Πάρος, Παροικία: 3η ημέρα του Φεστιβάλ Τοπικών Προιόντων Πάρου...

05 Ιουλίου 2013 15:10

Η τρίτη ημέρα του 1ου Φεστιβάλ Τοπικών Προϊόντων Πάρου με τίτλο ¨Ο άρτος της Πάρου ο επιούσιος", την Παρασκευή 5 Ιουλίου, περιλαμβάνει ένα πλούσιο πρόγραμμα

εκδηλώσεων που σκοπό έχουν να διασκεδάσουν αλλά και να εισαγάγουν γνωστικά το κοινό κάθε ηλικίας στο μαγευτικό και πλούσιο κόσμο της παριανής αρτοποιητικής παράδοσης.

Εικαστικές δημιουργίες από ζυμάρι των παιδιών του παιδικού σταθμού Νάουσας θα κρατήσουν το ενδιαφέρον των λιλιπούτειων επισκεπτών, επιμορφωτικές ομιλίες διατροφολόγων θα μας ενημερώσουν για την τεράστια θρεπτική αξία του ψωμιού, ενώ ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στη σχέση του άρτου με την τέχνη μέσα από ειδικά καλλιτεχνικά αφιερώματα.

Συγκεκριμένα θα γίνουν εγκαίνια εκθέσεων γλυπτικής και φωτογραφίας με θέμα τον άρτο και τον σίτο και θα λάβει χώρα ομιλία για το συσχετισμό του άρτου και της τέχνης. Απαγγελίες ποιημάτων και αναγνώσεις εκθέσεων από παιδιά με θέμα το ψωμί θα βραβευτούν ενώ μια έκθεση τοπικών παριανών προϊόντων θα ολοκληρώσει το γευσιγνωστικό πανόραμα της παριανής διατροφικής παράδοσης.

Μια μουσική βραδιά στο λόφο της Αγίας Άννας πλάι στους δύο ανεμόμυλους, από τη χορωδία της σχολής Μουσικής του Δήμου Πάρου, θα ολοκληρώσει μουσικά την τρίτη ημέρα του Φεστιβάλ.

Όλες οι παραπάνω εκδηλώσεις θα συνοδεύονται φυσικά από το κάλεσμα των επισκεπτών σε γευστικές εμπειρίες άρτου και αρτοσκευασμάτων που θα προσφέρονται στο χώρο των εκδηλώσεων.

Το parianostypos..gr, σε ελάχιστη ώρα θα σας παρουσιάσει βίντεο με εικόνες από το Φεστιβάλ (1ης & 2ης Ημέρας) όπως τις κατέγραψε η κάμερα του που βρέθηκε στους χώρους των εκδηλώσεων.


Άρτος και ποίηση από το Χρίστο Γεωργούση. Ομιλία απο τη χθεσινή δεύτερη ημέρα του Φεστιβάλ

 Σιτάρι, ψωμί και ποίηση

Στον νότιο ουρανό το βράδυ, μετά τη δύση του ήλιου, βλέπουμε τα άστρα της Παρθένου (ανάμεσα στο Σκορπιό, τον Ζυγό και τον Λέοντα) με το Στάχυ φωτεινότερο όλων. Πήρε το όνομα αυτό καθώς ο αστερισμός απεικονίστηκε ως Παρθένος που κρατά στο χέρι της στάχυ σιταριού. Αν έφτασε τόσο ψηλά το σιτάρι και έγινε άστρο, είναι γιατί πάτησε γερά στη γη και θεμελίωσε τη ζωή για τους ανθρώπους.

Σε μια χώρα σαν τη δική μας, στο κέντρο της Μεσογείου το σιτάρι, το σταφύλι και η ελιά υπήρξαν η αγία τριάδα και η ζωοδόχος πηγή της ζωής μας. Αν θέλουμε να μάθουμε πραγματική ιστορία πρέπει να μελετήσουμε την πορεία και την εξέλιξη αυτών των προϊόντων από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι σήμερα. Η λογοτεχνία και η ποίηση ήταν επόμενο να επηρεαστούν βαθιά από την τριά-δα αυτή, αφού πάνε μαζί με τον άνθρωπο και την ιστορία του.

Ας ψάξουμε πρώτα στη Μυθολογία.

Με ιδρώτα και αίμα τιμωρήθηκε ο άνθρωπος να κερδίζει το βίο του και από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι σήμερα έτσι προχώρησε. Τρεις δισέγγονες του Διόνυσου κλήθηκαν να τον βοηθήσουν στη μεγάλη αυτή περιπέτεια. Η Σπερμώ έπιανε χώμα και γινόταν σιτάρι, η Ελαίς έκανε λάδι απ' αυτό και η Οινώ με-τέτρεπε το χώμα σε κρασί. Δεν ήταν μόνο για τους Αχαιούς του Αγαμέμνονα τα δώρα αυτά, ήταν για όλους μας, για τότε, για τα χρόνια που κύλησαν, για τώρα και για πάντα.

Ο Τριπτόλεμος, ιερέας προστατευόμενος της Δήμητρας, ξεκινά απ' την Πάρο, απ' το λαμπρό ναό της θεάς του σιταριού, πετά με άρμα φτερωτό που το σέρνουν φίδια και σπέρνει σ' όλη τη γη σιτάρι.

Χώμα είσαι απ΄ το χώμα θα ζήσεις και στο χώμα θα πας. Έτσι ακριβώς ορκιστήκαμε, αλλά η σύγχρονη ζωή έφερε μια λησμονιά που ήδη μας βάζει σε βάσανα.

Η αγία τριάδα, σιτάρι, αμπέλι, ελιά, στήριξε τον κάτοικο της Μεσογείου σε όλη την διαδρομή του κι εξακολουθεί να τον στηρίζει, και δεν του έδωσε μόνο τα απαραίτητα για τη ζωή του σώματος, αλλά και της ψυχής του. Λέξεις πολύτιμες κι φράσεις έχτισαν μουσικές και τραγούδια μέχρι σήμερα και τον συνόδεψαν. Η ποίηση ήρθε μαζί με την ανάσα του, με το πρώτο «αχ» και τα πρώτα βάσανα.

«Με το κοντάρι μου κερδίζω το ψωμί μου» τραγουδά πριν από αιώνες ο δικός μας Αρχίλοχος και από τότε μέχρι σήμερα ψωμί, καημός και αγάπη εί-ναι τρεις βασικές κολώνες στην ποίηση.

«Τον άρτον τον επιούσιον δος ημίν σήμερον», λέμε στην προσευχή μας, καθώς η εκκλησία βρήκε τρόπους να κάνει δική της την αγωνία και τον κόπο των ανθρώπων. Ο Χριστός δεν είναι μόνον η άμπελος η αληθινή, αλλά και ο άρτος της ζωής. «Ο γαρ άρτος του Θεού εστιν ο καταβαίνων εκ του ουρανού και ζωήν διδούς τω κόσμω».

Τι είναι άραγε η ποίηση και τι σχέση μπορεί να έχει με το ψωμί, το σι-τάρι και τους ανεμόμυλους; «Μαζεύω τα πεσμένα στάχια να σου στείλω λίγο ψωμί» γράφει ο Νικηφόρος Βρεττάκος και ξαφνικά βρισκόμαστε στην ώρα του θερισμού, πάμε μαζί με τις σταχομαζώχτρες του Παπαδιαμάντη, να μαζέψουμε τα πεσμένα στάχια κι εμείς, να κάνουμε ψωμί ανάγκης, στοργής και αγάπης με τα πεσμένα λόγια, να ξεγελάσουμε τη στέρηση. Αυτό είναι ποίηση. Να βγάλουμε τη γλώσσα στην όποια στέρηση, να την κοροϊδέψουμε, να ζήσουμε στο πείσμα της. Στα δύσκολα χρόνια του 1950 όταν παιδιά βλέπαμε κομμάτι ψωμί στο δρόμο, το παίρναμε με σεβασμό και το βάζαμε στην άκρη του δρόμου να το βρει κανένα σκυλί και να μην το πατάμε. Την ποίηση τη ζούμε περισσό-τερο απ' όσο τη γράφουμε. Εκείνα τα παλιά της καθημερινής ζωής, η μυρωδιά του ξεραμένου χόρτου, το αλώνισμα με τα ζώα και το λίχνισμα, η μεταφορά στον ανεμόμυλο και αργότερα η μυρωδιά και η γεύση του ψωμιού στο φούρνο, θα τροφοδοτούσαν τη μνήμη με ένα παράδεισο βιωμάτων. Ας υπήρχε στέρηση που λύγιζε, ως χείμαρρος ξεχύνονταν απ' αυτόν το μαγικό τόπο όλα τα φυ-λαγμένα πολύτιμα. Έμειναν ως λέξεις και φράσεις χαραγμένα για πάντα να κατευθύνουν τον ποιητή που με τον σύγχρονο πολιτισμό απολακτίστηκε απ΄την παλιά ομορφιά της Εδέμ. Κάτι έμεινε θέλω να πω στα ερείπια, κάτι πολύτιμο ακόμα μας εμπνέει απ' αυτές τις στάχτες.

«Σκύβω της γης και σαν ψωμί φιλώ το μυρισμένο χώμα» γράφει στην Ο-δύσσεια ο Νίκος Καζαντζάκης, ενώ ο Ελύτης στο Άξιον Εστί παραπονιέται: «του θεού το στάρι στα ψηλά καμιόνια το φόρτωσαν και πάει» και πιο κάτω «το στάρι που ευαγγελίστηκα το 'δρεψα μόνος». Μπορεί να πήγαν κατευθείαν στο όνειρο οι υπερρεαλιστές τω πειραμάτων στην ποίηση, αλλά δεν έφυγαν απ' τα χωράφια. Το χώμα μας κρατά, δεν φεύγουμε απ' αυτό, ας σκύψουμε λίγο να δούμε, πολύ ψηλά σηκώσαμε το κεφάλι οι αφελείς.

«Οι μηχανές και τα δρεπάνια του κτήματός μας δεν ηγοράσθησαν εισέτι. Αλλά τούτο δεν σημαίνει, αγάπη μου, πως το σιτάρι μας δεν θα θεριστή. Θα θεριστή μια μέρα, και οι δρέποντες τους καρπούς θα 'μαστε πάλι εμείς, χι-λιάκις εμείς, με τα χέρια μας απλωμένα επάνω από τους κάμπους μας και επάνω από τις πεδιάδες των παιδιών μας» βεβαιώνει ο Εμπειρίκος.

Αλλά ας ψάξουμε τις λέξεις για το ψωμί και τα όσα του μοιάζουν.

Στη χριστιανική λατρεία θα βρούμε πρόσφορα, άρτους ή ευλογιές, τη με-τάληψη με το κομμάτι ψωμί βουτηγμένο στο κρασί, τα κόλλυβα των μνημόσυ-νων (απομεινάρι παλιό των παλιών σπονδών), το αντίδωρο.

Στα σπίτια φτιάχνουμε με το στάρι το πληγούρι, το χυλό για τα ψυχοσάβ-βατα και με το ζυμάρι εκτός από τη μεγάλη ποικιλία των αρτοσκευασμάτων με τα πολλά ονόματα κι ένα είδος τοπικού ζυμαρικού που στις Λεύκες το λέγαμε μιρμιτζέλι, ίσως γιατί τα ψίχουλα της ζύμης έμοιαζαν με μυρμήγκια.

Το Πάσχα οι γυναίκες στα χωριά ζύμωναν «λαζαράτσια» και «κουτσού-νες», χριστόψωμα, κουλούρες με τα κόκκινα αυγά και άλλα πολλά.

Στις ημέρες των εορτών έφτιαχναν τηγανίτες στο σπίτι ή λουκουμάδες.

Στα αγροτόσπιτα έφτιαχναν παξιμάδια με το μπαγιάτικο ψωμί και τα ξερο-κόμματα και τις λεγόμενες παξιμαδοκουλούρες με κριθαρένιο αλεύρι, που είναι σήμερα της μόδας. Συχνά το ψωμί που μένει το κάνουμε φρυγανιές με τις ευ-κολίες που έχουμε σήμερα.

Πολλά τα ονόματα για το ψωμί σε κάθε τόπο. Γνωστές παντού οι λέξεις: Καρβέλι, φραντζόλα, κουραμάνα (ψωμί του στρατού), γαλέτα. Η λαγάνα είναι το ψωμί της Καθαράς Δευτέρας.

Μπορούμε να δούμε τη σημασία στη λογοτεχνία και από φράσεις της καθη-μερινής ζωής και παροιμίες:

«Ψωμάκια» είναι το όνομα παιχνιδιού με πέτρες στη θάλασσα.

«Να ξεχωρίσουμε την ήρα από το σιτάρι», λέμε για να δηλώσουμε την α-νάγκη ξεκαθαρισμάτων.

«Του γεωργού η δουλειά στ' αλώνι φαίνεται», ο καθένας δηλαδή κρίνεται στο πόστο που έχει αναλάβει.

«Οκτώβρης και δεν έσπειρες, σιτάρι λίγο θα 'χεις».

«Αν βρέξει ο Οκτώβρης και χορτάσει η γη, πούλησ' το σιτάρι σου και α-γόρασε βόδια».

«Ο λόγος σου με χόρτασε και το ψωμί σου φάτο», ο καλός λόγος καμιά φορά γεμίζει την καρδιά μας, χορταίνει.

«Ο χορτάτος λέει ψωμί κι ο νηστικός ψωμάκι».

«Άνθρωπος που δεν πεινάει, τι θα πει ψωμί δεν ξέρει».

«Είπε το ψωμί ψωμάκι», στερήθηκε, πέρασε δύσκολα.

«Το ψωμί τα δάκρυα δένει, το ψωμί τα σταματάει», αγώνας για τη ζωή.

«Εφάγαμε ψωμί κι αλάτι», λέμε για να δείξουμε μακρά γνωριμία φιλίας και αγάπης.

«Γλυκό ψωμί δεν έφαγαν», κακοπέρασαν, είχαν δυσκολίες.

«Έφαγα ψωμί στο σπίτι σου», με φιλοξένησες, με βοήθησες.

«Τα 'φαγε τα ψωμιά του», βρίσκεται στο τέλος της ζωής του.

«Ψωμοπάτης», είναι ο άπιστος φίλος που αθέτησε τον όρκο του.

«Μα το ψωμί που τρώω». Ο άνθρωπος το σέβεται και ορκίζεται σ' αυτό.

«Να τιμάς το ψωμί που τρως», ευχή γνωστή.

«Για ένα κομμάτι ψωμί το αγόρασα», τσάμπα, πολύ φτηνά.

«Πιο πολύ ψωμί τρώγεται με μέλι, παρά με ξίδι», ο καλός τρόπος συμπε-ριφοράς δίνει αποτελέσματα.

«Όποιος βαριέται να ζυμώσει πέντε μέρες κοσκινίζει», για τον άνθρωπο που αναβάλει.

«Ψωμοτύρι και γλυκιά ζωή».

«Της προκομμένης το ψωμί γρήγορα ανεβαίνει», φουσκώνει γρήγορα το ζυμάρι.

«Αυτό είναι ψωμοτύρι για μένα», δουλειά εύκολη, γνωστή.

«Πρέπει να φας πολλά καρβέλια ακόμα», λέγεται για κάποιον που απο-τυγχάνει και πρέπει να δοκιμάσει και άλλο.

«Ο νηστικός καρβέλια ονειρεύεται» ακούμε γι' αυτούς που προσδοκούν υπερβολικά πράγματα.

«Θέλει βρεγμένα τα παξιμάδια», λέγεται για τους τεμπέληδες.

«Ψωμί κι ελιά και Κώτσο βασιλιά», φώναζαν οι φανατικοί βασιλικοί στα χρόνια του διχασμού.

«Ψωμί -Παιδεία -Ελευθερία» ήταν το επίκαιρο πάντα σύνθημα του Πολυ-τεχνείου.

Χώμα, στάχια, σιτάρι, ψωμί και απ' την άλλη η ποίηση και το τραγούδι. Έχουν άραγε κάποια συγγένεια; Αν η ποίηση είναι διήγηση ζωής και το ψωμί αγώνας ζωής ιδού πού τέμνονται οι δρόμοι τους. «Μέσα στο χώμα θα έπρεπε να κάτσω//Λίγον καιρό για να ξεσυνηθίσω//το εύκολο πέταμα στον ύπνο//και στον αγέρα» τραγουδά ο Γιώργος Σαραντάρης. Να πατήσουμε τα πόδια μας γερά στο χώμα, μήπως έρθει απ' το έδαφος αυτός ο παλμός της ζωής, να νιώσουμε φυτά, στάχια δημητριακού, να καταλάβουμε κάπως βαθύτερα το ρυθμό του κόσμου. Τα στάχια θέλουν μουσική συμπαντική να μεγαλώσουν, η μουσική θέλει δύναμη και χυμό εδάφους να αναπτυχθεί.

Μονάχα με την ποίηση θα μεγαλώσουμε τα στάχια, μας διαβεβαιώνει ο Τάκης Βαρβιτσιώτης σε ένα σπουδαίο του ποίημα.

Μονάχα με την ποίηση// Θα 'μαστε ακόμα ικανοί// Να βλέπουμε και ν' αγαπούμε// Να ονομάζουμε τα πράγματα// Με τις πιο καθημερινές λέξεις// Να λέμε το ψωμί ψωμί τη σκάφη σκάφη// Και μ' ένα βλέμμα να οδηγούμα-στε// Σε μιαν αλήθεια οριστική.

Μονάχα με την ποίηση//Θα μεγαλώσουνε τα στάχια// Και τα στήθη των κορι-τσιών// Το ποτάμι θ' απομείνει ποτάμι// Η θάλασσα θάλασσα// Κι ο ουρανός ουρανός.

«Αυτό το ψωμί που κόβω ήταν κάποτε σιτάρι//αυτό το κρασί πάνω σε ξένο δένδρο βούλιαξε στον καρπό του// ο άνεμος τη μέρα ή ο άνεμος τη νύ-χτα//τα στάχια έριξαν κάτω, τσάκισαν τη χαρά του σταφυλιού» τραγουδά ο Τόμας Ντύλαν.

«Λίγα ψίχουλα αγάπης σου γυρεύω», ακούμε στο λαϊκό τραγούδι και θυ-μόμαστε το φτωχό Λάζαρο της Παραβολής που επιθυμούσε να χορτάσει από «των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης» του πλουσίου. Τα ψίχουλα του ψωμιού μπορεί να γίνουν και του φωτός για τους ευφάνταστους ποιητές μας.

«Αγάπη, αγάπη δεν μου 'χες δώσει ούτε ένα ψίχουλο φωτός για να δει-πνήσω», παραπονιέται ο Ρίτσος.

Και Πάμπλο Νερούντα συντονίζεται με τη δική μας αγωνία.

«Εδώ φυτρώνει το δένδρο// ένα δένδρο της θύελλας // ένα δένδρο του λαού// κι ο άνεμος τσακίζει τα φυλλώματα// ώσπου να πέσει ο σπόρος του ψωμιού στη Γη.

Αυτό είναι το δένδρο των λεύτερων// το δένδρο Γη, το δένδρο σύννεφο// το δένδρο ψωμί, το δένδρο βέλος// το δένδρο γροθιά, το δένδρο φωτιά».

Σε άλλο του ποίημα υμνεί τον Μπολιβάρ:

«Το ψωμί, η λευτεριά, το σιτάρι γεννήθηκαν απ' το αίμα σου//Απ' το νεανικό μας αίμα που βγήκε απ' το δικό σου// θε να' ρθει ειρήνη, ψωμί και σιτάρι για τον κόσμο που θα χτίσουμε».

«Η κυρά των αμπελιών» του Γιάννη Ρίτσου περπατά στα χωράφια.

«Όταν οι πόρτες κλείσουν στη νυχτιά και το λυχνάρι του σπιτιού νυστάξει

Κι όταν απάνου στο τραπέζι μείνει μόνο το ψωμί σαν την ψυχή του κόσμου»

Ενώ πριν ο Γεώργιος Δροσίνης πρόλαβε το θόρυβο του ανεμόμυλου.

«Καλόδεχτο το φόρτωμα που θα 'ρθει από το μύλο

Πρωτόσταλτο, πρωτάλεστο, πρώτη χαρά της σκάφης»

Και ο Κωστής Παλαμάς σαν παιδί καλωσορίζει τα χριστόψωμα.

«Καλώς τα τα Χριστόψωμα// Καλώς τον Άι Βασίλη// Καλώς τα τα σπιτιά-τικα// Μεθυστικά γιορτάσια»

Αλλά σε μοιρολόι της Ρόδου το ψωμί γίνεται πικροζύμωτο.

«Εμένα πρέπει μου να τρω (γω)// Φαρμάκιν το φαί μου// Και πικροζύμωτο ψωμί// Που 'χασα το παιδί μου»

Και ο Ελύτης στο «Άσμα ηρωικό και πένθιμο» βρίσκει ψωμί της ερημιάς.

«Μεσ' στις χαράδρες όπου τα νερά σταμάτησαν// Από λιμό χαράς κείτο-νταν τα τραγούδια// Βράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά// Κόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο».

Μετά το θερισμό, μετά το αλώνισμα και το λίχνισμα περιμένει ο μύλος.

Εάν τόσοι ανεμόμυλοι άλεθαν με τα πέτρινα δόντια τους στις Κυκλάδες ή-ταν επόμενο να βρούμε και Κυκλαδίτες τραγουδιστές να ακούνε τη μουσική του μύλου.

Ο Αριστομένης Προβελέγγιος, ποιητής από τη Σίφνο, έτυχε ν' ακούσει:

«Και γυρνά και τριζοβολά στ' ακρογιάλι ο μύλος

Και γοργοπετά με πανιά απλωτά των φτωχών ο φίλος»

Τελειώνουμε με τραγούδι για το μύλο και τη μυλόπετρα (στίχοι και μουσική του Πάνου Πέτσα) με τη Γιώτα Λύδια. Ο μύλος είναι ο πετεινός ο κακαβρα-κάτος και σιδερομουστακάτος που σαν ανοίξει τα φτερά του εύμορφες φέρνει κοντά του, είναι τα δώδεκα καλογεράκια ή τα δώδεκα αδέλφια που κυνηγιού-νται και ποτέ δεν πιάνονται.

«Γυρίζει ο γερόμηλος // κι αλέθει το σιτάρι// πάει η Κονδύλω για άλεσμα// με σκέρτσο και καμάρι.

Κυρ μυλωνά, κυρ μυλωνά// πόσο το άλεσμά σου;// Για σένα τζάμπα κούκλα μου// κι ο μύλος χάρισμά σου.

Η μυλόπετρα γυρίζει, // η Κονδύλω χαχανίζει// και αλέθει ο μύλος// το σι-τάρι της Κονδύλως.

Αλέθει ο μύλος κι ο βοριάς// σηκώνει την ποδιά της// κι ο μυλωνάς τρελαί-νεται//με τα καμώματά της».

Αν ακόμα αλέθει ο μύλος στη φαντασία μας, αν γυρίζουν τα πανιά του στην σκέψη μας κοιτώντας απ' το παραθύρι του σπιτιού μας στις Λεύκες, ή από θαλασσινό φεγγίτη, αυτό είναι μια πρόκληση. Δραπετεύσαμε απ' τη δυ-σκολία του χώματος και την πίκρα της πέτρας, ας γυρίσουμε να ζευγαρίσουμε πάλι, έστω με το νού μας, ας σπείρουμε για να μπορούμε να θερίσουμε σι-τάρια, κριθάρια και καλαμπόκια, να αλωνίσουμε και να λιχνίσουμε, ας ταπει-νωθούμε για λίγο, σκύβοντας να φορτωθούμε τον καρπό, να ξαναπάμε το φόρτωμα στο μύλο και το άλεσμα στο φούρνο. Πολλά κακά ήρθαν γιατί μας παραπήρε η έπαρση ότι θα ζήσουμε χωρίς κόπο, με τα χαρτιά και το γυαλί και τη βιτρίνα μόνο, με τις μεγάλες ιδέες που μας φούσκωσαν τα μυαλά, έ-φεραν αέρα και οίστρο πρωτεύουσας και μας ξένωσαν απ' τη ζωή μας την ίδι-α.

Ειδησεογραφικός, Ενημερωτικός, Ιστότοπος με σεβασμό στην αμερόληπτη ευρεία παρουσίαση των γεγονότων. Έγκυρη και έγκαιρη καθημερινή ενημέρωση!

 

 online mediaΜέλος του μητρώου
 ONLINE MEDIA
  Επικοινωνία

 

Διαγωνισμός

diagonismoi prosexos