Η αναδρομική έκθεσή του θα διαρκέσει από τις 17 Αυγούστου έως τις 10 Σεπτεμβρίου στην αίθουσα του Δημοτικού Χώρου Τεχνών στην Παλαιά Αγορά.
Ντόρα Ηλιοπούλου Ρογκάν:
Ο Κοψίδης γεννήθηκε το 1929 στο Κάστρο της Λήμνου όπου και έζησε τα παιδικά του χρόνια.
Μετά την Απελευθέρωση ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στον τόπο καταγωγής του, στην Αλεξανδρουπολη. Το 1949 εισάγεται στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και σπουδάζει στο εργαστήριο του Ανδρέα Γεωργιάδη. Το 1953 διακόπτει, ύστερα από προτροπή του Γιάννη Μόραλη τη φοίτηση στην ΑΣΚΤ για να μαθητεύσει για μια εξαετία πλάι στον Φώτη Κόντογλου.
Το ζωγραφικό του έργο χωρίζεται χονδρικά σε τέσσερις μεγάλες περιόδους. Στην πρώτη των πρωτόλειων σπουδαστικών έργων από τα μέσα του '40 ώς το 1953, στην περίοδο της μαθητείας στον Κόντογλου, από το 1953 μέχρι τα τέλη του '50, στην τρίτη, από τις αρχές του '60 όπου ανακαλύπτει το προσωπικό του ύφος, το οποίο χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια εξεύρεσης μιας νέας εικαστικής μορφολογίας για την εικονογράφηση ορθοδόξων εκκλησιών, που πατάει γερά στη Μεταβυζαντινή και τη Λαϊκή Τέχνη και στην τέταρτη από το 1976 και μετά που ξεκλειδώνει και αναπτύσσει το διακριτό, προσωπικό του ύφος.
Στα χαρακτηριστικά του έργα συγκαταλέγονται η εικονογράφηση του εξωνάρθηκα της Μονής Θεοτόκου Πεντέλης, η εικονογράφηση της εκκλησίας της Μονής του Chevetogne στο Βέλγιο, του τέμπλου του παρεκκλησίου της Εξαρχίας του Παναγίου Τάφου στην Πλατεία Μαβίλη, «Το κορίτσι στο παράθυρο» (1972), «Παριανός» (1988), «Αγάλματα του δειλινού» (1992) και οι πολυάριθμοι πίνακες του Κάστρου της Λήμνου. Ο Κοψίδης είναι επίσης γνωστός για την εικονογράφηση και τη συγγραφή βιβλίων, όπως το «Σταυροί στον Αθωνα», «Εξοχή», «Προσκυνητάρι της Αίγινας», «Μάνη η Πολύπυργος», «Σπίτια Ελληνικά», ενώ από το 1972 ώς το 1974 εξέδωσε το τριμηνιαίο περιοδικό «Κάνιστρο», το οποίο άφησε εποχή. Εικονογράφησε τις συλλογές παραμυθιών του Γ. Μέγα και του Γ. Ιωάννου.
«Το μυθιστόρημα του Νίκου Γ. Πεντζίκη "Ανδρέας Δημακούδης" που κυκλοφόρησε το 1934 έχει ως υπότιτλο (ή και δεύτερο τίτλο) τη φράση «ένας νέος μονάχος» - ή μοναχός; Ετσι έβλεπα στην καθημερινή του ζωή τον Ράλλη Κοψίδη», λέει στην «Κ» ο συγγραφέας και στενός του φίλος, Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος. «Απόμακρο μέσα στην τύρβη της ζωής, ποιητή του ελάχιστου, λάτρη του απέριττου, υμνωδό του ταπεινού. Ετσι στα γραπτά του (και έχει γράψει πολλά), έτσι και στη ζωγραφική του. Ακούραστος περιπατητής, λιτότατος (πενιχρός την περιβολήν) πραγματοποίησε με τη γυναίκα του Μαρία που του παραστάθηκε ηρωικά και στα στερνά του χρόνια περίλαμπρες εκδρομές σε απρόσιτα μοναστήρια, σε αρχαίες λίμνες, σε προϊστορικούς οικισμούς, μαζεύοντας σπασμένα γυαλιά, πέτρες, βότσαλα, κεραμικά - που θα μεταμορφώνονταν στη συνέχεια στους πίνακές του με τα βουνά της Λήμνου (τα κάστρα, τα ακτινοβόλα γυναικεία πρόσωπα, που τα παράστεκαν από μακριά, παλιές σπασμένες παιδικές κούκλες) ή στα εκλεκτικά ψηφιδωτά με τα όποια κοσμούσε τη αυλή του σπιτιού του στην Πάρο».
Ο ζωγράφος και αγιογράφος Ράλλης Κοψίδης, σημαντική μορφή της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής, γνωστός μεταξύ άλλων από τη ρηξικέλευθη εικονογράφηση του πατριαρχικού κέντρου στο Σαμπεζί της Ελβετίας, πέθανε στις 14 Αυγούστου, σε ηλικία 81 ετών στο σπίτι του στη Γλυφάδα.
{plusone lang=el}