του Θωμα Δοξιαδη
If you build it they will come. Αυτή η φράση από την ταινία The Field of Dreams περιγράφει το όνειρο του αρχιτέκτονα: αρκεί να χτίσεις το κτίριο, και θα κατοικηθεί, θα χρησιμοποιηθεί όπως το έχεις φανταστεί.
Πράγματι, σχεδιάζοντας ένα κτίριο ο αρχιτέκτονας έχει μεγάλη δύναμη να καθορίσει τις χρήσεις του. Στο υπνοδωμάτιο κοιμάσαι, στην ντουλάπα βάζεις τα ρούχα σου, στην κουζίνα μαγειρεύεις. Από την είσοδο μπαίνεις, με τη σκάλα ανεβαίνεις. Αυτή η σχέση μεταξύ της μορφής και του εξοπλισμού ενός χώρου από τη μία και της χρήσης του από την άλλη δίνει στον αρχιτέκτονα τη δυνατότητα να γεννήσει μια πραγματικότητα. Η σχέση αυτή μεταξύ πρόθεσης και αποτελέσματος δεν είναι η βάση μόνο για τη δημιουργία ενός σπιτιού ή ενός δημόσιου κτιρίου, αλλά ολόκληρου του κόσμου στον οποίο ζούμε σήμερα. Δρόμοι, συστήματα μετρό, γήπεδα, καταστήματα, αγροί, λιμάνια, αεροδρόμια, βιομηχανικές εγκαταστάσεις, ορυχεία και ξενοδοχεία, όλοι οι τρόποι με τους οποίους δομούμε τον κόσμο βασίζεται σε αυτή την άμεση σχέση μεταξύ μορφής και χρήσης.
Πώς εξηγείται τότε ότι οι νέες πλατείες της Αθήνας, αποτέλεσμα αξιόλογων αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, απέτυχαν να χρησιμοποιηθούν με τον τρόπο που οι αρχιτέκτονες και η κοινωνία τους είχε φανταστεί; Τρανταχτά παραδείγματα η Ομόνοια και η Πλατεία Κολωνακίου, σε μια πλειάδα αποτυχημένων δημόσιων χώρων που περιλαμβάνουν και πάρκα όπως ο Πύργος Βασιλίσσης, αλλά και παλιότερες διαμορφώσεις όπως η πλατεία Κλαυθμώνος. Οι χώροι αυτοί φανέρωσαν όχι μόνο την αδυναμία του αρχιτέκτονα να προγραμματίσει χρήση, αλλά και την αδυναμία της κοινωνίας να οραματιστεί ένα μέλλον και να το υλοποιήσει. Παρόλο που το γεγονός της αποτυχίας έχει καταγραφεί ξεκάθαρα, οι λόγοι της δεν έχουν διερευνηθεί επαρκώς.
Αποψή μου είναι ότι, αντίθετα σε μεγάλο βαθμό με τα κτίρια, ο δημόσιος χώρος είναι εξαιρετικά δύσκολο να προγραμματιστεί για έναν και βασικό λόγο: οι χρήστες του έχουν επιλογές. Στο κτίριο, αν θες να μαγειρέψεις θα πας στην κουζίνα. Στον δημόσιο χώρο όμως κανένας δεν μπορεί να σε υποχρεώσει να καθίσεις στο παγκάκι, να συναναστραφείς με τους συνανθρώπους σου, ούτε καν να περάσεις μέσα από την πλατεία και όχι από το απέναντι πεζοδρόμιο. Σχεδιάζοντας τον δημόσιο χώρο δεν πρέπει να σκέφτεται κανείς τόσο ως μηχανικός αλλά σαν γεωργός, σαν κηπουρός. Δεν αρκεί να βάλεις κάπου το φυτό ή τον σπόρο. Πρέπει να είναι σωστό το χώμα, το νερό, ο αέρας, ο ήλιος και η σκιά, ακόμα και η σχέση με τα άλλα φυτά. Μπορείς μόνο να δώσεις τον καλύτερο δυνατό συνδυασμό συνθηκών, και να περιμένεις. Και να είσαι παρατηρητικός και ευέλικτος, κάνοντας συνεχώς τις απαραίτητες λεπτές ρυθμίσεις. Και λίγη τύχη δεν βλάπτει. Το ίδιο και στον δημόσιο χώρο.
Γιατί πέτυχαν
Παρόλες τις δυσκολίες δημιουργήθηκαν και εξαιρετικά επιτυχημένοι δημόσιοι χώροι τα τελευταία χρόνια: η Διονυσίου Αρεοπαγίτου για παράδειγμα, ή η πλατεία Μοναστηρακίου. Μια σειρά παραγόντων συνδυάζονται με την αρχιτεκτονημένη μορφή για να τους κάνουν επιτυχημένους, όπως η θέση στην πόλη, οι γύρω χρήσεις και κινήσεις, η απουσία καλύτερων εναλλακτικών. Ευτυχώς οι σύγχρονες επιστήμες προσφέρουν πληθώρα εργαλείων για να καταλάβουμε τους δημόσιους χώρους και να τους προγραμματίσουμε: εργαλεία που μελετούν τις κινήσεις μέσα στην πόλη και τις προβλεπόμενες αλλαγές με νέα δεδομένα, που αναλύουν διάφορες μορφές άνεσης όπως θερμοκρασιακής ή ηχητικής, που προβλέπουν καταναλωτικές συμπεριφορές, κοινωνικές διατάξεις και άλλα πολλά.
Δεν γνωρίζω σε ποια έκταση και ποιο βάθος χρησιμοποιήθηκαν αυτά τα εργαλεία και έγιναν σοβαρές μελέτες βάσης κατά τον καθορισμό του προγράμματος του διαγωνισμού της «Πανεπιστημίου». Ελπίζω ότι έγιναν εκτεταμένα. Το αισιόδοξο συμπέρασμα είναι ότι αν είμαστε επιμελείς και εφευρετικοί μαθητές, και ευαίσθητοι και επίμονοι κηπουροί, ο δημόσιος χώρος της Αθήνας μπορεί να ανθήσει.
www.kathimerini.gr