Όπως επισημαίνουν αρμόδιες κυβερνητικές πηγές «στρατηγικός στόχος της σημερινής διακυβέρνησης είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας στη βάση ενός βιώσιμου και δίκαιου μοντέλου ανάπτυξης».
Ο στόχος αυτός, σημειώνουν, υπερβαίνει την ήπια δημοσιονομική προσαρμογή του τρέχοντος προγράμματος και θέτει τα θεμέλια για μια παραγωγική οικονομία και ευημερούσα κοινωνία.
Στην κατεύθυνση αυτή, με τον νέο αναπτυξιακό νόμο η κυβέρνηση επιδιώκει δύο τομές σε σχέση με τις προηγούμενες πολιτικές:
1. τον τερματισμό των παθητικών πολιτικών παρακολούθησης και υποστήριξης των καθιερωμένων οικονομικών τάσεων,
2. τον τερματισμό της εσωτερικής υποτίμησης και την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας «με το βλέμμα στραμμένο ψηλά»,
Οι ίδιες πηγές υπογραμμίζουν ότι θα υπάρξουν και μια σειρά από θετικές μεταβολές στη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας με δημιουργία καινοτόμων επιχειρήσεων που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, αύξηση της απασχόλησης έντασης γνώσης, τεχνολογική αναβάθμιση, αύξηση του μέσου μεγέθους των επιχειρήσεων και συνεργασίες για επίτευξη οικονομιών κλίμακας, αύξηση παραγωγικότητάς/ανταγωνιστικότητας, παραγωγή υψηλής προστιθέμενης αξίας, αξιοποίηση της γεωγραφικής θέσης της χώρας και εντέλει βελτίωση της θέσης της στον διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Προς την κατεύθυνση αυτή, επιλέγονται να στηριχθούν ιδιαίτερα εκείνοι οι οικονομικοί κλάδοι που μπορούν να συμβάλλουν στις παραπάνω θετικές μεταβολές και στους οποίους η χώρα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών και η αγρο-διατροφική αλυσίδα (από το χωράφι έως το ξενοδοχείο) αλλά και παραδοσιακοί τομείς όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία.
Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, δεν μπορεί το κράτος να απέχει από οποιαδήποτε αναπτυξιακή διαδικασία αλλά χρειάζεται ένα αποτελεσματικό κράτος που διαθέτει τα κατάλληλα εργαλεία καθοδήγησης και υποστήριξης. Αυτά είναι σήμερα το ΕΣΠΑ, ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος, το υπό ίδρυση αναπτυξιακό ταμείο, και το ανακεφαλαιοποιημένο και διαρκώς σταθεροποιούμενο τραπεζικό σύστημα.
Ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος παρέχει μια σειρά από καινοτόμα εργαλεία και κίνητρα όπως:
Η ενίσχυση γίνεται πρωτίστως με φοροαπαλλαγές προσφέροντας κίνητρα για απόδοση και όχι στήριξη ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος.
Ενίσχυση παρέχεται δευτερευόντως και με μορφή επιχορηγήσεων με ανώτατο όριο (5 εκατ. €) ανά επενδυτικό σχέδιο, ωστόσο, προκειμένου να επιτευχθεί διασπορά των ωφελούμενων, ενώ εισάγονται έπειτα από πολλά χρόνια κριτήρια για τη άμβλυνση των περιφερειακών ανισοτήτων.
Καινοτόμα χαρακτηριστικά του νέου νόμου είναι η χρήση νέων χρηματοδοτικών εργαλείων και μηχανισμών της αγοράς (funds, δάνεια, κεφαλαιακές συμμετοχές) για μόχλευση των δημοσίων πιστώσεων με πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην οικονομία και επιστροφή των δημοσίων πιστώσεων σε βάθος δεκαετίας.
Επιπλέον, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στις συνέργειες και δικτυώσεις μεταξύ επιχειρήσεων και κλάδων για επίτευξη οικονομιών κλίμακας και αυξημένη παραγωγικότητα. Ενισχύονται συγχωνεύσεις, επιχειρηματικές συστάδες (clusters), ολοκληρωμένα χωρικά σχέδια και τοπικές αλυσίδες αξίας. Παράλληλα, απλοποιούνται και εκσυγχρονίζονται οι διαδικασίες σε όλα τα επίπεδα, ενσωματώνονται και οι προτάσεις των φορέων της οικονομίας μετά από ευρεία και εξαντλητική διαβούλευση μαζί τους.
Επισημαίνοντας τις διαφορές του σημερινού νόμου με αντίστοιχες πολιτικές και νόμους του παρελθόντος η κυβέρνηση τονίζει ότι στην παγκόσμια οικονομική και πολιτική σκέψη δεν υπάρχει κανένας ο οποίος ισχυρίζεται ότι αναπτυγμένες χώρες υψηλού εισοδήματος, όπως η Ελλάδα, πρέπει να ανταγωνιστούν τις ανερχόμενες οικονομίες στη βάση του κόστους παραγωγής, δηλ. με χαμηλότερους μισθούς, χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές κτλ.
Αποτελεί κοινή παραδοχή, προσθέτουν, πως μόνο διατηρώντας το προβάδισμα τους σε παραγωγικότητα, ποιότητα και καινοτομία μπορούν οι αναπτυγμένες οικονομίες να αντέξουν στον ανταγωνισμό διατηρώντας παράλληλα το υψηλό επίπεδο κοινωνικής ευημερίας πού έχουν επιτύχει.
Εντούτοις, όλες οι εφαρμοσμένες πολιτικές των μνημονιακών προγραμμάτων κατά τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έκαναν ακριβώς το αντίθετο: Αντί να επενδύσουν στην αναβάθμιση της παραγωγικής βάσης της χώρας, έβαλαν την ελληνική οικονομία σε διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης, σε μία «κούρσα προς τον πάτο». Συνέπεια αυτών των πολιτικών ήταν η καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων, χωρίς μάλιστα κάποιο θεαματικό αποτέλεσμά στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας.
Αυτή την λογική έρχεται να αλλάξει ο νέος αναπτυξιακός νόμος τονίζουν πηγές της κυβέρνησης και θεωρούν ότι βραχυπρόθεσμα θα γίνουν ορατά στην ελληνική οικονομία τα πρώτα θετικά αποτελέσματα.
www.ethnos.gr