Η εκκίνηση της 56ης διοργάνωσης, το βράδυ της προηγούμενης Παρασκευής, από τη βραβευμένη (στο Φεστιβάλ του Βερολίνου) ταινία «Victoria», ήταν μια ιδανική γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν της κινηματογραφικής δημιουργίας. Το μονοπλάνο με το οποίο ο Γερμανός σκηνοθέτης Σεμπάστιαν Σίπερ κατάφερε να ακολουθήσει με μια κάμερα, μέσα σε μια νύχτα, non stop επί 144 λεπτά, την παράνομη δράση μιας παρέας νεαρών στο Βερολίνο, έδωσε με μιαν ανάσα την ένταση, τη φρεσκάδα, τη ματιά πάνω στην τρέλα της νιότης, αλλά κυρίως τις δημιουργικές αναζητήσεις στο σημερινό σινεμά.
Δίπλα στους νέους κινηματογραφιστές, ο πρωτοπόρος σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός της γενιάς του '70, Μίρτσεα Ντανελιούκ, που με τόλμη κατάφερε να αποφύγει τον σκόπελο της λογοκρισίας και με τον ανατρεπτικό κινηματογράφο να απεικονίσει την πολιτική κατάσταση επί καθεστώτος Τσαουσέσκου. Ο ίδιος βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο του αφιερώματος στο έργο του, και μίλησε για τις μεγάλες πιέσεις και το μεγάλο ρίσκο να μείνει μακριά από την προπαγάνδα της δικτατορίας, κατά την οποία το καθεστώς πλήρωνε εξ ολοκλήρου τις ταινίες ακριβώς για να χρησιμοποιεί τον κινηματογράφο ως μέσο για την προπαγάνδα του. «Για να γίνει αποδεκτό ένα σενάριο έπρεπε να θεωρηθεί αθώο. Στα γυρίσματα κάναμε τροποποιήσεις», ανέφερε.
Η χρήση της αλληγορίας ή της παραβολής στις ταινίες του, όπως στην «Κρουαζιέρα» όπου απεικονίζει τον Νικολάι και την Ελενα Τσαουσέσκου, «ήταν ένα εργαλείο».
Πώς όμως επηρέασε την κινηματογραφική του προσέγγιση η πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος; «Πιστέψαμε όλοι ότι θα ήμασταν ελεύθεροι. Δεν ήμασταν. Το καθεστώς κατέρρευσε, αλλά χρειάστηκε να έρθω αντιμέτωπος με τους ίδιους ανθρώπους».
Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση δεν διευκόλυνε την κατάσταση. «Προτεραιότητα στην πρόσβαση ευρωπαϊκών πόρων είχαν κράτη με κινηματογραφικό παρελθόν. Αντίθετα οι νέες χώρες (Βουλγαρία, Ρουμανία, Πολωνία) πρέπει να περιμένουν στον προθάλαμο», υποστήριξε. Η επιχορηγούμενη τέχνη μπορεί να «δαγκώνει»; «Η επιχορηγούμενη τέχνη μπορεί να αποδώσει καρπούς αν το κράτος ενδιαφέρεται για τον πολιτισμό. Επί Τσαουσέσκου είχαμε αξιόλογες ταινίες. Μετά την επανάσταση, η ελευθερία έχει ιδιαίτερη γεύση. Δεν υπάρχει η ίδια πίεση, ενδεχομένως είναι καλύτερη περίοδος, ωστόσο οι σημερινές ταινίες είναι πιο απλουστευμένες, διηγούνται απλώς μια ιστορία».
Την «άβολη ελληνική πραγματικότητα από τη μείωση των κονδυλίων και στον κινηματογράφο», πάντως, μετέφερε στον χαιρετισμό του ο υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς. «Η κινηματογραφική παραγωγή δεν μπορεί να σταθεί χωρίς πόρους» ανέφερε και ανακοίνωσε τη «δέσμευσή» του «να αποκαταστήσει άμεσα την αδικία που συντελέστηκε με την αφαίρεση από τα κινηματογραφικά εισιτήρια του ποσοστού του φόρου που κατευθυνόταν στη στήριξη της ελληνικής κινηματογραφίας» και να ξεκινήσει «τις απαιτούμενες ενέργειες ώστε τα τηλεοπτικά κανάλια να καταβάλουν το προβλεπόμενο ποσοστό από τα διαφημιστικά τους έσοδα».
Στον απόηχο της έναρξης κρατάμε ένα ακόμη σημείο: τη σταθερή ευαισθησία του Δημήτρη Εϊπίδη στο προσφυγικό ζήτημα, όχι μόνο μέσα από τις ταινίες που επιλέγει εδώ και χρόνια, αλλά στηρίζοντας την πρωτοβουλία «For A Thousand Lives: Be Human» που υπογράφουν περισσότεροι από 5.600 καλλιτέχνες και φορείς.
www.kathimerini.gr