Μια από αυτές είναι η τοποθέτηση φωτεινών σηματοδοτών στην πρώην «διασταύρωση Γκίκα», η οποία σύμφωνα με συγκοινωνιακές μελέτες, θα «ελαφρύνει» την κυκλοφοριακή συμφόρηση μόνο τοπικά καθώς η κίνηση οχημάτων, όπως οι συγκοινωνιολόγοι υποστηρίζουν, θα μεταφερθεί σε άλλα σημεία της πρωτεύουσας της Πάρου.
Επίσης, ακόμα κι αν τοποθετηθούν έξυπνα φανάρια στο εν λόγω «δύσκολο» σημείο, η ροή της κίνησης θα σταματά για κάποιο χρονικό διάστημα λόγω του χρόνου μετακίνησης των πεζών με τον πράσινο σηματοδότη.
Επιπροσθέτως, ένα άλλο καίριας σημασίας ζήτημα που θα ανακύψει με την εγκατάσταση φαναριών, είναι ότι δεδομένης της κλειστής παραλιακής οδού, όλα τα οχήματα που θα προέρχονται από το λιμάνι, είτε κατευθύνονται προς Νάουσα είτε προς Αλυκή, θα οδηγούνται στην πρώην «διασταύρωση Γκίκα» προκαλώντας προφανώς μεγάλη κίνηση, ακόμα και κυκλοφοριακό «έμφραγμα» στο σημείο.
Προβλήματα ωστόσο ενδεχομένως θα προκύψουν και με την κίνηση των βαρέων ή μεγάλων σε όγκο οχημάτων, καθώς υπάρχει περιορισμένο πλάτωμα δρόμου στην εν λόγω περιοχή που ήδη δυσχεραίνει τη στροφή προς όλες τις κατευθύνσεις.
Επίσης εξάλλου, σύμφωνα με τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, απαγορεύεται η στάση ή στάθμευση οχημάτων σε απόσταση μικρότερη των 20 μέτρων από φωτεινούς σηματοδότες και 12 μέτρων από πινακίδες stop, ωστόσο στην πρώην «διασταύρωση Γκίκα» λειτουργούν επιχειρήσεις που διαθέτουν parking, συνεπώς η ενδεχόμενη τοποθέτηση φαναριών καταστρατηγεί τον Κ.Ο.Κ.
Τέλος, μεγάλης σημασίας είναι και το ζήτημα της αισθητικής υποβάθμισης του Κυκλαδίτικου τοπίου. Εάν εγκατασταθούν φωτεινοί σηματοδότες, το τοπίο μάλλον θα αστικοποιηθεί θυμίζοντας περισσότερο πόλη παρά Κυκλαδίτικο νησί.
Η λύση επομένως των φωτεινών σηματοδοτών στην Παροικία, ενέχει ζητήματα που θα πρέπει να προσεχθούν ιδιαιτέρως πριν εφαρμοστεί. Είναι μια λύση κατά κύριο λόγο προσωρινή που είναι αμφίβολο εάν θα βοηθήσει μακροπρόθεσμα στην ελάφρυνση του κυκλοφοριακού προβλήματος που παρατηρείται στην πρωτεύουσα του νησιού.