Η τεράστια αυτή εισροή τουριστών και η κινητικότητα που αναπτύσσεται, φέρει μαζί της την αυξημένη ανάγκη διαχείρισης συμβάντων παραβατικότητας, τα οποία μοιραία προκύπτουν εκεί όπου κινείται και υπάρχει περισσότερος κόσμος. Διαφορετική είναι η εικόνα των νησιών τον ήρεμο χειμώνα, εντελώς άλλη το πολύβουο καλοκαίρι.
Νησιωτικά αστυνομικά τμήματα και σταθμοί με όσο προσωπικό και επιχειρησιακά μέσα διαθέτουν - τα οποία εν προκειμένω είναι συνήθως πενιχρά - καλούνται να αρθούν στο ύψος των «περιστάσεων» προστατεύοντας στο peak κυρίως της τουριστικής σεζόν, κατοίκους και επισκέπτες από πάσης φύσεως συμβάντα ή μορφές παραβατικότητας.
Η προσπάθεια μεγάλη, το έργο δύσκολο. Αυτός είναι και ο λόγος που τελευταία έρχονται στο προσκήνιο «φωνές», θεσμικές ή μη, οι οποίες λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαιτερότητα των νησιών, έρχονται ευλόγως να προτείνουν την ύπαρξη «δικλείδων ασφαλείας» ως προς το θέμα της αστυνομικής προστασίας τους.
Η κυριότερη από αυτές, υποστηρίζουν, είναι ο καλύτερος έλεγχος στα λιμάνια αναχώρησης προς τα νησιά, καθώς εκεί, είναι ευκολότερο να εντοπιστούν περιπτώσεις μη εφαρμογής του νόμου πριν καν οι παραβάτες επιβιβαστούν στα πλοία και φθάσουν τελικά στα νησιά.
Ίσως η υγειονομική κρίση που βιώνουμε εδώ και ενάμισι περίπου χρόνο, να μας έδειξε με τον πιο οδυνηρό ομολογουμένως τρόπο, ότι ο έλεγχος στα λιμάνια για την αποφυγή διασποράς της νόσου Covid – 19, υπήρξε πιθανώς σωτήριος για τα νησιά που παρέμειναν «πράσινα» για μεγάλα διαστήματα.
Τηρουμένων των αναλογιών, θα μπορούσε κανείς να πει ότι καλύτεροι έλεγχοι θα μπορούσαν ίσως να λειτουργήσουν ως ένα είδους «φίλτρο» για τα νησιά μας υπέρ του σκοπού της ασφάλειας και προστασίας των κατοίκων και των επισκεπτών τους.