Αποτελεί ιδιαίτερη χαρά και τιμή για μένα,
να «ανοίξω» τις εργασίες αυτής της σημαντικής διήμερης εκδήλωσης που,
με πρωτοβουλία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO), οργανώνεται και στη χώρα μας.
Μια εκδήλωση που πραγματεύεται την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης στην απασχόληση και τις πολιτικές για μια ουσιαστική ανάκαμψη της αγοράς εργασίας στην πατρίδα μας.
Αλλά και του αυριανού σεμιναρίου για τον αντίκτυπο που έχει η εφαρμογή των πολιτικών δημοσιονομικής προσαρμογής στους θεσμούς της αγοράς εργασίας, την ποιότητα του κοινωνικού διαλόγου και των εργασιακών σχέσεων στη χώρα μας.
Η εκδήλωση αυτή λαμβάνει χώρα σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή για τη χώρα μας.
Σε μια περίοδο, όπου ύστερα από μια πενταετια παρατεταμένης ύφεσης,
η ανεργία κινείται σε υψηλά επίπεδα, πλήττοντας αδιακρίτως όλες τις ομάδες του πληθυσμού και ιδιαίτερα τους νέους.
Σε μια χρονική περίοδο, όπου η κοινωνική συνοχή επιδεικνύει ανθεκτικότητα χάρις κυρίως στην αξιοθαύμαστη ωριμότητα, την ψυχραιμία και την υψηλή αίσθηση ευθύνης των ίδιων των πολιτών.
Των εργαζομένων, των συνταξιούχων, ακόμη και των ίδιων των ανέργων που αποτελούν τα μεγάλα θύματα αυτής της κρίσης.
Οι θυσίες αυτές, δεν πρέπει και δεν θα πάνε χαμένες.
Γιατί αυτή η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να ολοκληρώσει το έργο και την αποστολή της που είναι η έξοδος της χώρας από την κρίση.
Και η επαναφορά σε ένα νέο ανοδικό κύκλο δημοσιονομικής σταθερότητας, βιώσιμου αναπτυξιακού δυναμισμού και κοινωνικής ισορροπίας.
Με ένα ευρύ πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και αλλαγών σε όλο το φάσμα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής.
Μεταρρυθμίσεις που αγγίζουν το σκληρό πυρήνα των χρόνιων στρεβλώσεων και της αδράνειας του παρελθόντος.
Σε αυτή την πορεία προσαρμογής, οι αλλαγές δεν πρέπει να μας φοβίζουν. Αποτελούν παράγοντα εξέλιξης, προσαρμογής και ανανέωσης. Απαραίτητες προϋποθέσεις για την αναπτυξιακή επανεκκίνηση και την ενίσχυση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Εκείνο που περισσότερο πρέπει να μας προβληματίζει – και που πρέπει να αντιμετωπίσουμε – είναι ότι, ακόμη και σήμερα, η ψυχραιμία και ο ρεαλισμός δείχνουν κάποιες φορές να απουσιάζουν από το δημόσιο διάλογο στη χώρα μας.
Αντίθετα, περισσεύουν συχνά οι υπερβολές και οι συναισθηματικές προσεγγίσεις.
Ο γρήγορος ενθουσιασμός και η εξίσου γρήγορη απογοήτευση, η έλλειψη υπομονής.
Η αδυναμία κάποιων τμημάτων του πολιτικού συστήματος – ακόμη και σήμερα - απέναντι στο λεγόμενο «πολιτικό κόστος».
Ο λαϊκισμός και η αυταπάτη ότι μπορούμε να συνεχίσουμε όπως ήμασταν παλιά, με τις ίδιες συμπεριφορές και νοοτροπίες που μας έφεραν ως εδώ.
Αν δούμε, λοιπόν, τα πράγματα λίγο πιο ψύχραιμα,
δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσουμε ότι η προσπάθεια αυτής της κυβέρνησης για την έξοδο από την κρίση έχει αρχίσει ήδη να αποδίδει καρπούς.
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι έχει αποκατασταθεί η αξιοπιστία και η σοβαρότητα της χώρας μας στο εξωτερικό.
Είναι ότι όλο και περισσότερο, οι οικονομικοί δείκτες σε συνδυασμό με κάποια άλλα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία, εκπέμπουν θετικά «μηνύματα».
Επιτρέπουν μια περισσότερο αισιόδοξη έκβαση των πραγμάτων.
Επιβεβαιώνουν ότι βαδίζουμε στην οδό της σταθεροποίησης που σύντομα θα μας οδηγήσει στην ανάκαμψη.
Ένας σημαντικός δείκτης, μάλιστα, της επιτυχούς υλοποίησης του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής,
είναι η σταδιακή μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 15% την περίοδο 2012-2014.
Εξέλιξη που αναμφισβήτητα συμβαδίζει με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα μας.
Πράγματι, οι προβολές της Τραπέζης της Ελλάδος επισημαίνουν ότι η μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας για την περίοδο 2012-2014 θα φτάσει το 19,2%.
Και μάλιστα, μόνο με την εφαρμογή και ωρίμανση των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί. Χωρίς καμία πρόσθετη παρέμβαση.
Θα μου επιτρέψετε όμως, στο σημείο αυτό, να κάνω μια κρίσιμη και σημαντική παρατήρηση.
Η προσαρμογή των αμοιβών τα τρία τελευταία χρόνια ήταν μια επώδυνη και αναγκαία λύση, για λόγους άμεσης ανάκτησης των επιδόσεων ανταγωνιστικότητας.
Όμως, και το τονίζω αυτό, δεν αποτελεί στρατηγική μας επιλογή, μια αναιμική οικονομία που επιβιώνει οριακά χάρη στο χαμηλό κόστος εργασίας.
Αντίθετα, στο επίκεντρο του νέου αναπτυξιακού μας υποδείγματος είναι μια εξωστρεφής οικονομία υψηλής παραγωγικότητας και ανταγωνιστικού δυναμισμού.
Γιατί μόνο ένα τέτοιο αναπτυξιακό μοντέλο μπορεί να μετατοπίσει την οικονομία σε ένα υψηλότερο επίπεδο ισορροπίας. Με περισσότερη απασχόληση, περισσότερα εισοδήματα, περισσότερη ποιότητα.
Με άλλα λόγια, στον πυρήνα της πολιτικής μας βρίσκεται, εν τέλει, η ίδια η εργασία. Η νόμιμη εργασία, η καλά αμειβόμενη και πλήρης απασχόληση.
Κυρίες και κύριοι,
Στη διάρκεια του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής έχουν επέλθει σημαντικές αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας.
Με κύριο στόχο τη δημιουργία ενός απλού, λειτουργικού και ευέλικτου πλαισίου για την ανάπτυξη της υγιούς επιχειρηματικότητας και της εργασίας.
Την απομάκρυνση όλων των θεσμικών και διοικητικών εμποδίων για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Την απάλειψη των γραφειοκρατικών διαδικασιών, τον περιορισμό του διοικητικού βάρους των επιχειρήσεων, τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας.
Την αντιμετώπιση της μάστιγας της αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας, τόσο με την εντατικοποίηση των διοικητικών ελέγχων, όσο και με την άρση των κινήτρων που ωθούν τις επιχειρήσεις σε αυτές τις πρακτικές.
Προσωπικά, ως υπουργός Εργασίας, κατέβαλλα κάθε δυνατή προσπάθεια ούτως ώστε όλες αυτές οι απαραίτητες αλλαγές να προωθηθούν σε ένα πλαίσιο κοινωνικής συνεννόησης και συνεργασίας.
Δεν ήταν πάντοτε εύκολο.
Και αυτό, γιατί όπως γνωρίζετε ότι συμβαίνει και σε άλλες χώρες,
η κρίση και η αντιμετώπισή της δημιουργεί ανισορροπίες στην αγορά εργασίας και, γενικότερα, την κοινωνία.
Η κρίση προκαλεί ρήξεις σε συνέχειες που είχαμε συνηθίσει, αναδεικνύει προϋπάρχουσες, αλλά αφανείς αντιφάσεις.
Για αυτόν ακριβώς το λόγο, σε συνθήκες κρίσης είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ η επίδειξη ωριμότητας και συναινετικού πνεύματος από τους κοινωνικούς εταίρους, την κοινωνία των πολιτών, τις κυβερνήσεις.
Ο κοινωνικός διάλογος, ο ειλικρινής και ανοιχτός διάλογος, αποτελεί μέσο για την υπέρβαση των επιπτώσεων της κρίσης, εργαλείο για την προώθηση των αλλαγών που έχει ανάγκη η οικονομία.
Με γνώμονα αυτή την αξιακή αρχή, η κυβέρνηση και το υπουργείο Εργασίας σεβόμαστε, ευνοούμε και, σε κάθε περίπτωση, αντιμετωπίζουμε με σοβαρότητα τον κοινωνικό διάλογο στη χώρα μας.
Θέλουμε και επιδιώκουμε να διαμορφώνουμε μαζί με τους κοινωνικούς εταίρους, αλλά και άλλους κοινωνικούς και παραγωγικούς φορείς, το πλαίσιο των αλλαγών που απαιτούνται στην αγορά εργασίας.
Γιατί μόνο έτσι ισχυροποιείται και εμπεδώνεται η μεταρρυθμιστική δυναμική και αποτελεσματικότητα των πολιτικών μας.
Πρέπει να δουλέψουμε όλοι μαζί, ώστε αυτή η περίοδος, των δύσκολων και των επώδυνων αποφάσεων,
να αποτελέσει μια πραγματική ευκαιρία για την αναζωογόνηση και αναβάθμιση των θεσμών του κοινωνικού διαλόγου και της διαβούλευσης στη χώρα μας.
Κυρίες και κύριοι,
Η ανεργία αποτελεί το πιο σκληρό πρόσωπο της κρίσης,
την πιο επώδυνη και επικίνδυνη έκφραση ανισορροπίας της αγοράς εργασίας.
Η αντιμετώπισή της αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα για το υπουργείο Εργασίας και την Κυβέρνηση.
Όλοι γνωρίζουμε, βέβαια, ότι η δραστική αποκλιμάκωση της ανεργίας επιτυγχάνεται με την επίτευξη υψηλών ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης,
με μια συνεχή και σταθερή άνοδο των επενδύσεων και της υγιούς επιχειρηματικότητας,
σε ένα κλίμα σταθερότητας, εμπιστοσύνης και θετικών προσδοκιών.
Όμως, σήμερα, που η ανεργία κινείται σε υψηλά επίπεδα,
όλοι εμείς - η πολιτεία, τα υπουργεία, ο ΟΑΕΔ, οι άλλοι δημόσιοι φορείς - δεν μπορούμε να στέκουμε αδρανείς, περιμένοντας την ανάκαμψη.
Ίσως τότε να είναι αργά για μια μεγάλη μερίδα ανέργων που έχοντας απωλέσει οριστικά την επαφή τους με την αγορά εργασίας, δεν θα μπορέσουν να ξαναμπούν στην απασχόληση.
Ακόμη και αν υπάρχουν δουλειές.
Συνεπώς, πρέπει σήμερα να δώσουμε ευκαιρίες δουλειάς στους ανέργους,
τις νέες και τους νέους, τους ανέργους μεγαλύτερης ηλικίας,
τις γυναίκες, τους μακροχρόνια ανέργους που έχουν παρωχημένες ειδικότητες, τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.
Να αποκαταστήσουμε την επαφή τους με την αγορά εργασίας. Να ενισχύσουμε και, κυρίως, να προσαρμόσουμε τις ικανότητες και δεξιότητές τους στις απαιτήσεις ενός γρήγορα μεταβαλλόμενου παραγωγικού συστήματος.
Να διαμορφώσουμε ένα στέρεο και αποτελεσματικό – και όχι διάτρητο όπως στο παρελθόν – δίκτυ κοινωνικής προστασίας για τους ανέργους, τις οικογένειες που δεν έχουν ούτε έναν εργαζόμενο, τις ευάλωτες ομάδες.
Όλους αυτούς που – λόγω της κρίσης – εξωθούνται εκτός της αγοράς εργασίας ή - ακόμη χειρότερα - και της κοινωνίας.
Για αυτό το λόγο, και εμείς στο υπουργείο Εργασίας, αλλά και όλη η κυβέρνηση καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την αντιμετώπιση της ανεργίας, αυτής της μεγάλης μάστιγας της εποχής μας.
Αρωγό σε αυτή την προσπάθειά μας, έχουμε τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και εν γένει τους ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς,
όσο, κυρίως, την πολιτική βούληση και αποφασιστικότητα της ευρωπαϊκής οικογένειας να αντιμετωπίσουμε ενωμένοι τα προβλήματα ανεργίας και κοινωνικής συνοχής.
Που σε κάποιο βαθμό έχουν όλες σχεδόν οι ευρωπαϊκές χώρες, άλλες λιγότερο άλλες περισσότερο.
Στο πλαίσιο αυτό, οι πρωτοβουλίες που έχουμε λάβει μέχρι σήμερα έρχονται να επανεπιβεβαιώσουν την ισχυρή μας δέσμευση ως χώρα,
όχι απλώς για άμβλυνση των συνεπειών της κρίσης, οι οποίες εξουθενώνουν τις κοινωνίες μας.
Αλλά για μια διαρθρωτική στροφή στην ανάπτυξη στο πνεύμα της «Ευρώπης 2020».
Παράδειγμα, αναφέρομαι στην προμετωπίδα των μέχρι σήμερα παρεμβάσεων μας. Τις δράσεις για τους νέους.
Αφενός τη μεγάλη πρωτοβουλία για 45.000 άνεργους νέους που με ένα καινοτόμο πρόγραμμα, κατάρτισης και πρακτικής άσκησης, απέκτησαν «επιταγή εισόδου στην αγορά εργασίας».
Αλλά και την επικείμενη, στην κατεύθυνση της υλοποίησης των δεσμεύσεων μας για την εφαρμογή του Youth Guarantee, όπου θα υλοποιήσουμε παρόμοιο αλλά ευρύτερο πρόγραμμα για 75.000 νέους έως 29 ετών.
Το συνολικό «πακέτο» των 120.000 ευκαιριών ένταξης στην αγορά εργασίας, αποτελεί μια δυναμική παρέμβαση που θα δώσει ανάσα και προοπτική στους νέους της χώρας μας.
Επενδύουμε στη Μαθητεία και το λεγόμενο «διπλό» (dual) σύστημα εκπαίδευσης.
Ήδη στο σχεδιασμό μας για την επόμενη διετία περιλαμβάνεται η αύξηση του αριθμού των εισακτέων στις σχολές μαθητείας
και ο γενικός ανασχεδιασμός των Δημόσιων Υπηρεσιών Απασχόλησης με έμφαση στην ανάπτυξη μηχανισμού ανίχνευσης των αναγκών της αγοράς εργασίας.
Σε αυτή την κατεύθυνση, αναμένουμε να συμβάλει σημαντικά η ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Συμμαχίας για τη Μαθητεία ως αναπόσπαστου μέρους του Youth Initiative.
Παράλληλα, έχουμε προβεί στην απαραίτητη θεσμική και οργανωτική προετοιμασία έκτακτων δράσεων κοινωφελούς εργασίας για όσους εργαζόμενους διαβιούν σε νοικοκυριά χωρίς κανένα εργαζόμενο και δεν έχουν άλλους εισοδηματικούς πόρους.
Η προσπάθειά μας συνίσταται στο να εκμεταλευτούμε κάθε δυνατή πηγή απασχόλησης και επιχειρηματικότητας.
Σχεδιάζουμε δράσεις, που θα ξεκινήσουν την αμέσως επόμενη περίοδο, για την ενίσχυση της νεανικής και γυναικέιας επιχειρηματικότητας.
Και, βέβαια, στο πλαίσιο αυτό έχουμε ήδη καταστρώσει σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας, της κοινωνικής οικονομίας.
Τέλος, ιδιαίτερης σημασίας είναι οι δράσεις για τη διατήρηση της απασχόλησης.
Εδώ κομβικής σημασίας είναι η επιβοήθηση των επιχειρήσεων, και κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ώστε να προσαρμοστούν στις ραγδαίες αλλαγές που λαμβάνουν χώρα λόγω της παγκοσμιοποίησης.
Ο αναπροσανατολισμός της παραγωγής, ο σχεδιασμός νέων προϊόντων,
η ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση έτσι ώστε το εργατικό δυναμικό να είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει αυτές τις αλλαγές, είναι τομείς παρέμβασης με ιδιαίτερη σημασία.
Γιατί επιτυγχάνεται και η διατήρηση του υφιστάμενου προσωπικού, αλλά και η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.
Κυρίες και κύριοι,
Σήμερα η ανεργία αποτελεί μία από τις πιο κρίσιμες προκλήσεις στην προσπάθεια ανάταξης της οικονομίας και της κοινωνίας μας.
Η επιδείνωση των δεικτών στον τομέα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού μας καλούν για εντατικοποίηση των προσπαθειών μας.
Είναι αυτονόητη υποχρέωσή μας,
παράλληλα με τους κεντρικούς στόχους της διασφάλισης της αξιοπιστίας, της εδραίωσης της δημοσιονομικής εξυγίανσης και προσαρμογής
και της υλοποίησης των διαρθρωτικών αλλαγών που θα τροφοδοτήσουν την επανεκκίνηση της οικονομίας,
να εργαστούμε για την ενίσχυση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.
Θεωρούμε απαραίτητο σε κάθε οικονομική μεταρρύθμιση, πρωτοβουλία και δράση
να λαμβάνονται πάντα υπ' όψιν οι επιπτώσεις στην απασχόληση και στην κοινωνική κατάσταση,
ο κοινωνικός αντίκτυπος και το μέρισμα απασχόλησης.
Το 2014 στόχος μας είναι να χρησιμοποιήσουμε εμπροσθοβαρώς τα κονδύλια του Συμφώνου Εταιρικής Σχέσης έτσι ώστε οι επιπτώσεις στην αγορά εργασίας να είναι άμεσες και βαθιές.
Επίσης θα διασφαλίσουμε μια κρίσιμη παράμετρο: τα προγράμματα και οι παρεμβάσεις μας να μην ανακυκλώνουν την ανεργία αλλά να συνεισφέρουν όσο το δυνατόν περισσότερο στην δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.
Όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν χωρίς κοινωνική συνεννόηση και συνεργασία.
Δεν είναι μόνο η «λείανση» των κοινωνικών αντιθέσεων, είναι και το γεγονός ότι οι κοινωνικές συναινέσεις εμπεδώνουν και ισχυροποιούν εκείνες τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες που είναι απαραίτητες για να πετύχουμε τον κοινό μας στόχο:
Δηλαδή, το στοίχημα της ανταγωνιστικής κοινωνίας και οικονομίας στο κάθε κράτος μέλος, με πολλές και ποιοτικές θέσεις εργασίας, με κοινωνική συνοχή, με παραγωγικότητα, με καινοτόμο επιχειρηματικότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, προσβλέπουμε στην υποστήριξη και τη συνεργασία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την αναβάθμιση και αποτελεσματικότερη διεξαγωγή του κοινωνικού διαλόγου σε μια σειρά από κρίσιμα πεδία, όπως:
• τη μεταφορά οργανωτικής τεχνογνωσίας για μια αποτελεσματικότερη ελεγκτική λειτουργία των υπηρεσιών του υπουργείου Εργασίας και την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας
• την απλοποίηση της εργατικής νομοθεσίας και την περαιτέρω μείωση του διοικητικού βάρους στην εργασία
• την προστασία της εργασίας και τη προώθηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας
Με αυτές τις σκέψεις, θα ήθελα, κλείνοντας, να ευχηθώ κάθε επιτυχία στις εργασίες αυτού του σημαντικού, υψηλού επιπέδου, σεμιναρίου και τις συζητήσεις που θα διεξαχθούν.
Είμαι σίγουρος ότι τα αποτελέσματά τους θα είναι εξαιρετικά χρήσιμα όχι μόνο για τη στήριξη της δύσκολης αποστολής που έχει αναλάβει αυτή η κυβέρνηση να φέρει σε πέρας, αλλά και για τους ίδιους τους εργαζόμενους και την ελληνική κοινωνία.