Ταυτόχρονα ωστόσο, όπως αναφέρεται από το υπουργείο, ο Προϋπολογισμός 2023, που κατατέθηκε νωρίτερα με στικάκι στη Βουλή, καταρτίστηκε υπό συνθήκες υψηλής αβεβαιότητας αναφορικά με τις γεωπολιτικές εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Έτσι, καλείται να συγκεράσει προκλήσεις που αφορούν στην ενεργειακή κρίση, στην πληθωριστική πίεση στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις, στην υγειονομική κρίση που έχει οδηγήσει σε αυξημένες δαπάνες στο σύστημα υγείας, αλλά και στις επιπλέον, έναντι του 2019 και παρελθόντων ετών, δαπάνες για την αναγκαία αμυντική θωράκιση της χώρας. Την ίδια στιγμή, καλείται να διατηρήσει τη δημοσιονομική ισορροπία και τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης, σε χρονιά διεθνούς επιβράδυνσης ή και ύφεσης, αλλά και να υποστηρίξει ένα ευρύ φάσμα μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση της ζωής και της ευημερίας όλων των πολιτών.
Τα βασικά μεγέθη του νέου Προϋπολογισμού
Για το 2022 προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 5,6%- σχεδόν διπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου-, έναντι 5,3% που είχε προβλεφθεί στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2023, 4,5% που είχε προβλεφθεί στον Προϋπολογισμό του 2022 και 3,1% που είχε εκτιμηθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του Απριλίου 2022, τη στιγμή που ο εναρμονισμένος πληθωρισμός εκτιμάται να αυξηθεί κατά 9,7%, εν μέσω διεθνών πληθωριστικών πιέσεων.
Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να συρρικνωθεί περαιτέρω και να διαμορφωθεί σε 12,7%, έναντι 13,9% που προβλεπόταν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και 14,2% στον Προϋπολογισμό του 2022.
Για το 2023, υπό τις εξαιρετικά αβέβαιες συνθήκες κάτω από τις οποίες διαμορφώνονται οι προβλέψεις, ο εναρμονισμένος πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί κατά 5%, έναντι 6,1% της ευρωζώνης και 7,0% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ η ανάπτυξη αναμένεται να διαμορφωθεί σε 1,8%, έναντι μόλις 0,3% που εκτιμάται για τον μέσο όρο της ευρωζώνης και των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Δημοσιονομικοί στόχοι
Οι δημοσιονομικοί στόχοι που είχαν τεθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας αναφορικά με το πρωτογενές αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης, ήτοι ελλείμματος 2% του ΑΕΠ για το 2022 και πλεονάσματος 1,1% του ΑΕΠ για το 2023, αναθεωρούνται σε έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ για το 2022 και πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ για το 2023. Με αυτόν τον τρόπο διατηρείται η δημοσιονομική ισορροπία για την εν λόγω περίοδο και διοχετεύονται οι απαραίτητοι πόροι, έχοντας χτίσει με διορατικότητα ασφαλή ταμειακά διαθέσιμα για την αντιμετώπιση των προκλήσεων κατά το νέο έτος.
«Αποκαλυπτήρια» για τον νέο Προϋπολογισμό: Aνάπτυξη 5,6% φέτος -Στο 5% η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό το 2023
Το γεγονός αυτό, όπως αναφέρεται, καταδεικνύει την εθνική ευθύνη απέναντι στις θυσίες των πολιτών τα τελευταία δώδεκα έτη, αλλά και στη νέα γενιά, να διατηρηθεί η δημοσιονομική ισορροπία της χώρας, βασιζόμενοι σε ίδιες δυνάμεις, ακόμη και σε περιόδους αντίξοων διεθνών συγκυριών, όπως αυτή που διανύουμε.
Παράλληλα, ο Προϋπολογισμός του 2023 συνοδεύεται για δεύτερο έτος από τον προϋπολογισμό επιδόσεων, επεκτείνοντας το πλαίσιο αξιολόγησης των προγραμμάτων των φορέων μέσω επιπλέον δεικτών μέτρησης και δράσεων εξοικονόμησης δαπανών, αλλά και επέκτασης της αξιολόγησης του περιβαλλοντολογικού αποτυπώματος πολιτικών των φορέων. Επιπλέον, η λειτουργική ταξινόμηση που εισήχθη πέρυσι σε πρώτο βαθμό, επεκτείνεται στον δεύτερο βαθμό, ώστε να υπάρχει αναλυτική πληροφόρηση της κατανομής των δαπανών ανά τομέα λειτουργίας του κράτους.
Αυξημένοι οι κίνδυνοι για τις μακροοικονομικές προβλέψεις
Όπως αναφέρει το υπουργείο Οικονομικών, είναι σαφές ότι οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις μακροοικονομικές προβλέψεις τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο για το 2023, είναι αυξημένοι και συνδέονται κατά κύριο λόγο με τις γεωπολιτικές προκλήσεις, την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία, τις συνθήκες εφοδιασμού της Ευρώπης με φυσικό αέριο, τις τιμές της ενέργειας και των καυσίμων και την ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική. Ωστόσο, η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει σημαντική ανθεκτικότητα, υποστηριζόμενη από τα δημοσιονομικά μέτρα της πολιτείας.
Το θετικό αναπτυξιακό αποτέλεσμα υποστηρίχθηκε εντός του 2022 από δημοσιονομικά μέτρα ύψους 4,8 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, μέτρα ύψους 4,4 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, αλλά και μεταρρυθμίσεις προς όφελος των πολιτών, όπως ενδεικτικά είναι η διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 9,7% συνολικά μέσα στο 2022, η μόνιμη και σημαντική μείωση του ΕΝΦΙΑ, η επέκταση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, η κατάργηση του φόρου γονικών παροχών-δωρεών, η μείωση του τέλους κινητής τηλεφωνίας, η διπλή οικονομική ενίσχυση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, η αύξηση του στεγαστικού φοιτητικού επιδόματος, η επέκταση του επιδόματος μητρότητας στον ιδιωτικό τομέα και τα σημαντικά κίνητρα για επέκταση της πλήρους απασχόλησης.
Δημοσιονομικά μέτρα
Για το 2023 έχει συμπεριληφθεί το σύνολο των δημοσιονομικών μέτρων, ύψους 3,1 δισ. ευρώ από εθνικούς πόρους και 1,1 δισ. ευρώ από συγχρηματοδοτούμενους πόρους, που εξαγγέλθηκαν στη ΔΕΘ, και επιπλέον 1 δισ. ευρώ για αυξημένες δαπάνες αντιμετώπισης του αυξημένου πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης.
Επιπλέον, για το 2023 προβλέπεται η διάθεση πόρων ύψους 8,3 δισ. ευρώ από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και 7 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, εκ των οποίων 3,6 δισ. ευρώ από το σκέλος των επιχορηγήσεων, στο οποίο έως σήμερα έχουν ενταχθεί 440 έργα και εμβληματικές επενδύσεις ύψους 13,7 δισ. ευρώ.
Οι γεωπολιτικές εξελίξεις
Όπως επισημαίνεται από το υπουργείο, η αβεβαιότητα γύρω από τις ευρύτερες γεωπολιτικές εξελίξεις αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα που δυσχεραίνει τη διενέργεια ασφαλών προβλέψεων παγκοσμίως. Σε αυτό το πλαίσιο, το βασικό όπλο οικονομικής άμυνας της χώρας είναι η συνετή δημοσιονομική διαχείριση, κατευθύνοντας τους πόρους που είναι διαθέσιμοι στον μετριασμό των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης και του αυξημένου πληθωρισμού στην ελληνική κοινωνία και στον παραγωγικό ιστό της χώρας. Παράλληλα, η τήρηση των ρεαλιστικών δημοσιονομικών στόχων αποτελεί το διαβατήριο για την πρόσβαση στις αγορές, τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας, έτσι ώστε να διατηρηθεί η θετική οικονομική προοπτική της χώρας για τα επόμενα έτη.
Πρωτογενές πλεόνασμα
Tο πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομική βάση, προβλέπεται να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 1,668 δισ. ευρώ ή 0,7% του ΑΕΠ, στον Προϋπολογισμό 2023 που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή. Επισημαίνεται ότι το πρωτογενές αποτέλεσμα προβλέπεται να είναι πλεονασματικό για πρώτη φορά από το έτος 2019, μετά από τρία συναπτά έτη πρωτογενών ελλειμμάτων.
Το έλλειμμα του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2023 προβλέπεται σε 7,806 δισ. ευρώ σε δημοσιονομική βάση, μειωμένο κατά 3,638 δισ. ευρώ σε σχέση με την εκτίμηση για το έτος 2022.
Τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, σε δημοσιονομική βάση, μετά την αφαίρεση των επιστροφών φόρων, προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 62,139 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,781 δισ. ευρώ ή 3%, έναντι του 2022.
Έσοδα από τους φόρους
Τα έσοδα από φόρους αναμένεται να ανέλθουν στο ύψος των 56,748 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,833 δισ. ευρώ ή 3,3% έναντι του 2022, κυρίως λόγω της προβλεπόμενης μεγέθυνσης της οικονομίας, όπως αντικατοπτρίζεται στις μακροοικονομικές προβλέψεις.
Έσοδα από αποκρατικοποιήσεις μέσω ΤΑΙΠΕΔ
Στα 1,994 δισ. ευρώ αναμένεται να ανέλθουν τα ταμειακά έσοδα αποκρατικοποιήσεων που αναμένεται να πραγματοποιηθούν μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, και διακρίνονται ως εξής:
*Ποσό 1,583 δισ. ευρώ αφορά σε συμβάσεις παραχώρησης που προβλέπονται στις κατηγορίες «Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών» και «Λοιπά τρέχοντα έσοδα» (μη χρηματοοικονομικές συναλλαγές).
*Ποσό 24 εκατ. ευρώ αφορά σε πωλήσεις παγίων που προβλέπονται στην κατηγορία «Πωλήσεις παγίων περιουσιακών στοιχείων» (μη χρηματοοικονομικές συναλλαγές).
*Ποσό 387 εκατ. ευρώ αφορά σε πωλήσεις μετοχών διαφόρων εταιρειών με μέτοχο το Δημόσιο ή/και το ΤΑΙΠΕΔ και προβλέπονται στην κατηγορία «Συμμετοχικοί τίτλοι και μερίδια επενδυτικών κεφαλαίων» (χρηματοοικονομικές συναλλαγές).
Δημόσιο χρέος
Σε 357 δισ. ευρώ, ή 159,3% του ΑΕΠ, αναμένεται να διαμορφωθεί το 2023 το δημόσιο χρέος, παρουσιάζοντας μείωση κατά 9,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ έναντι του 2022.
Σύμφωνα επίσης με τον Προϋπολογισμό, στο τέλος της φετινής χρονιάς το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 355 δισ. ευρώ ή 168,9% του ΑΕΠ, έναντι 353,434 δισ. ευρώ ή 194,5% του ΑΕΠ το 2021, παρουσιάζοντας μείωση κατά 25,6 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2021.
Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, οι πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, σε συνδυασμό με την εκτόξευση του ενεργειακού κόστους παγκοσμίως, δημιούργησαν ένα περιβάλλον έντονων πληθωριστικών πιέσεων με συνεχείς αναταράξεις στις διεθνείς αγορές. Η χρηματοδότηση της Ελλάδας μέσω των κεφαλαιαγορών ήταν περιορισμένη το 2022, κυρίως λόγω των χαμηλών χρηματοδοτικών αναγκών και της διατήρησης των συνολικών ταμειακών διαθεσίμων του Δημοσίου στα υψηλά επίπεδα των προηγούμενων ετών. Οι εκδόσεις που πραγματοποιήθηκαν μέσω κοινοπραξίας είχαν σημαντικό ποσοστό υπερκάλυψης του βιβλίου προσφορών τους και συνέχισαν να διατίθενται κατά προτεραιότητα σε τελικούς επενδυτές, ενώ στη δευτερογενή αγορά η διαπραγμάτευση των ελληνικών ομολόγων διενεργείται πλέον σε αυξημένα επίπεδα αποδόσεων σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Θετικό αντίκτυπο στις διεθνείς αγορές είχε η τελευταία πρόωρη αποπληρωμή του συνολικού υπολοίπου του δανείου του ΔΝΤ στις αρχές Απριλίου 2022, ύψους 1.186,7 εκατ. ευρώ, ενώ σχεδιάζεται να ακολουθήσει η πρόωρη αποπληρωμή μέρους των ευρωπαϊκών δανείων (GLF), ύψους 2.645 εκατ. ευρώ, η οποία αναμένεται να έχει πραγματοποιηθεί έως το τέλος του τρέχοντος έτους, αφού θα έχουν προηγουμένως ολοκληρωθεί οι απαραίτητες νομικές διαδικασίες των κρατών-μελών της Ευρωζώνης.
Το αξιόχρεο του Δημοσίου, παρά το δύσκολο διεθνές περιβάλλον, αναβαθμίστηκε εκ νέου το 2022 από τους οίκους αξιολόγησης Standard & Poor's, DBRS και R&I, οι οποίοι αξιολογούν πλέον την ελληνική οικονομία μία μόλις θέση πριν την επενδυτική βαθμίδα (BBB-), η επίτευξη της οποίας θα αποτελέσει ένα σημαντικό μήνυμα εμπιστοσύνης προς τους διεθνείς επενδυτές για την τοποθέτησή τους σε ελληνικά ομόλογα.
Στις 30/9/2022 το σύνολο των δανείων που έχουν χορηγηθεί από τον Μηχανισμό Στήριξης ανήλθε σε 238.877,1 εκατ. ευρώ, τα οποία, μετά την πλήρη εξόφληση του ΔΝΤ, συνίστανται αποκλειστικά σε ευρωπαϊκά δάνεια των κρατών-μελών της Ευρωζώνης