Και καθώς το παρατηρούσα, με το βλέμμα μου να περιεργάζεται, την ακανόνιστη και μάλλον άτεχνη μορφολογία, με τα δύο διαφορετικά έρκερ, τις προεξοχές δηλαδή με τα προτεταμένα παράθυρα και τους σκεπαστούς μασίφ εξώστες, άρχισα να μαλακώνω απέναντι σε αυτό το γηρασμένο σπίτι. Περισσότερο με συγκίνησε το παρόν του παρά το όποιο παρελθόν του, το οποίο άλλωστε περισσότερο μάντευα παρά γνώριζα. Το σπίτι είχε ζωή, σε απόσυρση, πίσω από κουρτίνες και πολύφυλλα παντζούρια. Σε ένα παράθυρο, επί της Αλκιμάχου, η τρίφυλλη μπαλκονόπορτα με το λευκό ξύλο ήταν στο κέντρο του εξώστη, με τον αρ ντεκό κυματισμό στο χρώμα ενός μεσοπολεμικού πράσινου, σαν τα κάγκελα στα παρτέρια του Ζαππείου. Φυτά, παλιομοδίτικα, σχημάτιζαν φουντωτές απολήξεις. Μια φραγκοσυκιά υπήρχε στην αριστερή άκρη.
Στην πρόσοψη της οδού Πρατίνου, οι επτά γλάστρες στο μπαλκόνι ήταν σαν μια κεραμική γιρλάντα, μπροστά από τα κλειστά παντζούρια, σε έξι πτυχώσεις, βαμμένα σε έντονο ραφ χρώμα, σαν τιρκουάζ με λίγο πράσινο. Ηταν τόσο έντονη η ανάγκη προσωπικής σφραγίδας, σε αυτά τα παράθυρα, που κατέληγε σε μια χειρονομία προς τον δρόμο σχεδόν συγκινητική. Εβλεπα, ήδη, το κτίριο αυτό με άλλα μάτια.
Και τότε πρόσεξα και τις στυλιστικές πινελιές του. Η εξώπορτα στην Πρατίνου, σε πλήρη αρ ντεκό οργάνωση, με το σφυρήλατο σίδερο στο πράσινο του Μεσοπολέμου, ήταν σαν από μονοχρωματική εκδοχή πίνακα του Μοντριάν. Και μετά είδα τα καμπυλωτά μπαλκόνια, εκείνης της αισθητικής υπερωκεανίου, και μου φάνηκε περίεργο να τα δω σε αυτό το κατά τα άλλα ταπεινό κτίσμα. Τα μπαλκόνια με τις καμπυλωτές απολήξεις είχαν τοποθετηθεί στην Αλκιμάχου σε μια τυφλή, σήμερα, όψη. Αλλά κάποτε, όταν χτίστηκε το σπίτι, τα μπαλκόνια αυτά θα είχαν απεριόριστη θέα προς τον Ιλισσό, την Ακρόπολη, την απλωσιά της Αθήνας. Εν τω μεταξύ, όμως, το διπλανό οικόπεδο χτίστηκε, και τα μπαλκόνια έμειναν δίχως ρόλο. Στάθηκα ξανά απέναντι σε αυτό το σπίτι. Δεν ξέρω αν ποτέ θα ανακαινιστεί. Είχε όμως ήδη επιτελέσει τον ρόλο του και μόνο με την παρουσία του.
www.kathimerini.gr