Aπό τα τέλη Σεπτεμβρίου που άρχισε η καταγραφή του ιού στη χώρα μας, 90 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους, ενώ 56 άτομα νοσηλεύονταν έως προχθές σε μονάδες εντατικής θεραπείας.
Σε σύγκριση με τα δύο προηγούμενα χρόνια, κατά τα οποία είχαν καταγραφεί 25 και 20 θάνατοι μέχρι τα μέσα Μαρτίου του 2013 και του 2012 αντίστοιχα, ο σχεδόν τετραπλάσιος αριθμός θανάτων που παρατηρήθηκε φέτος αποτελεί μία δυσάρεστη εξέλιξη, αλλά όχι ανεξήγητη.
Από το 2009, παγκοσμίως, κυκλοφορούν τρεις ιοί της γρίπης. Ο Η1Ν1, ο οποίος ευθύνεται για τον μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων και θανάτων φέτος, είχε μικρή «κυκλοφορία» στον πληθυσμό τις δύο προηγούμενες περιόδους εποχικής γρίπης σε σχέση με τον H3N2 ή τον ιό γρίπης τύπου Β, εξηγεί στην «Κ» ο βιοπαθολόγος Ανδρέας Μεντής, διευθυντής του Εθνικού Εργαστηρίου Αναφοράς Γρίπης Νοτίου Ελλάδος στο Ινστιτούτο Παστέρ, όπου γίνεται η διάγνωση των διαφορετικών ιών της γρίπης. Ο Η1Ν1 βρισκόταν επίσης σε έξαρση όταν πρωτοεμφανίστηκε το 2009, προκαλώντας πολλά σοβαρά κρούσματα και πάνω από εκατό θανάτους για κάθε μία από τις περιόδους 2009-2010 και 2010-2011.
Ο Η1Ν1 είναι ένας νέος ιός και το γεγονός ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού έχει νοσήσει από αυτόν, αποκτώντας έτσι ανοσία, κάνει περισσότερους ανθρώπους ευάλωτους. «Τα δύο χρόνια, όμως, που μεσολάβησαν από την τελευταία έξαρση του ιού ήταν αρκετά για να εξασθενήσει η ανοσία σε ένα μέρος του πληθυσμού», λέει ο κ. Μεντής, τονίζοντας ότι αυτός είναι ένας από τους λόγους που αυξήθηκαν φέτος τα σοβαρά κρούσματα. «Η γρίπη είναι μια νόσος απρόβλεπτη», προσθέτει. Οι ειδικοί συμφωνούν ότι δεν μπορεί να προβλεφθεί ποιος ιός θα «υπερισχύσει» κάθε χρονιά, αλλά μόνο οι διαφορετικοί τύποι που θα κάνουν την εμφάνισή τους.
Ο εμβολιασμός
«Η γρίπη μπορεί να προληφθεί σε μεγάλο βαθμό με τον εμβολιασμό», λέει στην «Κ» ο κ. Γεώργιος Δάικος, καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρ' όλα αυτά, η εμβολιαστική κάλυψη στη χώρα μας είναι πάρα πολύ μικρή. Οπως υπολόγισε το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων του υπουργείου Υγείας (ΚΕΕΛΠΝΟ), έχει εμβολιαστεί μόνο το 20% του πληθυσμού που ανήκει σε ομάδα υψηλού κινδύνου, τη στιγμή που το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) έχει θέσει ως στόχο στην Ευρώπη τον εμβολιασμό του 75% των ανθρώπων που ανήκουν σε τέτοιες ομάδες.
Ενώ οι ειδικοί δεν μπορούν να εκτιμήσουν με ακρίβεια πόσοι θάνατοι θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί από έναν εκτεταμένο εμβολιασμό, στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ δείχνουν ότι το 92% των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους φέτος στην Ελλάδα ανήκε σε ομάδα υψηλού κινδύνου. «Ασθενείς με χρόνια νοσήματα της καρδιάς και των πνευμόνων, με σακχαρώδη διαβήτη, άνθρωποι που παίρνουν φάρμακα που καταστέλλουν την άμυνα του οργανισμού, όπως κορτιζόνη ή χημειοθεραπείες, όσοι πάσχουν από λευχαιμία και καρκίνο, όπως βέβαια και οι ηλικιωμένοι, είναι αυτοί που πρέπει να εμβολιάζονται, ενώ επίσης, μόλις τα πρώτα συμπτώματα κάνουν την εμφάνισή τους, να απευθύνονται αμέσως στον γιατρό και να αρχίζουν εγκαίρως αντιιική θεραπεία», συμπληρώνει ο κ. Σωτήρης Τσιόδρας, καθηγητής της Ιατρικής Σχολής στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και λοιμωξιολόγος στο ΚΕΕΛΠΝΟ.
Εγκαιρη ενημέρωση
«Ο εμβολιασμός και η ενημέρωση του κοινού πρέπει να γίνονται στην ώρα τους», τονίζει ο κ. Δημήτριος Λιντζέρης, γιατρός και πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ), εξηγώντας ότι κατά την εμβολιαστική περίοδο Οκτωβρίου - Νοεμβρίου τα φαρμακεία είναι εφοδιασμένα με επαρκείς δόσεις εμβολίων, ενώ σε περίπτωση που παρουσιαστεί κάποια έλλειψη, μπορεί εγκαίρως να γίνουν έκτακτες εισαγωγές. Το εμβόλιο στην Ελλάδα παρέχεται δωρεάν από όλα τα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ η τιμή του για κάποιον που δεν θα χρησιμοποιήσει το ασφαλιστικό του βιβλιάριο είναι έξι ευρώ.
«Πολύ σημαντικό, όμως, είναι ότι από το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό μόνο το 10% είναι εμβολιασμένο», λέει ο κ. Δάικος. «Είναι υποχρέωσή μας να εμβολιαζόμαστε κάθε χρόνο, γιατί ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή με ένα μεγάλο αριθμό ασθενών που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου», προσθέτει. Το ΚΕΕΛΠΝΟ προειδοποιεί ότι οι ανεμβολίαστοι επαγγελματίες Υγείας αποτελούν την κύρια «πηγή» εξάπλωσης της γρίπης στα νοσοκομεία.
Κάθε χρόνο παγκοσμίως νοσούν σοβαρά 3 - 5 εκατομμύρια άνθρωποι, ενώ από αυτούς 250.000 - 500.000 χάνουν τη ζωή τους, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. «Ο ιός της γρίπης θα έρχεται κάθε χρόνο», καταλήγει ο κ. Μεντής, που προτείνει ψυχραιμία και έγκαιρη πρόληψη.
www.kathimerini.gr