να έχει ανέβει στο κόκκινο, ο πρωθυπουργός, Αντ. Σαμαράς, καλείται να διαχειριστεί δύο παράλληλες διαπραγματεύσεις από τις οποίες θα κριθεί η πορεία της οικονομίας, αλλά και το περιβάλλον εντός του οποίου θα διεξαχθεί η προεδρική εκλογή.
Η κυβέρνηση βρίσκεται, συγκεκριμένα, μπροστά σε «ένα τετράμηνο του διαβόλου» στο οποίο θα τρέχουν παράλληλα ο επερχόμενος νέος κύκλος συνομιλιών με την τρόικα και οι παρασκηνιακές συζητήσεις με τους εταίρους για τη «μεταμνημονιακή» εποχή. Εκκινεί, όμως, από αφετηρία σαφώς χειρότερη απ' ό,τι δύο μήνες πριν: Η σπουδή να ανακοινωθεί η στρατηγική πλήρους απεμπλοκής από το Μνημόνιο, αλλά κυρίως η ανάδειξη του «ελληνικού πολιτικού ρίσκου» λόγω αμφισβήτησης της προοπτικής εκλογής Προέδρου από την παρούσα Βουλή και της ρητής θέσης του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα επιδιώξει διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους και δεν θα αναγνωρίσει την όποια συμφωνία της κυβέρνησης με τους εταίρους, καθιστούν τη «δίδυμη» διαπραγμάτευση, που ήδη περιγράφηκε, εγχείρημα σαφώς δυσχερέστερο και με αβέβαιη έκβαση: Η κυβέρνηση μπορεί έως τότε να επιτύχει τη διαμόρφωση προεδρικής πλειοψηφίας, αλλά και, στον αντίποδα, ενδέχεται να δημιουργηθούν όροι επιτάχυνσης των πολιτικών εξελίξεων.
Πάντως, το Μέγαρο Μαξίμου έχει βάσιμους λόγους να ελπίζει ότι η δύσκολη εξίσωση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπο μπορεί να λυθεί. Ως επιχείρημα προβάλλονται οι κινήσεις στήριξης που εκδηλώθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή –μέσω Κατάινεν–, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα –μέσω Ντράγκι– και Βερολίνο –μέσω Σόιμπλε–, μόλις εστάλη από την Αθήνα το μήνυμα ότι η όποια συμφωνία με τους εταίρους μπορεί να εδράζεται στην ιδέα κάποιας μορφής ανοικτής γραμμής πίστωσης, ώστε να διασφαλίζεται επαρκής στήριξη για τη χρηματοδότηση της χώρας από τις αγορές.
Ετσι στόχος, πλέον, του κ. Σαμαρά είναι να καταλήξει σε μια φόρμουλα απεμπλοκής της χώρας από το Μνημόνιο κατά τρόπο που θα του διασφαλίζει:
• Την αντιστροφή του υφιστάμενου πολιτικού κλίματος, καθώς καταγράφεται παγίωση του προβαδίσματος του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις.
• Τη διαμόρφωση ενός πλαισίου συμφωνίας με την τρόικα που δεν θα οδηγήσει σε νέα πτώση των ποσοστών των κυβερνητικών εταίρων και θα είναι «αποδεκτό» από την κοινοβουλευτική τους πλειοψηφία.
• Την οικοδόμηση ενός ισχυρού διλήμματος, που θα είναι ικανό να διαμορφώσει τους όρους για εκλογή Προέδρου και εάν αυτή δεν επιτευχθεί, θα μεταφερθεί στο σώμα των ψηφοφόρων στις εθνικές εκλογές οι οποίες εκ των πραγμάτων θα ακολουθήσουν.
Με την τρόικα
Από την υφιστάμενη «ανοικτή γραμμή» μεταξύ του κ. Σαμαρά και του κ. Ευ. Βενιζέλου προκύπτει πως η διαπραγμάτευση με την τρόικα είναι το πρώτο μεγάλο στοίχημα που θα πρέπει να κερδηθεί. Οι πληροφορίες που φθάνουν στο Μέγαρο Μαξίμου αλλά και στον υπουργό Οικονομικών Γκίκα Χαρδούβελη, συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι οι εκπρόσωποι των δανειστών αντιλαμβάνονται την τρέχουσα συγκυρία στην Αθήνα και δεν θα ζητήσουν μέτρα που θα δοκιμάσουν τις αντοχές της κυβέρνησης, καθώς υπάρχει η δυνατότητα ορισμένες κρίσιμες μεταρρυθμίσεις να μετατεθούν στο «πακέτο» της συμφωνίας που θα αφορά την περίοδο μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, στο τέλος του χρόνου.
Ομως, είναι εξίσου σαφές πως η επερχόμενη διαπραγμάτευση δεν πρόκειται να κλείσει χωρίς η Αθήνα «να δώσει κάτι» με επίκεντρο τον νέο συνδικαλιστικό νόμο και το μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων. Ο κ. Σαμαράς φέρεται αποφασισμένος να διαπραγματευθεί τη συγκεκριμένη ατζέντα, ενώ σαφώς επιφυλακτικότερος φέρεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Ετσι, ορισμένοι, παρότι δεν δίνουν πολλές πιθανότητες στη συγκεκριμένη προοπτική, δεν αποκλείουν με επίκεντρο την έλευση της τρόικας, ακόμη και το ενδεχόμενο μιας ενδοκυβερνητικής ρήξης που θα επισπεύσει όλες τις πολιτικές εξελίξεις με ρήγμα στον κυβερνητικό συνασπισμό, ή το σενάριο επίσπευσης της προεδρικής εκλογής.
Παράλληλα, κρίσιμο για τους κ. Σαμαρά και Βενιζέλο είναι πώς θα διαχειριστούν τη «μεγάλη διαπραγμάτευση» για την έξοδο της χώρας από το Μνημόνιο και την εκκίνηση των διαπραγματεύσεων για το χρέος, που θεωρούνται τα κλειδιά για το στοίχημα της προεδρικής εκλογής, αλλά και ενόψει πιθανής πρόωρης προσφυγής στις κάλπες. Οπως είναι γνωστό, η Αθήνα διαπραγματεύεται μια συμφωνία που θα προβλέπει αντικατάσταση του Μνημονίου με ένα πλαίσιο δεσμεύσεων τις οποίες η ίδια η χώρα θα αναλάβει μέσω «επιστολής προθέσεων» στους εταίρους, με σαφώς χαλαρότερη επιτήρηση και χωρίς νέο δάνειο, αλλά με τη δημιουργία προληπτικής γραμμής πίστωσης που θα διευκολύνει την έξοδο στις αγορές. Ομως, ο χρόνος που θα «κλειδώσει» η συμφωνία παραμένει ζητούμενο.
• Στο Μέγαρο Μαξίμου κυρίαρχη –αλλά όχι μοναδική– είναι η άποψη ότι η σχετική συμφωνία πρέπει να έχει οριστικοποιηθεί πριν από την προεδρική εκλογή, ώστε ο κ. Σαμαράς να κινηθεί με το δίλημμα πως ενώ ο ίδιος διασφάλισε την έξοδο από το Μνημόνιο, ο ΣΥΡΙΖΑ με τη θέση περί διαγραφής του χρέους και το οικονομικό του πρόγραμμα θα επιστρέψει τη χώρα στον έλεγχο των δανειστών.
• Στη Χαριλάου Τρικούπη, διατυπώνεται η εκτίμηση πως η ανωτέρω συμφωνία θα πρέπει να έχει καταρτιστεί και να τεθεί υπόψη των βουλευτών και του εκλογικού σώματος, αλλά χωρίς να υπογραφεί από την κυβέρνηση, ώστε, εάν δεν εκλεγεί Πρόεδρος, να αποτελέσει το διακύβευμα των πιθανών εκλογών.
www.kathimerini.gr