Στα Διοικητικά Δικαστήρια είχε προσφύγει ασφαλιστική εταιρεία η οποία διεκδικούσε το ποσό των 1.562.613 ευρώ που είχε καταβάλλει ήδη σε ασφαλισμένους ιδιοκτήτες καταστημάτων στο κέντρο της Αθήνας και τη Θεσσαλονίκη που υπέστησαν ολοσχερείς ή μεγάλες καταστροφές την επίμαχη νύκτα του Δεκεμβρίου του 2008.
Τόσο στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών όσο και της Θεσσαλονίκης η ασφαλιστική εταιρεία, έχασε τις υποθέσεις, με το σκεπτικό ότι «τα βίαια επεισόδια εκείνης της νύκτας και οι ζημιογόνες συνέπειες τους αποτελούν γεγονός το οποίο δεν μπορούσε να αποτραπεί με μέτρα άκρας επιμέλειας» και άρα «δεν συντρέχει ευθύνη του δημοσίου από παράνομες παραλείψεις των οργάνων του (αστυνομικών) και δεν στοιχειοθετείται υποχρέωσή του προς αποζημίωση».
Οι σύμβουλοι Επικρατείας, ωστόσο αναίρεσαν τις αποφάσεις αυτές κρίνοντας πως «δεν προκύπτει ο τρόπος δράσεις των αστυνομικών κατά την διάρκεια των βίαιων επεισοδίων και ειδικότερα δεν αναφέρονται συγκεκριμένες ενέργειες στις οποίες προέβησαν προκειμένου να αναχαιτίσουν τις επιθέσεις κατά της περιουσίας των πολιτών, ούτε προκύπτει ότι συνελήφθη μέρος έστω των δραστών που προέβησαν σε εμπρησμούς και καταστροφές, δεδομένου ότι στις εφετειακές αποφάσεις οι δράστες αναφέρονται ως «άγνωστοι»».
Σύμφωνα με το σκεπτικό τους «η προστασία της περιουσίας των πολιτών από βίαια επεισόδια που εκδηλώνονται στο πλαίσιο οποιασδήποτε μορφής μαζικής κινητοποίησης πολιτών αποτελεί υποχρέωση των αστυνομικών οργάνων, η εκπλήρωση της οποίας δεν εναπόκειται στην διακριτική ευχέρειά τους. Επομένως, αν τα αστυνομικά όργανα παραλείψουν παντελώς να επέμβουν για να προστατεύσουν την περιουσία του πολίτη, η οποία απειλείται, υπό τις ανωτέρω περιστάσεις, η παράλειψη αυτή είναι παράνομη και συνεπώς συντρέχει η απαιτούμενη για την θεμελίωση αστικής ευθύνης του Δημοσίου προϋπόθεση της παρανομίας» και κατά προέκταση καταβολής αποζημίωσης.