Περίπου 20.000 θανάτους από επιπλοκές της Covid-19 απέτρεψε ο εμβολιασμός έναντι της λοίμωξης που προκαλεί ο κορωνοϊός, σύμφωνα με νέα προδημοσιευμένη μελέτη των καθηγητών Σωτήρη Τσιόδρα και Θεόδωρου Λύτρα.
Η εν λόγω μελέτη διεξήχθη κατά την περίοδο 11 Ιανουαρίου 2020 – 8 Δεκεμβρίου 2021 και, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Λύτρας σε αναρτήσεις του, καταδεικνύει την τεράστια προστασία που προσφέρουν όλα τα εμβόλια και την ικανότητά τους να σώζουν πολυάριθμες ζωές.
Πιο συγκεκριμένα, η μελέτη κατέδειξε ότι η αποτελεσματικότητα των εμβολίων έναντι βαριάς νόσου και θανάτου είναι υψηλή και παρόμοια σε όλες τις ηλικίες, με ελάχιστα χαμηλότερη στα άτομα άνω των 80 ετών, ενώ φθίνει με το πέρασμα του χρόνου. Ωστόσο, το μέγεθος της φθοράς είναι πολύ μικρό, καθώς η αποτελεσματικότητα παραμένει μεγαλύτερη του 80% στους 6 μήνες από τη 2η δόση και επανέρχεται κοντά στο 100% με την 3η δόση.
«Αυτό είναι σημαντικό, διότι ακόμη κ κάποιοι ιατροί εκτιμούσαν λανθασμένα πως έπρεπε να καθυστερήσουν τη 2η δόση, για να την κάνουν λίγο πριν το χειμώνα. Στην πραγματικότητα, όσοι εμβολιαστήκαμε στην ώρα μας προλάβαμε να κάνουμε την 3η δόση και να έχουμε τη ΜΕΓΙΣΤΗ προστασία, τόσο το χειμώνα όσο και νωρίτερα» σημειώνει σε ανάρτησή του στο Twitter o Θεόδωρος Λύτρας.
«Ο εμβολιασμός μειώνει τόσο “θεαματικά” τον κίνδυνο θανάτου από Covid-19, ώστε μέχρι τις 8 Δεκεμβρίου εκτιμούμε πως έχει προλάβει 19.691 θανάτους!! (95% CI 18.890-20.788). Δηλαδή τόσους “επιπλέον” θανάτους θα αναμέναμε αν δεν είχαμε τον εμβολιασμό. Με απλά λόγια, τούτο προκύπτει συγκρίνοντας την κατά ηλικία θνησιμότητα εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων, και εφαρμόζοντας την τελευταία σε όλο τον πληθυσμό» αναφέρει σε ανάρτησή του ο καθηγητής Θεόδωρος Λύτρας.
Στο παρακάτω διάγραμμα φαίνεται πόσο αποκλίνουν οι καμπύλες παρατηρούμενης και αναμενόμενης θνητότητας καθώς επεκτείνεται η εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού:
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής, υπάρχουν δυστυχώς αρκετοί εμβολιασμένοι που αρρωσταίνουν βαριά και πεθαίνουν, όμως: (α) είναι αριθμητικά πολύ λιγότεροι (βλ. τον παρακάτω πίνακα) (β) ο παρονομαστής (σύνολο εμβολιασμένων επί χρόνο παρακολούθησης) είναι πολύ μικρότερος (αν και μεγαλώνει, καθώς αυξάνεται η εμβολιαστική κάλυψη). (γ) υπάρχει εντονότατο συγχυτικό σφάλμα λόγω ηλικίας, καθώς οι εμβολιασμένοι έχουν υψηλότερο Μ.Ο ηλικίας από τους ανεμβολίαστους.
«Το (β)+(γ) σημαίνει ότι οι απλές αριθμητικές συγκρίσεις (εμβολιασμένοι/ανεμβολίαστοι που πέθαναν/διασωληνώθηκαν), που είναι πολύ της μόδας, υποτιμούν σοβαρά την αποτελεσματικότητα των εμβολίων. Δηλαδή οι εμβολιασμένοι έχουν ακόμη χαμηλότερο κίνδυνο από αυτόν που υπονοούν τέτοιες συγκρίσεις» εξηγεί ο κ. Λύτρας.
«Η διαφορά είναι τόσο μεγάλη ώστε (πολύ αδρά) ένας εμβολιασμένος 85άρης κινδυνεύει να πεθάνει από COVID19 όσο ένας ανεμβολίαστος 50άρης, κι ένας εμβολιασμένος 50άρης όσο ένας ανεμβολίαστος 25άρης» αναφέρει ο καθηγητής.
Ο ίδιος τονίζει ότι το εμβόλιο είναι μακράν το ισχυρότερο όπλο μας έναντι της πανδημίας, σημειώνοντας ωστόσο ότι χρειάζεται και δεύτερη γραμμή άμυνας, το σύστημα υγείας.
«Η μελέτη επιβεβαιώνει το τεράστιο ατομικό και συλλογικό όφελος από τον εμβολιασμό κατά της COVID19 κι αυτό μάλιστα καταδεικνύεται σε ελληνικό πληθυσμό. Γι’ αυτό εμβολιαζόμαστε με 3 δόσεις, σύμφωνα με τις οδηγίες. Κι αν είμαστε ανεμβολίαστοι, ξεκινούμε “χθες”» αναφέρει ο κ. Λύτρας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, περαιτέρω ερωτήματα προς μελέτη στο μέλλον είναι το αν και πόσο η παραλλαγή Όμικρον επηρεάζει την αποτελεσματικότητα έναντι βαριάς νόσου και θανάτου, καθώς και το πόσο διαρκεί η προστασία της 3ης δόσης έναντι βαριάς νόσου και θανάτου.