Ειδικότερα όπως τόνισε θα αλλάξει η δομή του επιδόματος ανεργίας, πρόταση που υπήρχε και στην έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη. Όπως είπε ο λόγος για τον οποίο παρέχεται το επίδομα ανεργίας είναι για να μην μειωθεί σημαντικά το βιοτικό επίπεδο αυτού που το λαμβάνει.
«Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα ασχέτως των εισφορών τις οποίες έχει καταβάλει κάποιος, το επίδομα ανεργίας είναι σταθερό και μάλιστα σε όλη τη χρονική διάρκεια στην οποία καταβάλλεται. Αυτό το οποίο σκεπτόμαστε, αλλά ακόμα δεν έχει υλοποιηθεί, είναι να κάνουμε δύο πράγματα. Αρχικά να ξεκινάει από υψηλότερο ύψος αλλά καθώς περνάει ο χρόνος να μειώνεται ώστε να δίνει κίνητρο σε αυτόν που το λαμβάνει να βρει όσο το δυνατόν νωρίτερα κάποια δουλειά».
Παράλληλα ξεκαθάρισε ότι κανένας κάτοχος ΑΜΚΑ δεν αποκλείεται από την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Παλαιότερα, όπως είπε πριν από τα μνημόνια, αν κάποιος ήταν ανασφάλιστος, έπρεπε να πληρώσει ο ίδιος οποιαδήποτε ιατροφαρμακευτική κάλυψη. Στα χρόνια των μνημονίων, με Υπουργό Υγείας τον Άδωνι Γεωργιάδη θεσπίστηκε ότι οποιοσδήποτε έχει ΑΜΚΑ, είτε έχει καταβάλει, είτε δεν έχει καταβάλει τις τρέχουσες ασφαλιστικές του εισφορές, μπορεί να έχει πρόσβαση στις δημόσιες δομές υγείας.
Στα χρόνια του Covid δεν θέλαμε να πηγαίνει ο κόσμος στα δημόσια νοσοκομεία για να μην τροφοδοτείται η πανδημία. Γι’ αυτό δώσαμε στους ανασφάλιστους το δικαίωμα να πηγαίνουν και σε ιδιώτες ιατρούς. Ο κίνδυνος του Covid σήμερα έχει εκλείψει, οπότε επιστρέφουμε στην κανονικότητα».
Σημείωσε δε ότι στόχος του Υπουργείου είναι να προστατευθούν δύο ευάλωτες ομάδες, τα παιδιά και τα άτομα ΑΜεΑ ασχέτως της ασφαλιστικής ικανότητας του γονέα, ενώ υπάρχουν και κάποιες μικρότερες ομάδες, η μεγαλύτερη των οποίων είναι οι πλημμυροπαθείς της προηγούμενης χρονιάς, οι οποίοι θα έχουν πρόσβαση και αυτοί και στους ιδιώτες γιατρούς ανεξαρτήτων της καταβολής ασφαλιστικών εισφορών.
Για τον κατώτατο μισθό ο Υφυπουργός Εργασίας εξήγησε ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη θεσμοθετημένη διαδικασία. Oι κοινωνικοί εταίροι έχουν καταθέσει τα πορίσματά τους και τις προτάσεις τους και η Επιστημονική Επιτροπή επεξεργάζεται αυτά τα στοιχεία, εισηγείται στην υπουργό Εργασίας και εκείνη με τη σειρά της εισηγείται στο υπουργικό συμβούλιο το οποίο λαμβάνει την τελική απόφαση.
Τόσο ο κατώτατος μισθός, όσο και οι μισθοί γενικότερα συναρτώνται με την παραγωγικότητα. Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ένα βιοτικό επίπεδο όσο το δυνατόν ψηλότερο για τους εργαζόμενους που είναι στο κάτω μέρος της κατανομής, χωρίς από την άλλη μεριά να προκληθεί κάποια ζημιά στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας που να αυξήσει την ανεργία.
Από τότε που ανέλαβε η Κυβέρνηση μας έχουμε αύξηση στο κατώτατο μισθό της τάξης του 20% από τα 650 το πήγαμε στα 780 και θα έχουμε και περαιτέρω αύξηση τώρα.
Για την επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών αλλά και την κατάργηση τέλους επιτηδεύματος τόνισε ότι «η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος είναι μέσα στους στόχους που θα προσπαθήσουμε, όταν είναι οι συνθήκες κατάλληλες, να υλοποιηθεί. Για τις ασφαλιστικές εισφορές δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι όσο μικρότερη είναι η λεγόμενη φορολογική σφήνα, δηλαδή η διαφορά ανάμεσα σε αυτό που πληρώνει ο εργοδότης και σε αυτό που λαμβάνει ο εργαζόμενος τόσο καλύτερα είναι τα αποτελέσματα τα οποία έχουμε στην αγορά εργασίας, δηλαδή μεγαλύτερη απασχόληση.
Στην προηγούμενη τετραετία μειώσαμε τις ασφαλιστικές κατά 4,4 ποσοστιαίες μονάδες και αυτό συνέβαλε στη θεαματική μείωση του ποσοστού ανεργίας κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες. Η Κυβέρνηση μας θα υλοποιήσει τη δέσμευση να μειώσει τις ασφαλιστικές εισφορές κατά μια ακόμα ποσοστιαία μονάδα. Μισή μονάδα το ’25 και μισή μονάδα το ’27.
Ωστόσο πρέπει να είμαστε προσεκτικοί γιατί οι εισφορές μας χρηματοδοτούν άλλες δαπάνες. Αυτή τη στιγμή οι μισές περίπου συντάξεις τις οποίες καταβάλλουμε, καταβάλλονται από το φορολογούμενο και όχι από τους εργαζόμενους. Μια περικοπή λοιπόν σε αυτό τον τομέα θα ήταν πάρα πολύ δύσκολη».
Για τις οφειλές συνταξιούχων ο Υφυπουργός Εργασίας Πάνος Τσακλόγλου ξεκαθάρισε ότι η διάταξη αφορά αποκλειστικά και μόνο ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες καθώς για τους μισθωτούς δεν υπάρχει αντίστοιχο πρόβλημα.
Η ισχύουσα μέχρι πρόσφατα νομοθεσία ανέφερε ότι κάποιος μπορούσε να συνταξιοδοτηθεί αν είχε χρέη έως είκοσι (20) χιλιάδες ευρώ, ποσό το οποίο παρακρατούνταν σε 60 ισόποσες δόσεις από τη σύνταξή.
Με τη νέα διάταξη δώσαμε την ευκαιρία και σε άτομα τα οποία είχαν χρέος έως 30 χιλιάδες ευρώ να κάνουν κανονικά την αίτηση συνταξιοδότησης με δυο προϋποθέσεις. Πρώτον να υπάρχουν τουλάχιστον 20 χρόνια καταβολής εισφορών και δεύτερον να μην είναι συστηματικοί κακοπληρωτές, δηλαδή ελέγχοντας αν πραγματικά οι τραπεζικές τους καταθέσεις είναι τέτοιες που δεν επαρκούν ώστε να καλύψουν το χρέος τους προς τον ΕΦΚΑ.
Υπενθυμίζεται ότι με το προηγούμενο καθεστώς οι συγκεκριμένοι συνταξιούχοι δεν έπαιρναν σύνταξη ενώ είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε πως ένα διανεμητικό σύστημα, όπως το δικό μας, στο οποίο η πληρωμή των συντάξεων γίνεται από τις εισφορές που καταβάλουν οι εργαζόμενοι δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς την πληρωμή τους.