασσα και Μέση Ανατολή) επηρεάζουν άμεσα τις τουριστικές τάσεις, δεν χρειάζεται να υπάρχουν και άλλοι λόγοι ώστε να εξεταστεί η μετατόπιση δραστηριότητας με αναδρομολόγηση κρουαζιερόπλοιων βόρεια και δυτικότερα μας.
Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση γύρω από το ενδεχόμενο επιβολής τέλους πρέπει να γίνει στο πλαίσιο ενός ευρύτερου στρατηγικού σχεδιασμού για την επόμενη ημέρα όλων των νησιών συμπεριλαμβανομένου της Μυκόνου και της Σαντορίνης, όπως έχουμε επανειλημμένα προτείνει. Τα νησιά αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις, κυρίως όσον αφορά την πίεση στις υποδομές τους λόγω του αυξημένου τουριστικού ρεύματος. Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε απόφαση πρέπει να λαμβάνει υπόψη την φέρουσα ικανότητα του κάθε νησιού, την ενίσχυση των υποδομών, την καλύτερη διαχείριση των ροών και τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Η λογική του διαμοιρασμού του τέλους δεν μας βρίσκει σύμφωνους καθώς είναι ζωτικής σημασίας τα έσοδα αυτά να αποδοθούν εξ’ ολοκλήρου στα νησιά και να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση των τοπικών υποδομών, ενισχύοντας τη βιωσιμότητα των προορισμών και βελτιώνοντας εντέλει την εμπειρία των επισκεπτών.
Ενώ είναι αποδεδειγμένη η σημαντική συνεισφορά των Κυκλάδων στο ΑΕΠ, δεν έχουν κατ’ αντιστοιχία υλοποιηθεί οι απαραίτητες επενδύσεις σε υποδομές από το κεντρικό κράτος διαχρονικά. Η οικονομική σταθερότητα των νησιών πρέπει να ενισχυθεί μακροπρόθεσμα με ανάπτυξη υποδομών, όπως σύγχρονα λιμάνια και κέντρα εξυπηρέτησης τουριστών κ.τ.λ., αλλά και επενδύσεις που θα συμβάλουν στη προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς, δημιουργώντας έτσι νέες ευκαιρίες προσελκύοντας ποιοτικό τουρισμό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου και ενισχύοντας παράλληλα την ιδιαίτερη ταυτότητα των νησιών.
Είναι απαραίτητο να εμπλακούν όλοι οι τοπικοί φορείς στη διαδικασία λήψης αποφάσεων δίνοντας χρόνο σε μία ουσιαστική διαβούλευση. Μια συνολική και συμμετοχική προσέγγιση θα εξασφαλίσει ότι οι ανάγκες όλων των ενδιαφερομένων μερών λαμβάνονται υπόψη και ότι τα μέτρα που θα εφαρμοστούν θα είναι προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Είμαστε στη διάθεσή σας για κάθε διευκρίνιση και δηλώνουμε πρόθυμοι να συμμετάσχουμε σε οποιαδήποτε διαδικασία, συνεισφέροντας με την εμπειρία μας από την διαχρονικά ενεργή ενασχόληση μας σε θέματα που άπτονται του θαλάσσιου τουρισμού και της κρουαζιέρας, επ’ ωφελεία της επιχειρηματικής κοινότητας των Κυκλάδων.